[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 2-11-1997] [Β364]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα: “ΠΗΓΕΣ ΠΙΣΤΕΩΣ”
π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ: Όλοι γνωρίζομε, αγαπητοί μου, την θαυμασία παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Κάθε της φράση, κάθε της λέξη, είναι και μία θεολογική αποκάλυψις.
Και είναι αποκάλυψη, γιατί Αυτός ο Κύριος την εδίδαξε. Μέσα σε όσα ειπώθηκαν, διαλογικά, ανάμεσα στον πλούσιον και τον Αβραάμ, είναι και τούτα τα λόγια. Σας διαβάζω: «Ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ ᾿Αβραάμ· ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ ᾿Αβραάμ, ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. Εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ, πεισθήσονται».
Εδώ έχομε έναν διάλογον πέραν από τον φυσικόν κόσμον. Πλέον ο Αβραάμ εις τον Παράδεισον, ο πλούσιος εις τον Άδην· κι εκεί οικονομείται ένας διάλογος. Είπα «οικονομείται», διότι όπως πράγματι καλώς ειπώθηκε, ότι «χάσμα μέγα ἐστήρικται μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν». Γιατί ζήτησε ο πλούσιος να στείλει τον Λάζαρον, να στείλει ο Αβραάμ τον Λάζαρον, για να βρέξει, λέει, το άκρον του δακτύλου, επειδή φλέγεται, με νερό, επειδή φλέγεται, λέγει, εις αυτό το πυρ το βασανιστικό. Και είπε ότι «μέγα χάσμα ἐστήρικται» κ.λπ. · οπότε οικονομείται πραγματικά αυτός ο διάλογος, διότι δεν θα ήταν δυνατόν να ανοιχθεί στην πραγματικότητα αυτός ο διάλογος.
Ωστόσο εδώ παρακαλεί ο πλούσιος τον Αβραάμ να πέμψει τον Λάζαρον εις τον οίκον του πατρός του, «γιατί», λέγει, «έχω πέντε αδελφούς», να τους ειδοποιήσει, να μην έλθουν κι αυτοί εις αυτόν εδώ τον τόπον της βασάνου. Και λέγει ο Αβραάμ: «Έχουν τον Μωυσέα και τους προφήτας. Ας ακούσουν αυτούς τι λεν για την άλλη ζωή». «Όχι», λέει, «πάτερ Αβραάμ. Εάν κάποιος αναστηθεί από τους νεκρούς, τότε θα μετανοήσουν». «Αχ, παιδάκι μου, αν δεν ακούσουν τον Μωυσή και τους προφήτες, τότε, κι από τους νεκρούς να αναστηθεί κάποιος, δεν θα πεισθούν».
Μέσα σ’ αυτά τα πέντε χωρία, αγαπητοί μου, του διαλόγου, θέλει ο Κύριος να ξεχωρίσει δύο πηγές πίστεως. Δύο πηγές πίστεως. Είναι τα θαύματα, όπως να αναστηθεί ο Λάζαρος και οι πληροφορίες που μπορούμε να πάρομε μελετώντας τις άγιες γραφές. Και φυσικά ο Κύριος δέχεται και τις δύο πηγές πίστεως αναμφισβήτητα αλλά δίδει όμως το προβάδισμα και την σιγουριά εις την πηγήν της πίστεως που είναι η Αγία Γραφή. Εκεί θα πας να πληροφορηθείς. Δεν θα μείνεις εις το θαύμα. Εκεί θα πας να πληροφορηθείς. Απλώς το θαύμα επιβεβαιώνει την Αγίαν Γραφήν. Πρόκειται για ένα σπουδαιότατο θέμα και το οποίο θα παρακαλέσω ας το προσέξομε και να το θυμόμαστε. Πάντοτε επίκαιρο είναι, γιατί οι άνθρωποι σ’ όλες τις εποχές, και στην εποχή μας, δεν γνωρίζουν να διακρίνουν αυτές τις δύο πηγές πίστεως. Το θαύμα, επαναλαμβάνω, να πάρω πληροφορίες από το θαύμα και η Αγία Γραφή. Περιφρονούν βέβαια την πηγή πίστεως από την Αγία Γραφή. Δεν δίνουν και πολλή σημασία. Και αναζητούν την πηγήν πίστεως από το θαύμα.
Αν, με ένα πολύ απλό παράδειγμα, πω, ανακοινώσω, δημοσιεύσομε, ειδοποιήσομε ότι θα γίνει μια ομιλία περί της αναστάσεως των νεκρών, πόσοι θα ΄ρθουν; Να ακούσουν; Λίγοι. Απ’ την πόλη μας. Αν αντιθέτως ακουστεί ότι αναστήθηκε κάποιος, τρέχουν όλοι! Είδατε την περίπτωση, «κάπου», λέει, «εμφανίστηκε ο Χριστός», «κάπου η Παναγία», τούτο, εκείνο, «δακρύζει το εικόνισμα της Παναγίας, του Χριστού», είδατε πόσος κόσμος πηγαίνει; Εκεί ζητούν, στην πηγή του θαύματος, κάποια πληροφορία. Είναι χαρακτηριστικό. Θα λέγαμε ότι ο Κύριος μετά την απάντηση που δίδει στους Φαρισαίους, γιατί γι’ αυτούς είπε την παραβολή, ότι υπάρχει μεταθανάτιος ζωή. «Προσέξατε. Προσέξατε Φαρισαίοι, υπάρχει μεταθανάτιος ζωή. Και σήμερα είσαστε και θέλετε να είσαστε πρώτοι, αλλά όταν θα αλλάξουν τα σκηνικά, τότε δεν θα είσαστε πρώτοι. Προσέξατέ το».
Έτσι, κύριο θέμα εδώ βλέπομε, ως σπουδαιοτέρα πηγή πληροφοριών είναι η Αγία Γραφή. Τα θαύματα, κι ο Κύριος έκανε θαύματα, επιτελούσε θαύματα, το βάρος όμως το έθετε εις την Αγίαν Γραφήν. Από εκεί θα αντλήσεις την πίστιν. Από την διδασκαλίαν του Χριστού. Αντιλαμβανόμεθα αυτές τις δύο πηγές, αγαπητοί μου; Είναι σαφείς. Ελπίζω μπόρεσα να σας δώσω να καταλάβετε. Πολλοί λέγουν ότι θέλουν να δουν θαύμα για να πιστέψουν. Πόσες φορές το έχομε ακούσει αυτό; Και δεν αντιλαμβάνονται ότι ζητούν κάτι το αντιφατικό. Γιατί; Εάν μένουν στο θαύμα, τότε με την γνώση αυτή καταργώ την πίστη. Και το θαύμα υπάρχει όχι για να καταργεί την πίστιν, αλλά για να επισφραγίζει την πίστη. Αν θέλετε, το θαύμα είναι κυρίως δια τους πιστούς, όχι δια τους απίστους. Πολλές φορές νομίζομε ότι είναι χρήσιμο το θαύμα δια τους απίστους. Όχι. Είναι δια τους πιστούς.
Θυμηθείτε τον Θωμά. Για να δείτε την αντιφατικότητα. «Εάν», λέγει, «δεν δω ‘’τόν τύπον τῶν ἥλων’’, τα καρφιά, που καρφώθηκε ο Διδάσκαλος, δεν βάλω και το δάκτυλό μου μέσα εις την τρύπα που άνοιξαν τα καρφιά, δεν θα πιστεύσω». Μα, αγαπητέ Θωμά, εάν δεις, τότε η πίστις κατηργήθη. Γιατί τι θα πει πίστις; «Να δεχθείς πράγματα», όπως λέει στην προς Εβραίους ο Απόστολος Παύλος, «μη βλεπόμενα». Εάν λοιπόν δεις, τότε κατήργησες την πίστιν. Ένα παράδειγμα που το λέω πολύ συχνά. Εάν σας πω ότι στην τσέπη μου έχω τόσα χρήματα, εάν τα δείτε τα χρήματα αυτά, σας τα δείξω, τότε δεν υπάρχει πλέον η πίστις. Υπάρχει η γνώσις. Βλέπετε λοιπόν ότι όταν ζητώ για να πιστέψω, να γνωρίσω εκ των προτέρων, αν το θέλετε, δια των πέντε μου αισθήσεων, τότε δεν καταργώ την πίστιν; Και τότε δεν είμαι αντιφατικός; Αναμφισβήτητα. Έτσι λοιπόν ο Κύριος τι του είπε του Θωμά; «ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». «Γιατί με είδες, γι’αυτό πίστεψες». Αν αυτό λογαριάζεται πίστις. Δεν λογαριάζεται πίστις. Συνεπώς ευτυχισμένοι εκείνοι οι οποίοι δέχτηκαν, πίστεψαν, χωρίς να δουν.
Αλλά ας πάρομε με την σειρά του το ιερό κείμενο. Παρατηρούμε ότι ο πλούσιος της παραβολής, διατηρούσε βέβαια κάποια αισθήματα φυσικής, φυσικής αγάπης. «Ε, να μην έλθουν και τα αδέλφια μου εδώ. Έχω πέντε αδέλφια. Εγώ βασανίζομαι. Τουλάχιστον αυτοί να γλυτώσουν». Αυτό είναι βέβαια μία φυσική αγάπη. Γιατί ήταν αδέλφια του. Αυτή όμως η φυσική αγάπη δεν ήταν επαρκής να προσεγγίσει και τον φτωχό Λάζαρο, που τον έβλεπε απ’ τα παράθυρά του ο πλούσιος, εκεί απέναντι. Εκεί, λέει, «παρά τόν πυλώνα» του σπιτιού του πλουσίου. Να τον λυπηθεί, να δείξει αγάπη, να τον βοηθήσει, να τον περιθάλψει, να τον χορτάσει. Βλέπετε; Αυτή η φυσική αγάπη περιορίζονταν μόνον στα πρόσωπα τα δικά του. Παραπέρα δεν πήγαινε. Όπως όταν αγαπάς το παιδί σου, την γυναίκα σου, τον άνδρα σου, την μάνα σου, τον πατέρα σου. Αυτό είναι μία φυσική αγάπη. Αλλά δεν είναι επαρκής. Βεβαίως πρέπει να αγαπάς, εκείνοι που είναι κοντινοί σου και συγγενείς σου. Αλλά δεν είναι επαρκής αυτή η αγάπη. Πρέπει να επεκταθεί και εις τους παραπέρα ανθρώπους.
Και τώρα, ο άνθρωπος αυτός της παραβολής, ο πλούσιος, ζητά, όχι απλώς κάποιος να επιστρέψει από τους νεκρούς στη Γη, αλλά να επιστρέψει ο Λάζαρος. Γιατί; Γιατί ο Λάζαρος ήταν γνωστός στα αδέλφια αυτού του πλουσίου. Και συνεπώς θα επείθοντο ότι υπάρχει άλλη ζωή. Τρόπον τινά θα έφερνε κι ένα μήνυμα από τον πλούσιο, που ήταν αδελφός τους, που ήταν εις τον Άδη. Αλλά και αυτό το αίτημα του πλουσίου στρέφεται εναντίον του. Εναντίον του πλουσίου στρέφεται. Σαν να έλεγε, σαν να του ελέγετο, καλύτερα: «Ώστε τον γνωρίζατε τον Λάζαρο, ε; Α, τον γνωρίζατε, βλέπατε την συμφορά του· γιατί δεν τον βοηθήσατε;». Άρα λοιπόν ήταν γνωστός.
Ο στίχος ακόμη αποκαλύπτει ότι η βάσανος του Άδου, παρότι είναι μία κρίσις προ της τελικής κρίσεως, προσωρινή κρίσις, αρχίζει όμως ευθύς μετά τον θάνατον του αμαρτωλού ανθρώπου. Προσέξατέ το. Δεν αναμένεται η τελική κρίσις. Έχομε την μερική, όπως λέγεται, κρίση. Δεν αναμένεται η τελική. Το αποκαλύπτει σαφέστατα αυτή η παραβολή. Όταν όμως θα πάρομε με την ανάσταση τα σώματά μας, τότε θα έχομε την τελική κρίση. Και θα κριθούμε ως πλήρεις άνθρωποι. Όχι ως ψυχές. Αλλά ως πλήρεις άνθρωποι. Αυτό λέει πολλά. Να το προσέξομε…
Ο Αβραάμ, σαν απάντηση δεν αναφέρεται στο εάν ήταν δυνατόν να αναστηθεί ο Λάζαρος και να πορευθεί στα αδέλφια του και να τους αναγγείλει τι συμβαίνει μετά από τον τάφο. Αυτό δεν ενδιαφέρει. Αλλά δίνει την απάντηση ως εξής: «Ἒχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν». Έχουν τον Μωυσή. Δηλαδή τι σημαίνει «έχουν τον Μωυσή»; Έχουν τα βιβλία που έγραψε ο Μωυσής. Την Πεντάτευχον. Τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης είναι γραμμένα από τον Μωυσή. Έχουν, λοιπόν, την Αγίαν Γραφήν. Τα πέντε πρώτα βιβλία. Και μετά, εκεί δηλαδή, θα δουν αν υπάρχει πέραν του τάφου ζωή. Και μετά; Έχουν και τους προφήτες, τα προφητικά βιβλία. Ας ανοίξουν να μελετήσουν την Αγίαν Γραφήν κι εκεί θα δουν να ομιλεί η Αγία Γραφή περί άλλης ζωής. Και αναφέρεται ο Μωυσής ως εκπρόσωπος, κυρίως, του ηθικού νόμου. Επειδή εκείνος προσέφερε τον δεκάλογον του ηθικού νόμου. Για να γίνει αντιληπτή η αμαρτία…
Με πήρε ένας τηλέφωνο από κάπου από την Ελλάδα. Άκουσε μία κασέτα από κάποιον ραδιοφωνικό σταθμό, δική μου κασέτα, που αναφερόμουνα στα αμαρτήματα τα σαρκικά. Πορνείες, μοιχείες κ.τ.λ. «Δεν ήξερα», λέγει, «ότι αυτά είναι αμαρτία»! Άγνωστος σε μένα άνθρωπος… «Δεν ήξερα. Με διαφωτίσατε». Δεν ήξερες ότι είναι αμαρτία; Ε, λοιπόν, άνοιξε την Αγία Γραφή, θα βρεις τον Δεκάλογον: «Οὐ πορνεύσεις, οὐ μοιχεύσεις» και θα πάρεις την πληροφορία για να διορθώσεις το ήθος σου. Τους προφήτας; Τους προφήτας, διότι εκείνοι προδιαγράφουν το θεανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού και συνεπώς να πιστέψεις εις τον Ιησούν Χριστόν.
Θέματα δύο λοιπόν. Δύο κατηγορίες. Είναι το ήθος, είναι και η πίστις στο θεανθρώπινο πρόσωπον του Χριστού. Έτσι λοιπόν ποιος τα προβάλλει αυτά; Η Αγία Γραφή. Πάρε να μελετήσεις την Αγία Γραφή και όλα αυτά θα τα βρεις.
Ο πλούσιος όμως είχε αντίρρηση. Επιμένει, σαν πηγή πίστεως, στο θαύμα. «Όχι», λέει. Ακούστε: «Οὐχί, πάτερ ᾿Αβραάμ(:Όχι, πάτερ Αβραάμ), ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν». «Τότε θα μετανοήσουν. Όταν κάποιος αναστηθεί. Και πάει και τους πει το και το». Αλλά γιατί δεν δέχεται την πρόταση του Αβραάμ ο πλούσιος; Πάντοτε αυτά στον Άδη τώρα. Δηλαδή εις την άλλη ζωή, όχι στον Άδη, εις την άλλη ζωή. Διότι οι Γραφές δεν έχουν κάτι το εντυπωσιακό. Ενώ το θαύμα, αναστάσεως μάλιστα νεκρού, έχει κάτι το εξαιρετικά εντυπωσιακό. «Ααα! Αναστήθηκε κάποιος! Να πάμε να τον ρωτήσομε, τι είδε, τι ξέρει». Εξάλλου, λέει ο Θεοφύλακτος: «Τίς οἶδεν τά ἐν ᾅδου;(:Ποιος γνωρίζει τι υπάρχει στον Άδη;) Τίς ἐλθών ἐκεῖθεν ἀπήγγειλεν ἡμῖν;(:Ποιος από κει ήλθε και να μας αναγγείλει τι υπάρχει;)». Και όπως λέγει και ο Ζιγαβηνός: «Ταῖς βίβλοις μέν ἀπιστοῦσι, ὡς παρά ζώντων γραφείσαις (:Απιστούν εις τα βιβλία της Αγίας Γραφής, επειδή -λέγει- εγράφησαν από ανθρώπους που ζούσαν) μήπω θεασαμένων τά τοῦ μέλλοντος αἰῶνος (:Δεν είχαν δει τίποτα· εκείνα τα οποία συμβαίνουν πέρα από τον τάφον). Ἐάν δέ τις ἀπό νεκρῶν πορευθῇ πρός αὐτούς, πιστεύσουσι αὐτῷ ὡς ἰδόντι πάντα(:Αν όμως κάποιος αναστηθεί, τότε πιστεύουν, γιατί αυτός τα είδε αυτά εις την άλλην ζωήν)». Θέσεις που πάντοτε προβάλλουν, αγαπητοί, οι άνθρωποι που δεν έχουν διάθεση να πιστέψουν. Δεν έχουν διάθεση να πιστέψουν. Δικαιολογούν έτσι, εκόντες άκοντες την απιστία των.
Και όμως ο Θεός επιμένει. Επιμένει να σώζει δια των Αγίων Γραφών. Από εκεί θα πάρεις τις πληροφορίες. Δηλαδή είσαι θεϊκότερος, άνθρωπε, του Θεού; Ο Θεός θέλει να μας σώσει. Και βρίσκει τον τρόπο να μας σώσει με την μελέτη της Αγίας Γραφής. Εσύ λες: «Όχι, πρέπει να δω θαύμα για να πιστέψω». Έτσι, λοιπόν, χρησιμοποιεί ο πλούσιος εδώ και την λέξη -προσέξτε- «μετανοήσουσιν». Λέει «τότε θα μετανοήσουν». Το θαύμα σε κάποιους μπορεί να προκαλέσει την μετάνοια. Είναι αληθές. Αλλά τέτοιος τρόπος μετανοίας, πρέπει να πούμε, ή δεν έχει ρίζα για να διατηρηθεί αυτή η μετάνοια ή ύστερα από λίγο οι άνθρωποι απορρίπτουν αυτήν την μετάνοιαν και ξαναζούν την ζωή την οποία είχαν. Βλέπετε λοιπόν ότι οι άνθρωποι μένουν σε θέματα εντυπωσιακά. Πόσοι άνθρωποι -σας βεβαιώνω, το ξέρομε- γιατί πέθανε ένας φίλος ξαφνικά, γιατί είδαν ένα όνειρο, γιατί δεν ξέρω, είδαν ένα θαύμα, τους βλέπετε αμέσως συρρικνώνονται. Πολύ γρήγορα, αγαπητοί μου, μία τέτοια μετάνοια άρριζος, χωρίς ρίζα, γρήγορα φεύγει. Πάρα πολύ γρήγορα φεύγει. Γιατί; Υπάρχει ένας εξαναγκασμός· το αντιλαμβάνεστε; Θέλω δεν θέλω, με πιέζει ένα θαύμα να αποδεχθώ. Σαν να είναι ένας οδοστρωτήρ, που ισοπεδώνει τα πάντα. Έτσι είναι ένα θαύμα. Θέλω δεν θέλω θα δεχθώ. Ποία η θέσις όμως της προαιρέσεως; Δεν είναι παρούσα η προαίρεσις για να κρίνει τα πράγματα. Ε, λοιπόν, μία τέτοια μετάνοια, πάρα πολύ γρήγορα εξανεμίζεται. Και δεν έχει αξία. Δεν έχει καρπόν.
Και η απάντησις του Αβραάμ: «Εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν -Επειδή είπε εκείνος «Πάτερ Αβραάμ», «πατέρα μας», γι ‘αυτό εδώ θα το λέγαμε: «Παιδάκι μου, εάν δεν ακούν τον Μωυσή και τους προφήτες, δηλαδή δεν πείθονται από την Αγίαν Γραφήν-, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται(:ούτε κι αν κανείς αναστηθεί, θα πεισθούν ότι υπάρχει άλλη ζωή)».Ορθότατη απάντησις.
Είναι γνωστό ότι σ’ αυτήν μόνη την παραβολή χρησιμοποιήθηκε όνομα. Καμία παραβολή, φερειπείν, του ασώτου υιού… πώς τον έλεγαν τον πατέρα; Δεν δίνει ο Κύριος όνομα. Πώς έλεγαν τον άσωτο υιό; Δεν δίνει ο Κύριος όνομα. Είναι η μοναδική παραβολή που τίθεται εις τον φτωχόν αυτόν άνθρωπον το όνομα Λάζαρος. Σας κάνει εντύπωση; Δεν είναι τυχαίο αυτό. Δεν είναι καθόλου τυχαίο. Ο Κύριος έκανε μία παραχώρηση. «Θέλετε να γυρίσει ο Λάζαρος πίσω να σας πει; Ω ανεκδιήγητοι Γραμματείς και Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι;». Ξέρετε ότι οι Σαδδουκαίοι δεν πίστευαν τίποτα απ’ όλα αυτά. Και όμως κατείχαν την θέση του αρχιερέως! Ακούτε; Ο αρχιερεύς στην εποχή του Χριστού ήταν Σαδδουκαίος. Και δεν πίστευε τίποτα! «Τ’ ακούτε; Εγώ θα σας φέρω τον Λάζαρο πίσω». Είναι ο Λάζαρος ο τετραήμερος που τον ανέστησε ο Χριστός. Πήγαν άραγε να τον ρωτήσουν: «Λάζαρε, έλα εδώ, σε ανέστησε ο Ιησούς· τι είδες στην άλλη ζωή;». Αυτό έκαναν; Ακούστε τι κάνανε. Όταν ακούστηκε η ανάστασις του Λαζάρου. Έκαναν συμβούλιον και είπαν: «Πρέπει να φονεύσομε και τον Ιησούν που κάνει τέτοια θαύματα αλλά να φονεύσομε και τον Λάζαρον, που είναι το τεκμήριον ενός τέτοιου θαύματος». Ακούσατε; Και τον Λάζαρον.
Θέλετε ακόμη να σας πω; Δεν ήταν της στιγμής απόφαση αυτή. Ούτε ο Ματθαίος αναφέρει την ιστορία του Λαζάρου, ούτε ο Μάρκος, ούτε ο Λουκάς. Μόνος ο Ιωάννης. Ξέρετε γιατί; Είναι ο τελευταίος που έγραψε το Ευαγγέλιό του. Διότι οι άλλοι γράψανε πρώιμα και εφοβούντο μήπως κινδυνεύσει η ζωή της Μάρθας, της Μαρίας και του Λαζάρου. Και δεν δημοσιεύουν το θαύμα αυτό, παρά μόνον ο Ιωάννης, που πια όλοι είχαν πεθάνει και δεν κινδύνευαν. Δηλαδή η μανία των αρχόντων παρέμενε. Να δολοφονήσουν και τον Λάζαρον. Πίστεψαν; Δεν πίστεψαν. Είναι φοβερό!
Αλλά μήπως δέχθηκαν και την ανάσταση του Χριστού; Τριήμερος νεκρός. Όχι μόνον δεν απεδέχθησαν την ανάσταση του Χριστού, αλλά και πλήρωσαν τους στρατιώτες να διαδώσουν ότι «ἡμῶν κοιμωμένων…» κ.τ.λ. κτλ. «ήρθαν οι μαθηταί και έκλεψαν τον νεκρόν Ιησούν». Όταν ο άνθρωπος δεν είναι διατεθειμένος να πιστεύσει από τις Γραφές – ο Χριστός προανήγγειλε την ανάστασή Του και οι προφήται- τότε, αγαπητοί μου, και ανάστασις νεκρού να γίνει, δεν πιστεύουν. Αντιθέτως, ξέρετε τι λένε; «Ααα, φαντασιοπληξία, νεκροφάνεια. Έμοιαζε ότι είχε πεθάνει» -Έχομε το φαινόμενον της νεκροφανείας. «Πνευματιστικόν φαινόμενον!»- τρέχουν να πουν. Και ό,τι άλλο θέλετε. Ο Θεοφύλακτος σημειώνει: «Εἰ τῶν γραφῶν οὐκ ἀκούομεν, οὐδέ τοῖς ἐξ ἅδου ἐρχομένοις πιστεύσωμεν». «Εάν», λέγει, «δεν ακούμε τις Γραφές, ούτε κι αν έρθουν από τον Άδη νεκροί θα πιστεύσομε».
Θέλετε, ακόμη, μία μαρτυρία; Μας αναφέρει η Αγία Γραφή το εξής καταπληκτικόν. Ότι με τον σεισμόν που έγινε, άνοιξαν πολλά μνημεία. Προσφάτως ανθρώπων που εκοιμήθησαν, που πέθαναν. Και με την ανάσταση, λέει, του Χριστού, μπήκαν εις την αγίαν πόλιν, την Ιερουσαλήμ, το λέει αυτό η Αγία Γραφή, το ενθυμείσθε, μπήκαν στην αγία πόλη την Ιερουσαλήμ. Αυτούς δεν τους ερώτησαν τι γίνεται εις τον άδην; Να μαρτυρίες. Επίστευσαν; Ο λαός επίστευσε εις τον Χριστόν; Μόνον μερικοί άνθρωποι πίστευσαν. Και μέχρι σήμερα, δύο χιλιάδες χρόνια. Και επιμένουν οι Εβραίοι να μην θέλουν να πιστέψουν.
Αγαπητοί, πηγές πίστεως είναι πρώτιστα ο λόγος του Θεού, και σαν επικύρωσή του είναι το θαύμα· που πάντοτε δεν είναι και αναγκαίον. Υπήρξαν περιπτώσεις που ο Κύριος αρνήθηκε το θαύμα, όταν Τον προκάλεσαν πολλοί, και ο Ηρώδης: «Κάνε», λέει, «ένα θαύμα». Σαν να ήταν ο Κύριος κανένας… θαυματοποιός. Αν έπρεπε, όμως, οι άνθρωποι να σωθούν με τα θαύματα, τότε, αρνούμενος ο Κύριος, θα ήτο ένοχος δια την σωτηρία μας. Κάθε άλλο. Χόρτασε πέντε χιλιάδες ανθρώπους, μόνον άνδρες. Και είδαν όλοι το θαύμα του πολλαπλασιασμού των ψωμιών και των ψαριών. Όταν όμως ο Κύριος τούς μίλησε για το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας, Τον εγκατέλειψαν με την δικαιολογία: «Σκληρός ἐστιν οὗτος ὁ λόγος· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;». «Ποιος μπορεί να τον ακούει; Να φάμε, λέει, την σάρκα Του και να πιούμε το αίμα Του!».
Αγαπητοί, πρέπει να πεισθούμε από τις Γραφές για το μέλλον των πιστών, αλλά και για το ήθος. Ξέρεις τι μεγάλη αμαρτία, αδελφέ μου, είναι η πορνεία; Ξέρεις, αδελφέ μου, τι μεγάλη αμαρτία είναι η μοιχεία; Δεν θα σου το πω από τα κοινωνικά αποτελέσματα. Αλλά θα σου το πω από την Γραφή. Είναι πολύ μεγάλη αμαρτία… Πού θα το βρω αυτό; Στην Αγία Γραφή. Μην ζητούμε λοιπόν θαύματα. Το μεγάλο θαύμα είναι Αυτός ο Ενανθρωπήσας Θεός Λόγος και ότι Εκείνος είπε και δίδαξε. Αυτά μας είναι αρκετά. Εξάλλου αυτό σημαίνει πίστις: Να αποδεχθείς ό,τι είναι γραμμένο, χωρίς να ζητάς να ικανοποιήσεις τις αισθήσεις σου, γιατί αυτό είναι εύσχημος απιστία.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο, ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
-Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
-http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_734.mp3