ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΤΟΥΡΚΙΑ – «Η χώρα μας είναι σε ασφαλή χέρια. Μπορείς να αναπαύεσαι εν ειρήνη». Με αυτά τα λόγια ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατέθεσε στεφάνι στο μαυσωλείο του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, του θεμελιωτή της σύγχρονης Τουρκίας για τον εορτασμό των 100 ετών από τη δημιουργία της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Για τον Ερντογάν, αυτή η ημερομηνία ήταν ένα milestone κατά το οποίο θα παρουσίαζε την Τουρκία που ονειρεύεται και δημιουργεί ο ίδιος και την παρακαταθήκη που αφήνει για τον επόμενο αιώνα της.
«Κάτι πολύ μεγάλο»: αυτό ετοίμαζε η κυβέρνηση Ερντογάν για τον εορτασμό του ενός αιώνα της Τουρκικής Δημοκρατίας και ο μέσος Τούρκος το περίμενε πώς και πώς. Οι κεντρικοί δρόμοι και οι πλατείες της Κωνσταντινούπολης, όπως η Ιστικλάλ, είναι στολισμένοι με τεράστιες σημαίες, πολλοί κυκλοφορούν ντυμένοι σε κόκκινο – άσπρο, τα αυτοκίνητα έχουν στολιστεί με σημαίες, ο κόσμος τραγουδά και διασκεδάζει για την επέτειο. Ωστόσο, οι εορτασμοί, τουλάχιστον από κυβερνητικής πλευράς, είναι πολύ πιο υποτονικοί απ’ ό,τι αναμενόταν.
Ο λόγος είναι ότι η κυβέρνηση Ερντογάν έχει επικεντρωθεί στον πόλεμο στο Ισραήλ. Ο Τούρκος πρόεδρος έχει πάρει ξεκάθαρα θέση υπέρ της Χαμάς -την οποία απέφυγε να καταδικάσει και να χαρακτηρίσει τρομοκρατική οργάνωση, προκαλώντας τη δυσφορία των ΗΠΑ- και έχει καταφερθεί εναντίον του Ισραήλ, αποκαλώντας τους Ισραηλινούς «εγκληματίες πολέμου» υποσχόμενος μάλιστα ότι «θα πληρώσουν».
Νέο δόγμα
«Παίζει με τη φωτιά», αναφέρουν πολλοί σχολιάζοντας τις διπλωματικές ακροβασίες της Τουρκίας μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας, του Ιράν, της Χαμάς και άλλων, που βάζουν τις βάσεις για περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων με την Ουάσινγκτον, η οποία προς το παρόν αποδεικνύεται… τέρας υπομονής. Για όσους όμως έχουν μελετήσει καλύτερα την πολιτική Ερντογάν, η στάση που κρατά σήμερα η τουρκική διπλωματική -και όχι μόνο- μηχανή δεν αποτελεί έκπληξη.
Ο Τούρκος πρόεδρος είναι πασιφανές ότι είχε στο μυαλό του ένα σχέδιο: να παραδώσει στους Τούρκους μια χώρα πολύ μεγαλύτερη και πολύ ισχυρότερη από αυτή που τους άφησε ο Ατατούρκ. Κατά κάποιους, φιλοδοξεί να γίνει ο ίδιος «πατέρας των Τούρκων», αντικαθιστώντας τον Κεμάλ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι μια μερίδα των Τούρκων θεωρεί πως η κυβέρνηση Ερντογάν βρήκε αφορμή για να περιορίσει τους εορτασμούς των 100 ετών της Τουρκικής Δημοκρατίας, ακριβώς για να υποβαθμίσει τη σύνδεση με το κοσμικό κράτος που δημιούργησε ο Κεμάλ, καθώς αυτή έχει νεοοθωμανικές βλέψεις.
Ο Τούρκος πρόεδρος επιχειρεί τα τελευταία χρόνια να καταστήσει την Τουρκία μια ανεξάρτητη περιφερειακή υπερδύναμη, κάτι που τώρα αναβαθμίζει, δείχνοντας προς κάθε κατεύθυνση ότι το σχέδιό του είναι να δημιουργήσει μια χώρα που θα συνιστά μεγαλύτερη δύναμη κι από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, υπερδύναμη, ηγέτιδα του μουσουλμανικού κόσμου, μητέρα των πιο αδύναμων μουσουλμανικών κρατών και πληθυσμών.
Η λυσσαλέα επίθεση της Τουρκίας του Ερντογάν προς το Ισραήλ και η στάση της υπέρ της Χαμάς δεν είναι τυχαίες. Με τη σημερινή τουρκική κυβέρνηση να αναπολεί τις… δόξες της Υψηλής Πύλης, δεν κρύβει το γεγονός ότι συμπεριλαμβάνει στον αναθεωρητισμό της περιοχές που κάποτε ανήκαν ή βρίσκονταν στην επιρροή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως η Λωρίδα της Γάζας.
Πολλαπλά μέτωπα
Η αλήθεια είναι πως, σε ό,τι αφορά τον Κεμάλ, η φράση του «ειρήνη στην πατρίδα, ειρήνη στον κόσμο», που άφησε ως παρακαταθήκη στη σύγχρονη δυτική Τουρκία που θεμελίωσε, δεν ακολουθείται ακριβώς πιστά. Η σημερινή Τουρκία μετέχει ενεργά σε πολεμικές συρράξεις σχεδόν σε όλα τα γειτονικά της κράτη, από τη Συρία (επιχειρώντας να εξολοθρεύσει το κουρδικό στοιχείο) στο Ιράκ και τη Λιβύη, μέχρι σε proxy wars στο Σουδάν, στο Κασμίρ και το Αφρίν, ενώ δείχνει τα δόντια της στην Ελλάδα, στις ΗΠΑ και τη Γαλλία εκτοξεύοντας απειλές. Αλλωστε, πήρε θέση και στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, διατηρώντας ανοιχτούς τους δεσμούς της με τη Μόσχα.
Τώρα επιχειρεί να ηγηθεί του διπλωματικού (προσώρας) πολέμου εναντίον του Ισραήλ, λέγοντας ανοιχτά ότι η απάντηση των Ισραηλινών με την επίθεση στη Γάζα μετά το αιματοκύλισμα της 7ης Οκτωβρίου δεν ήταν «αυτοάμυνα, αλλά η αγριότητα της προμελετημένης διάπραξης εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας», το οποίο, όπως λέει, το διαπράττει το Ισραήλ με την υποστήριξη των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Χαμάς, συνέχισε, είναι «μια οργάνωση απελευθέρωσης, των μουτζαχεντίν, που πολεμούν για να προστατεύσουν τη γη και τους πολίτες τους», ενώ κατηγόρησε τη Δύση για «έλλειψη αξιοπιστίας» και «αποτυχία στην ανθρωπιά».
Σε ό,τι αφορά το Ισραήλ, παρά τη μετριοπαθή στάση της Ιερουσαλήμ, ο Ερντογάν δεν έκρυψε ποτέ τα συναισθήματά του. Από την έκρηξή του ενώπιον του Σιμόν Πέρες με κατηγορίες περί δολοφονιών στην κρίση του «Mavi Marmara», οι σχέσεις των δύο χωρών ήταν πάντοτε, αν όχι τεταμένες, σίγουρα στην κόψη του ξυραφιού. Και αυτό έδινε στον Τούρκο πρόεδρο το ελεύθερο να μιλήσει για το Ισραήλ χρησιμοποιώντας λέξεις όπως «παιδοκτόνοι», «απαρτχάιντ», «ναζί» και να χαρακτηρίσει «δεύτερο Ισραήλ» το ιρακινό Κουρδιστάν, καταγγέλλοντας ότι το Ισραήλ σχεδίαζε ένα κράτος-μαριονέτα στη Μέση Ανατολή.
Ισχυρότερο μήνυμα είναι τα προεόρτια της υποδοχής Ερντογάν στη -μη επιβεβαιωμένη ακόμα επισήμως- επίσκεψή του στη Γερμανία. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας έχει επιφυλάξει τις πρώτες… ομοβροντίες με αφορμή τις δηλώσεις του με τις οποίες χαρακτηρίζει τη Χαμάς «ομάδα απελευθερωτών» και κατηγορεί το Ισραήλ για «εγκλήματα πολέμου στη Γάζα». Σύσσωμη η γερμανική πολιτική σκηνή ζητά από τον Ολαφ Σολτς να μη χαριστεί στον Ερντογάν και να «του μιλήσει ξεκάθαρα».
Σε μια εποχή που η Γερμανία παρακολουθεί με φόβο την άνοδο της Ακροδεξιάς, ο πρόεδρος του Κεντρικού Εβραϊκού Συμβουλίου της χώρας Γιόζεφ Σούστερ είναι ίσως ο μόνος που δεν εκφράζει επιφυλάξεις για την επίσκεψη Ερντογάν, αν και απαιτεί από τον καγκελάριο να καταστήσει σαφές ότι το Βερολίνο «απορρίπτει σαφώς τη χρήση από τον Ερντογάν του όρου “κράτος τρόμου” αναφερόμενος στο Ισραήλ» και ότι δεν είναι σε καμία περίπτωση «συμβατός με τη στάση της Γερμανίας».
Από εκεί και πέρα, τις επιφυλάξεις του για την επίσκεψη του Τούρκου προέδρου εξέφρασε και ο γενικός γραμματέας του συγκυβερνώντος Κόμματος των Φιλελευθέρων (FDP) Μπιζάν Τζιρ-Σαράι, με το σκεπτικό ότι «η συνεχής ρητορική μίσους του Ερντογάν κατά του Ισραήλ και η αλληλεγγύη του με την τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς είναι απαράδεκτες», ενώ ο Χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ ανέφερε ότι «είναι επικίνδυνο όταν ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ κάνει δηλώσεις όπως η Τουρκία υπό τον Ερντογάν. Αυτό δεν μπορεί να μείνει αναπάντητο». Χαρακτηριστική είναι δε η φράση της πρόεδρου της Επιτροπής Αμυνας Μαρί-Αγκνες Στρακ-Τσίμερμαν: «Οι δηλώσεις του Ερντογάν είναι τρομερές, μεταξύ άλλων επειδή κηρύσσει θρησκευτικό πόλεμο, δεν βρισκόμαστε στον Μεσαίωνα εδώ».
Ταυτόχρονα, ο Τούρκος πρόεδρος, πέραν της Χαμάς, γίνεται επίσημα συνομιλητής και του Ιράν, όπως αποδεικνύει και η επίσκεψη του Ιρανού υπουργού Εξωτερικών Χοσεΐν Αμιραμπντολαχιάν στην Αγκυρα την προηγούμενη Τετάρτη. Στη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν ο Ιρανός υπουργός απείλησε ότι «αν συνεχιστούν οι επιθέσεις στη Γάζα, οι συνέπειες θα είναι σκληρές» και «το Ισραήλ, οι ΗΠΑ και οι υποστηρικτές των εγκλημάτων πολέμου θα είναι υπεύθυνοι αν η κατάσταση ξεφύγει από τον έλεγχο, εφόσον δεν αποτραπεί ο πόλεμος. Το σιωνιστικό καθεστώς συνεχίζει να σφαγιάζει χωρίς διακρίσεις, χρησιμοποιώντας όλα τα απαγορευμένα όπλα κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου».
Το πλέον τραγελαφικό της υπόθεσης είναι ότι ο Ερντογάν χρησιμοποιεί τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή για να παρομοιάσει το Ψευδοκράτος στην Κύπρο ως μια αδικημένη, απομονωμένη κοινότητα καλώντας τον μουσουλμανικό κόσμο να «υψώσουμε μαζί το ανάστημά μας εναντίον της άδικης και απάνθρωπης απομόνωσης του τουρκοκυπριακού λαού».
Εξοπλισμοί
Η μακρά οικονομική κρίση που περνά η Τουρκία τα τελευταία χρόνια δεν εμποδίζει τον Ερντογάν να ξεδιπλώσει το σχέδιό του για μια ισχυρή στρατιωτικά Τουρκία των επόμενων δεκαετιών. Η χώρα απέκτησε το πρώτο της αεροπλανοφόρο, το ειδικά κατασκευασμένο να μεταφέρει drones «TCG Anadolu», το οποίο και άνοιξε τη μεγάλη αεροναυτική παρέλαση την ημέρα της εθνικής επετείου, διερχόμενο τον Βόσπορο με κατεύθυνση τη Μαύρη Θάλασσα και ακολουθούμενο από 100 άλλα πλοία.
Μάλιστα ισχυρίζεται ότι βρίσκεται κοντά στην απόκτηση -πάλι από την Ισπανία- ενός ακόμη αεροπλανοφόρου, το οποίο θα είναι το δεύτερο και θα αποτελεί μια πιο αναβαθμισμένη έκδοση του «Anadolu».
Η Τουρκία βρήκε διέξοδο στην κατασκευή στρατιωτικών drones μετά την εκδίωξή της από το πρόγραμμα του μαχητικού F-35 και το μπλόκο στον εκσυγχρονισμό των F-16 που επέβαλλαν οι Αμερικανοί ως απάντηση στην απόφαση της Αγκυρας να προμηθευτεί ρωσικά πυραυλικά συστήματα S-400.
Παρά τη συνεχιζόμενη πίεση προς την Ουάσινγκτον για επανεισδοχή της στην εξαγορά σύγχρονων αμερικανικών πολεμικών συστημάτων, έχει δημιουργηθεί πλέον μια πολεμική βιομηχανία στη χώρα, η οποία επεκτείνεται σε πολύ φιλόδοξα projects που υπόσχονται να της δώσουν στρατιωτική αυτάρκεια. Σήμερα κατασκευάζει, εκτός από drones, θωρακισμένα οχήματα, άρματα μάχης, πυραυλικά συστήματα και σχεδιάζεται να παράγει δικό της πολεμικό αεροσκάφος, ακόμη και διαστημικά συστήματα.
Με εταιρείες που σχετίζονται έμμεσα και άμεσα με το Τουρκικό Δημόσιο και το περιβάλλον του Ερντογάν, όπως η Baykar, η Aselsan, η ΤΑΙ κ.ά., η χώρα έχει καταφέρει να πετύχει εξαγωγές ύψους 4,2 δισ. δολαρίων το 2022 – ποσό που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ, καλύπτοντας το 80% των αναγκών του τουρκικού στρατού, παρά το εμπάργκο από τη Δύση στην πώληση όπλων και τεχνολογίας στην Τουρκία. Το σχέδιο του Τούρκου προέδρου είναι να καταστήσει την τουρκική αμυντική βιομηχανία 100% ανεξάρτητη έως το 2053 και να αυξήσει την εξαγωγική της ικανότητα στα 50 δισ. δολάρια.