ΛΕΜΕΣΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ: Το να παρακολουθεί κανείς τα νοήματα των ύμνων των ημερών είναι αρκετό, για να δεί την πορεία του αγώνα που ο άνθρωπος έχει κάνει μπροστά του.
Αρχίζοντας από την βάση της πνευματικής ζωής μέχρι το τέλος, που είναι ο αγιασμός και η θέωση του ανθρώπου. Είναι μία πολύ πλούσια πνευματική περίοδος το Τριώδιο, που λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών του κάθε ανθρώπου πλέον, ζώντας μέσα στις ποικίλες υποχρεώσεις που έχει ο καθένας δεν είναι εύκολο απόλυτα να παρακολουθεί κανείς όλες τις πνευματικές ευκαιρίες, που μας δίνει η περίοδος αυτή. Η πορεία του Τριωδίου χωρίζεται σε τρεις περιόδους. Η μία πριν την έναρξη των νηστειών, η άλλη είναι η περίοδος των αγίων νηστειών και μετά η Μεγάλη Εβδομάδα των Αγίων Παθών του Κυρίου και της Αναστάσεως. Η περίοδος πριν τη νηστεία είναι μία προπαρασκευαστική περίοδος, η οποία μας δείχνει, πως μπορούμε ν’ αγωνιστούμε και ποιος είναι ο πραγματικός τρόπος, που μπορεί ο άνθρωπος να μπεί μέσα σ’ αυτόν τον πνευματικό αγώνα. Η βάση όλης της εν Χριστώ ζωής δεν είναι τίποτα άλλο παρά το φρόνημα της μετάνοιας. Η μετάνοια γεννάται από την ταπείνωση.
Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι η Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου. Εκεί ο Κύριος ξεκάθαρα μας δείχνει έναν άνθρωπο γεμάτο αμαρτία, τελείως ανήθικο, ο οποίος ενώπιον του Θεού δικαιώνεται. Ταυτόχρονα, μας δείχνει και έναν ηθικό άνθρωπο, ευσεβή και «θρήσκο», ο οποίος τηρεί όλες τις διατάξεις του νόμου αλλά, αντί να δικαιωθεί από τον Θεό, κατακρίνεται, γιατί δεν βρήκε το κλειδί με το οποίο ανοίγει τη θύρα της πνευματικής ζωής. Αυτό το κλειδί είναι το κλειδί της μετάνοιας και της ταπείνωσης. Αυτά πάνε μαζί. Έτσι, δεν μπορεί κανένας άνθρωπος, ο οποίος δεν έχει ταπείνωση, να έχει μετάνοια, ο υπερήφανος άνθρωπος δεν μπορεί να μετανοήσει. Μόνο ο ταπεινός μετανοεί πραγματικά, γιατί μετάνοια σημαίνει συντριβή της καρδίας του ανθρώπου, και μέσα απ’ αυτή τη συντριβή ο άνθρωπος πρέπει να επικαλεσθεί το όνομα του Θεού, το οποίο είναι το μόνο που μπορεί να τον σώσει. Η μετάνοια είναι οδύνη, πόνος. Έτσι, όμως, μπορείς να αναμορφωθείς. Η μετάνοια είναι το κλειδί, που ανοίγει τη θύρα του ελέους του Θεού. Γιατί η ανθρώπινη φύση είναι τέτοια, που δεν μπορεί να επιτύχει ποτέ την αναμαρτησία. Μόνο ο Χριστός, ως άνθρωπος, ήταν αναμάρτητος και κατά χάριν η Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία έλαβε αυτό το χάρισμα από τον Θεό. Δεν μπορούμε να έχουμε ένα όραμα, ότι κάποτε θα γίνουμε αναμάρτητοι, γιατί είναι αδύνατο. Αφού, λοιπόν, η αμαρτία είναι ένα δεδομένο αναπόφευκτο πρακτικά για εμάς, εκείνο το οποίο θα μπορέσει να μας παραστήσει ενώπιον του Θεού δεν είναι τα έργα μας και η αρετή μας αλλά η πραγματική μετάνοιά μας. Έτσι καταρρίπτουμε τον μύθο, ότι θα γίνουμε μόνο ηθικοί και ενάρετοι, γιατί όσο ηθικοί και αν είμαστε, σίγουρα έχουμε και αμαρτίες. Έτσι, την σχέση μας με τον Θεό δεν μπορούμε να την οικοδομήσουμε πάνω στο ότι θα ξεφύγουμε από την αμαρτία, αλλά στο γεγονός της μετάνοιας. Μαθαίνουμε να μετανοούμε και να στεκόμαστε σωστά μπροστά στον Θεό, μέσα σ’ ένα πνεύμα μετάνοιας.
Η μετάνοια, λοιπόν, γεννάται από την ταπείνωση. Ο ταπεινός άνθρωπος μετανοεί και δεν δικαιολογείται. Από τη στιγμή που δικαιολογείται κάποιος, δεν μπορεί να μετανοήσει. Όταν παρέχει στον εαυτό του ελαφρυντικά, μειώνει ταυτόχρονα τη φλόγα της μετάνοιας. Γι’ αυτό, οι πατέρες δεν δεχόντουσαν καμία δικαιολογία, όχι πως δεν υπάρχει δικαιολογία όταν αμαρτάνει κάποιος, αφού όλοι μας, όταν αμαρτάνουμε, υποκείμεθα σε κάποιο γεγονός. Ωστόσο, αν αντιμετωπίσει κανείς την αμαρτία με πόνο και στέκεται, όπως οι Άγιοι, χωρίς δικαιολογία ενώπιον του Θεού και μαθαίνει το ήθος του Τελώνου, τότε αυτό είναι η βάση της επιτυχίας. Όλα τα αλλά μας οδηγούν προς αυτή την κατάσταση.
Η δεύτερη Κυριακή, του Ασώτου υιού, δείχνει το μεγαλείο της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο, πως ο Θεός δέχεται τον επιστρέφοντα άνθρωπο. Δεν υπάρχει περίπτωση να εκδιωχθεί ο μετανοών (άνθρωπος). Δεν υπάρχει περίπτωση να επιστρέψεις και ο Θεός να σε διώξει.
Η τρίτη Κυριακή, με την διήγηση της Δευτέρας Παρουσίας, μας δείχνει, ότι η πίστη δεν είναι κάτι το αφηρημένο αλλά το συγκεκριμένο μέσα από τα έργα της αγάπης και του πνευματικού αγώνα.
Την τέταρτη Κυριακή, ο Κύριος μας δείχνει τον αληθινό τρόπο της νηστείας και ότι πρέπει να μεταθέσουμε την καρδιά μας εκεί, όπου είναι ο θησαυρός μας.
Ακολουθεί η πρώτη εβδομάδα των νηστειών, με την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ιστορικά, υπάρχει κάποιος λόγος με το θέμα της εικονομαχίας, το οποίο βασάνισε την Εκκλησία για περισσότερο από έναν αιώνα και μετά, αφού δόθηκε ένα τέλος ιστορικά και θεολογικά, η Εκκλησία πανηγυρίζει αυτή την ημέρα. Ωστόσο, όπως και οι πατέρες λένε, δεν είναι ένα γεγονός ιστορικό. Το γεγονός της εικονομαχίας παραμένει πάντοτε μπροστά μας. Γιατί η εικονομαχία κτυπούσε το κέντρο της ίδιας της σωτηρίας του ανθρώπου. Ήταν η εξ υπαρχής αίρεση, που επαναλαμβάνετο κάθε φορά με άλλη μορφή. Η αίρεση έλεγε, ότι ο Θεός δεν έγινε αληθώς άνθρωπος. Έτσι, αφού ο Θεός δεν έγινε αληθώς άνθρωπος, ούτε ο άνθρωπος μπορεί να γίνει αληθώς κατά χάριν Θεός. Όταν αρνούνταν αυτοί οι άνθρωποι να προσκυνούν και να βλέπουν τις εικόνες, και οι πατέρες και η Εκκλησία επέμεναν σ’ αυτές, δεν είναι, γιατί οι μεν ήταν ευσεβείς και φοβούνταν πως ήταν είδωλα και οι άλλοι δεν ασχολούνταν και υποτιμούσαν την κατάσταση. Σίγουρα δεν ήταν έτσι.
Στέκονταν στο γεγονός, ότι αφ’ ης στιγμής ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού, έγινε άνθρωπος και ήταν τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, μπορούμε να περιγράφουμε και να ζωγραφίζουμε τον Χριστό. Γιατί στέκει όλη αυτή η πίστη στην αληθινή σάρκωση του Θεού Λόγου. Σ’ αυτό που ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει, ότι «ο Λόγος Σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού», είδαμε τη σάρκωση του Θεού. Δηλαδή αυτή η αίρεση κτυπούσε κατ’ ουσίαν το ίδιο βάθος της πίστεως. Μέσα στον χώρο της Εκκλησίας, δεν έχουμε να κάνουμε με ιδέες η θεωρίες η φιλοσοφία αλλά με ένα πρόσωπο, που λέγεται Ιησούς Χριστός. Δεν πρόκειται για ιδέες του Ευαγγελίου, όσο ωραίες κι αν θεωρηθούν. Μέσα στην Εκκλησία δεν λατρεύουμε την αγάπη, την ελευθερία ως ιδέες, αλλά έχουμε να αναπτύξουμε μία σχέση με το πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός ο Χριστός, ο οποίος έγινε άνθρωπος και παραμένει μέσα στην Εκκλησία ως το πρόσωπο, το οποίο εμείς είδαμε. Δεν είδαμε τον Πατέρα ποτέ. Αλλά είδαμε τον Θεό Λόγο και βλέποντας τον Θεό Λόγο είδαμε τον Πατέρα. Γιατί ο Χριστός είναι η εικόνα του Πατέρα και ο άνθρωπος είναι η εικόνα του Χριστού. Γι’ αυτό ο Χριστός έγινε άνθρωπος, γιατί είμαστε εικόνες του και είναι αυτός, που έπλασε τα πάντα. Έτσι, μέσα στον χώρο της Εκκλησίας έχουμε αυτό το γεγονός της παρουσίας του Χριστού. Από την στιγμή που έχουμε ένα πρόσωπο, τότε η στάση μας απέναντι στο πρόσωπο αυτό δεν είναι στάση πίστεως. Δεν είναι αρκετό να πείς στον Χριστό ότι τον πιστεύεις. Στις ιδεολογίες και σε συστήματα ιδεών, σε κοσμοθεωρίες και κομματικές ιδεολογίες, μπορείς να πείς ότι πιστεύεις. Όμως, μέσα στην Εκκλησία, δεν μπορεί να γίνει αυτό. Εκείνο που γίνεται είναι ότι, ναί, πατάς πάνω στο σκαλοπάτι της πίστεως, όμως δεν μένεις εκεί αλλά ανεβαίνεις στην αγάπη. Μέσα στην Εκκλησία καλείσαι να αναπτύξεις μία σχέση αγάπης με τον Χριστό, χρειάζεται και η αποδοχή της αλήθειας του Χριστού και του Ευαγγελίου, που είναι το πρώτο σκαλοπάτι. Δεν μπορείς να μείνεις, όμως, μόνο σ’ αυτό. Πρέπει να προχωρήσεις στο τέρμα. Ο Απόστολος λέει, ότι θα καταργηθεί στο τέλος και η ελπίδα και η πίστη και θα μείνει η αγάπη. Ένας νέος που αναζητά και ψάχνει να δεί, που βρίσκεται η αλήθεια, πρέπει να καταλάβει πως, εάν συγκρίνει την Εκκλησία με τις άλλες αλήθειες και τη θεωρήσει ως μία αλήθεια, όσο καλή διάθεση και αν έχει, δεν μπορεί να καταλάβει πως η Εκκλησία δεν μιλά για μίαν αλήθεια αλλά μιλά για τον Χριστό που είναι η αλήθεια του κόσμου. Ο Χριστός είναι η αλήθεια, η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η ειρήνη, είναι το Α και το Ω, είναι το παν μέσα στην Εκκλησία. Επομένως, ο,τι κάνουμε στον χώρο της Εκκλησίας, όλοι οι αγώνες που κάνουμε είναι για να μπορέσουμε να αγαπήσουμε τον Χριστό με όλη μας την καρδία. Για να μπορέσουμε να αναπτύξουμε τη δική μας σχέση αγάπης με τον Χριστό. Πως γίνεται όμως αυτό; Το πρώτο πράγμα είναι να ερευνήσουμε, να μάθουμε ποιο είναι αυτό το πρόσωπο. Γι’ αυτό, στην αρχή της πνευματικής ζωής πολύ βοηθά η μελέτη. Τόσο πολύ, που οι πατέρες λένε, πως για τους αρχάριους ανθρώπους η μελέτη βοηθά περισσότερο κι από την προσευχή η τουλάχιστον το ίδιο. Είναι πολύ σημαντικό να διαβάζουμε πνευματικά βιβλία, βίους των αγίων, να δούμε, πως αυτοί οι άνθρωποι που ερωτεύθηκαν τον Θεό και αγωνίστηκαν στην ζωή τους, όπου κι αν βρίσκονταν, τη ζωή τους την βάπτισαν μέσα σ’ αυτή την πορεία της σχέσης τους με τον Θεό. Τότε αρχίζει και η διαδικασία της πνευματικής ζωής. Αρχίζει η τήρηση των εντολών του Θεού. Και παραμένουμε στην αγάπη του Θεού, μέσα από αυτή την τήρηση των εντολών Του. Αυτές οι εντολές δεν είναι εντολές ιδιοτροπίας αλλά είναι φάρμακα. Είναι η θεραπευτική αγωγή της Εκκλησίας μας, την οποία μόλις τηρήσει ο άνθρωπος, έχει αποτελέσματα. Όσο ο άνθρωπος τηρεί τις εντολές του Θεού, παράγεται ζήλος, ο οποίος είναι δύναμη, που δίνει στον άνθρωπο την έλξη να μπορέσει να αγωνιστεί περισσότερο. Μόλις αρχίσει η μείωση της τήρησης των εντολών του Θεού, αρχίζει και η ενέργεια να πέφτει μέχρι που να σβήσει, να σταματήσει δηλαδή ο πνευματικός αγώνας.
Ο Θεός στην αρχή δίνει δωρεάν τη χάρη Του. Μόλις μπεί κάποιος στην Εκκλησία, όλα είναι εύκολα. Μελέτη βίων αγίων, συμμετοχή σε διάφορες ακολουθίες, τήρηση νηστειών, όλα γίνονται τόσο εύκολα. Ακολούθως, πρέπει να αγωνισθεί ο άνθρωπος, για να λάβει τη Χάρη αυτή.
Ο Θεός λοιπόν, ο οποίος έγινε αληθινός άνθρωπος και είναι ο σεσαρκωμένος Θεός Λόγος, αποτελεί το πρότυπο καθενός από εμάς αλλά και το κέντρο της αγάπης μας. Εμείς καλούμαστε να έχουμε μία προσωπική σχέση μαζί Του και σ’ αυτή την πορεία ξαναφτιάχνουμε τον συντετριμμένο εαυτό μας, που αυτό έχει οπωσδήποτε ένα αποτέλεσμα: να φτιαχτεί ξανά η εικόνα του Θεού που έσπασε ο διάβολος μέσα από την πτώση. Μέσα στην Εκκλησία μ’ όλη αυτή την θεραπευτική αγωγή, πρέπει να δούμε το γεγονός της θεραπείας μας, που είναι συγκεκριμένο και έχει συγκεκριμένους καρπούς.
(απόσπασμα απομαγνητοφωνημένης ομιλίας)