Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 – 9 – 1 Έλεγε δε και προς τους μαθητάς αυτού· Άνθρωπός τις ην πλούσιος, ός είχεν οικονόμον, και ούτος διεβλήθη αυτώ ως διασκορπίζων τα υπάρχοντα αυτού.
2 και φωνήσας αυτόν είπεν αυτώ· τί τούτο ακούω περί σού; απόδος τον λόγον της οικονομίας σου· ου γάρ δύνη έτι οικονομείν. 3 είπε δε εν εαυτώ ο οικονόμος· τί ποιήσω, ότι ο κύριός μου αφαιρείται την οικονομίαν απ’ εμού; σκάπτειν ουκ ισχύω, επαιτείν αισχύνομαι· 4 έγνων τί ποιήσω, ίνα, όταν μετασταθώ εκ της οικονομίας, δέξωνταί με εις τους οίκους εαυτών.
5 και προσκαλεσάμενος ένα έκαστον των χρεοφειλετών του κυρίου έλεγε τώ πρώτω· πόσον οφείλεις σύ τώ κυρίω μου; 6 ο δε είπεν· εκατόν βάτους ελαίου. και είπεν αυτώ· δέξαι σου το γράμμα και καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα. 7 έπειτα ετέρω είπε· σύ δε πόσον οφείλεις; ο δε είπεν εκατόν κόρους σίτου. και λέγει αυτώ· δέξαι σου το γράμμα και γράψον ογδοήκοντα.
8 και επήνεσεν ο κύριος τον οικονόμον της αδικίας, ότι φρονίμως εποίησεν· ότι οι υιοί του αιώνος τούτου φρονιμώτεροι υπέρ τους υιούς του φωτός εις την γενεάν την εαυτών εισι. 9 καγώ υμίν λέγω· ποιήσατε εαυτοίς φίλους εκ του μαμωνά της αδικίας, ίνα, όταν εκλίπητε, δέξωνται υμάς εις τας αιωνίους σκηνάς.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 – 9
1 Οι Φαρισαίοι όμως κατείχοντο και από άλλην κακίαν. Ήσαν φιλάργυροι και κατεκράτουν τον πλούτον εγωϊστικώς διά μόνον τον εαυτόν τους. Είπε λοιπόν ο Κύριος προς τους μαθητάς του και την ακόλουθον παραβολήν, διά να τους διδάξη, πως πρέπει ο καθένας να χρησιμοποιή τον πλούτον· Ήτο κάποιος άνθρωπος πλούσιος, ο οποίος είχεν επιστάτην και διαχειριστήν της περιουσίας του. Και τον επιστάτην αυτόν κατηγόρησαν εις τον κύριόν του, ότι διασκορπίζει και σπαταλά την περιουσίαν του. 2 Και αφού τον εφώναξεν ο κύριος, του είπε· Τί είναι αυτό, που ακούω διά σέ; Δώσε μου λογαριασμόν της διαχειρίσεώς σου, διότι δεν θα ημπορέσης πλέον εις το μέλλον να είσαι διαχειριστής και επιστάτης. 3 Είπε δε καθ’ εαυτόν ο οικονόμος· Τί να κάμω, διότι ο κύριός μου παίρνει την διαχείρισιν από εμέ; Να σκάπτω εις τα χωράφια δεν ημπορώ να ζητιανεύω εντρέπομαι.
4 Εύρον και απεφάσισα τί να κάμω, διά να με δεχθούν άνθρωποι εις τα σπίτια των και με φιλοξενήσουν, όταν θα αποπεμφθώ από την διαχείρισιν. 5 Και αφού προσεκάλεσε τους χρεωφειλέτας του κυρίου του τον καθένα χωριστά, είπεν εις τον πρώτον· Πόσον οφείλεις σύ εις τον κύριόν μου; 6 Αυτός δε είπεν· εκατόν μισοβάρελα λάδι, δηλαδή 2.700 οκάδες περίπου. Και ο διαχειριστής του είπε· Πάρε το γραμμάτιόν σου και αφού καθίσης γράψε γρήγορα πενήντα μισοβάρελα. 7 Έπειτα είπεν εις άλλον χρεοφειλέτην· Σύ δε πόσα χρεωστείς; Αυτός δε του είπεν· εκατόν σάκκους σιτάρι των τριανταέξ οκάδων, δηλαδή 3.600 οκάδες. Και τότε του είπεν ο διαχειριστής· Πάρε το γραμμάτιόν σου και αντί εκατόν γράψε ογδοήκοντα. Έτσι ο διαχειριστής ηδίκησε μέν τον κύριόν του, ως προς τον εαυτόν του όμως εφέρθη φρόνιμα και συνετά.
8 Και ο κύριος επήνεσε τον διαχειριστήν, όχι βέβαια διά την αδικίαν που του έκαμε, και διά την οποίαν τον αποκαλεί οικονόμον της αδικίας, αλλά διότι ενήργησε φρόνιμα και προβλεπτικά διά τον εαυτόν του. Άς μη φανή δε εις κανένα παράδοξον, ότι ο οικονόμος αυτός ενήργησε τόσον φρόνιμα, διότι οι άνθρωποι, που είναι προσκολλημένοι εις τον μάταιον αυτόν κόσμον, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα επίγεια συμφέροντά των, αποδεικνύονται προνοητικώτεροι κατά την συμπεριφοράν των και τας σχέσεις των προς τους ανθρώπους της τάξεως και εποχής των περισσότερον παρ’ όσον είναι φρόνιμοι και προνοητικοί διά την επιδίωξιν και εξασφάλισιν των πνευματικών αγαθών οι άνθρωποι εκείνοι, που εφωτίσθησαν από την αλήθειαν και έγιναν υιοί φωτός.
9 Και εγώ σας λέγω, όπως εγκαίρως εφρόντισεν ο άδικος αυτός διαχειριστής να εξασφαλίση την φιλίαν των οφειλετών του κυρίου του, έτσι και σείς φροντίσατε να κάμετε διά το καλόν σας φίλους από τον πλούτον, που είναι άδικος, διότι αι μεγάλαι περιουσίαι με αδικίαν επισωρεύονται και αδικίαν μεγάλην διαπράττει αυτός, που μόνον διά τον εαυτόν του κατακρατεί τα πλούτη. Κάμετε λοιπόν και σείς φίλους από τον άδικον μαμωνάν αγαθοεργούντες και ευεργετούντες τους ομοίους σας, ώστε, όταν αποθάνετε, να σας υποδεχθούν οι φίλοι αυτοί εις τας αιωνίους σκηνάς του Παραδείσου.



















