Μητροπολίτου Λεμεσού αθανασίου
Λέει αυτή η ερώτηση: “Είναι αμάρτημα κάποιος να έχει αυτοπεποίθηση και να πιστεύει στον εαυτό του, δηλαδή να πιστεύει ότι μπορεί να χειρίζεται όλες τις καταστάσεις που αφορούν την ζωή του από μόνος του;
Ποια είναι η διαφορά της αυτοπεποίθησης που νοιώθει ο καλός χριστιανός με την εγωιστική αυτοπεποίθηση; Κάποιος ο οποίος αφήνει την ζωή του στον Χριστό δε μοιρολατρεί; Από την άλλη κάποιος ο οποίος νοιώθει σίγουρος για τον εαυτό του και έχει αυτοπεποίθηση δεν είναι εγωιστής;”
Είναι γεγονός ότι δεν είναι εύκολο να δώσεις ακριβείς ορισμούς αυτών των πραγμάτων γιατί είναι τόσο λεπτά θέματα που τα βιώνει κανείς μέσα του, και νομίζω ότι αυτά τα πράγματα καμιά φορά είναι και υποκειμενικά παρά αντικειμενικά. Εκείνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι όταν λέμε να ’χει κανείς αυτοπεποίθηση δε σημαίνει ότι ο άνθρωπος ο οποίος πάει να κάνει κάτι στην ζωή του, και θέλει να κάνει κάτι, να βάλει ας πούμε όλες τις δυνάμεις του, έχει ας πούμε εγωιστική αυτοπεποίθηση. Αλλά λέει ότι θα προσπαθήσει να κάνει κάτι θα καταβάλλει ότι μπορεί εκείνος και ο Θεός θα βοηθήσει.
Μου έρχεται στο μυαλό αυτό, στην ακολουθία του σχήματος των μοναχών εκεί ας πούμε είναι ακόμα ποιο έντονο το στοιχείο της αποβολής του εγωιστικού φρονήματος, που υπάρχει μια σειρά ερωτήσεων στον υποψήφιο μοναχό που λέει ο ιερέας, «θα παραμείνεις στην άσκηση και στο μοναστήριο μέχρι της εσχάτης σου πνοής;» και λέει «ναι, του Θεού συνεργούντος». «Θα φυλάξεις τον εαυτό σου με σωφροσύνη και ευλάβεια κτλ; Μάλιστα». Ήρθες εδώ, θα σώσεις την υπακοή μέχρι θανάτου, ναι του Θεού συνεργούντος.
Δηλαδή ερωτάται ο άνθρωπος πολύ δυνατές ερωτήσεις, οι οποίες είναι καμιά φορά ανθρωπίνως πάνω από τις δυνάμεις του ίσως, και ο ερωτώμενος ο οποίος υποτίθεται ότι ευρίσκεται στο στάδιο της αποταγής των πάντων και του εαυτού του του ίδιου και καταβάλλει την θετική απάντηση και λέει: ναι, θα το κάμω αυτό το πράγμα, αλλά του Θεού συνεργούντος. Που σημαίνει ότι η ελευθερία του ανθρώπου δεν καταργείται επ’ ουδενί λόγω, και μαζί με την ελευθερία δεν καταργούμε το πρόσωπό μας, την προσωπικότητά μας.
Όταν λέμε την ύπαρξή μας, το πρόσωπό μας, εννοούμε βέβαια ότι έχουμε, την προαίρεσή μας, τις δυνάμεις μας, την θέλησή μας, ότι επιθυμώ να το κάμω και ο Θεός να με βοηθήσει να το φέρω εις πέρας. Κι αν δεν το φέρω εις πέρας τότε εντάξει ταπεινώνομαι και ζητώ συγνώμη από τον Θεό και με την ταπείνωση και με την μετάνοια καλύπτω το κενό το οποίο φέρνει η αδυναμία της πρακτικής εφαρμογής όσων είπα.
Και ιδιαίτερα αυτό παιδιά στην νεανική ηλικία είναι πολύ σημαντικό διότι εντάξει άμα είναι κανείς μεγάλος άνθρωπος, σε μεγάλη ηλικία… Ε! Τώρα τι αυτοπεποίθηση να ‘χει κανείς καλή ψυχή να πούμε. Άμα περάσει ο άνθρωπος τα 60, και τα 70, από τα 50 αρχίζει κανείς να ετοιμάζεται, μαζεύει τα πράγματά του όπως κάποιος που θέλει να μπει σε ένα σπίτι, έκατσε ένα μήνα, τελείωσαν οι διακοπές, μείναν δύο τρεις μέρες, να τα μαζέψω πλέον, να συνάξω τα πράγματα μου, τα ρούχα μου, να τα διπλώσω, να τα πλύνω, να τα ταχτοποιήσω να τα βάνω στην τσάντα, να φύγουμε σε δύο τρεις μέρες θα φύγουμε δε θα μείνουμε εδώ.
Άλλως πως συμπεριφέρεσαι όταν πας την πρώτη μέρα των διακοπών σου σε ένα εξοχικό που ξέρεις θα περάσουμε εδώ ένα μήνα – δύο μήνες, άλλως πως τις τελευταίες μέρες. Τις τελευταίες ημέρες τελείωσε πλέον τα μαζεύεις τα πράγματα.
Όταν είναι κανείς στο ξεκίνημα χρειάζεται ο άνθρωπος να έχει αυτόν τον ενθουσιασμό και το όραμα, ναι πως θα πάει να σπουδάσει κανείς, πως θα πάει να δημιουργήσει κάτι στην ζωή του, πως θα πάει να παντρευτεί, να κάνει οικογένεια, να προχωρήσει, να κάμει τα δάνειά του, να κάμει τα σπίτια του, όλα αυτά τα πράγματα εάν αφαιρέσει από τον εαυτόν του αυτό το όραμα του μέλλοντος, αν αφαιρέσει από τον εαυτό του ότι εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτε, δεν είναι καλό είναι αρρωστημένο. Είναι αρρωστημένη ηττοπάθεια, ο Θεός δεν μας θέλει έτσι, ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο για να είναι υπερήφανος άνθρωπος με την καλή έννοια της υπερηφάνειας.
Δηλαδή να είναι βασιλεύς πάσης της κτίσεως και να κυριεύει όλου του κόσμου. Δηλαδή ο Θεός μας έκανε να είμαστε βασιλείς, δε μας έκανε να είμαστε ηττοπαθείς και δουλοπρεπείς, Αλλά αφού βασιλεύσουμε πρώτα εις τα πάθη και στην αμαρτία που μας δουλώνουν εμάς τότε μετά η ελευθερία η πνευματική γίνεται ας πούμε και βασιλεία ελεύθερη και πνευματική και στην φύση άρα και στις αποφάσεις μας.
Και όλα ότι κάνουμε τα κάνουμε γιατί έτσι θέλουμε, δηλαδή ακολουθώ τον Χριστό στην ζωή μου γιατί θέλω και τον ακολουθώ. Βεβαίως θέλω, δε μπορώ να πω, α, ε…, να κόψω το θέλημά μου, θέλεις να ‘σαι χριστιανός; Δε ξέρω όπως θέλετε. Θέλω να είμαι χριστιανός εντάξει, μπορεί να μην τα καταφέρω, θέλω του Θεού συνεργούντος. Με την βοήθεια του θεού και επικαλούμενος την βοήθεια του Θεού, μάλιστα, καταβάλλω εγώ την πρόθεσή μου και ο Θεός δίνει δύναμη, σαν εκείνον τον ωραίο λόγο του γεροντικού που λέγανε οι πατέρες συνεχώς, δώσε στον Θεό πρόθεση και λαμβάνεις παρ’ αυτού δύναμιν.
Ο Θεός εκείνο που θέλει από εμάς είναι την θέλησή μας, δύναμη εμείς δεν έχουμε μπορεί να μην έχουμε ή έχουμε λίγη, αλλά την θέληση την έχουμε, ναι θέλω να κάνω αυτό το πράγμα, θέλω να είμαι χριστιανός. Θέλω να ακολουθήσω το ευαγγέλιο, θέλω να σταθώ στον λόγο μου και στην υπόσχεση μέρα του Θεού. Θα μπορέσω; Δεν ξέρω, αλλά όμως θέλω, αφού θέλω δίνω στον Θεό την θέληση μου και ο Θεός δίνει την δύναμή του και η δική μου ελευθερία και η δύναμις του Θεού, συνεργούν στο να προχωρήσει ο άνθρωπος.
Κι έτσι δεν αισθανόμαστε διλλήματα μετά, μα έχω αυτοπεποίθηση ή έχω εγωισμό; Το αν έχω εγωισμό ή όχι δε θα φανεί από εδώ. Το αν έχω εγωισμό ή όχι φαίνεται και από άλλα πράγματα, έτσι; Γιατί μερικές φορές βλέπετε ο άνθρωπος χρειάζεται όπως είπαμε να αντισταθεί, δηλαδή πώς να πούμε, να παραμείνει στο δικό του. Λένε πολλοί, μα έχεις γινάτι, έχεις θέλημα, ε! Μα τι σημαίνει δηλαδή πρέπει να είμαι κάλαμος υπ’ ανέμους ανεμώμενος; Δηλαδή μου είπες τώρα εσύ πάμε κάτω, ε! πάμε κάτω. Ε! πάμε έναν γύρω πιο κάτω, πάμε πιο κάτω.
Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Πρέπει να έχεις την προσωπικότητα να πεις όχι. Εγώ δεν πηγαίνω ας πούμε σε αυτόν τον χώρο. Εγώ δεν είμαι αυτής της νοοτροπίας, δε θέλω να πάω κάτω, εσύ μπορείς να πας, να του δώσεις του άλλου την ελευθερία. Μπορείς να κάνεις ότι θέλεις, σέβομαι την ελευθερία σου, δεν επεμβαίνω στην ελευθερία σου, αλλά δεν δεσμεύω την ελευθερία μου επ’ ουδενί λόγω να κάνω πράγματα τα οποία δεν τα θέλω. Τελείωσε.
Εκεί ο άνθρωπος και το ξέρουμε στην ζωή μας όλοι μας χρειάζεται καμιά φορά να είσαι τόσο σταθερός, τόσο αμετακίνητος που μπορεί να πέσει επάνω σου όλο το περιβάλλον σου και με απειλές ακόμα. Ότι κοίταξε αν δε το κάμεις αυτό το πράγμα θα τιναχτούν όλα στον αέρα. Αν δε θελήσεις ας πούμε, να συγκαταβείς σε αυτά που σου λέμε, να μας ακούσεις, θα γίνουν όλα εδώ μέσα…, και λες εγώ δεν φεύγω από την θέση μου και κάνε ότι θέλεις.
Χρειάζεται ο άνθρωπος να έχει αυτήν την προσωπικότητα, δεν μπορεί να διαλύσει το πρόσωπό του, δε μπορεί γιατί τάχα είναι ταπείνωσις. Δεν είναι ταπείνωσις αυτό το πράγμα, ταπείνωσις δίνει στον άνθρωπο την ολοκλήρωση του εαυτού του, δεν του αφαιρεί το κεφάλι του, δεν είναι ακέφαλος ο άνθρωπος, η ταπείνωση μας ολοκληρώνει, η ταπείνωσις μας δίνει διάκριση να καταλάβουμε που πρέπει να σταθούμε και που δεν πρέπει να σταθούμε. Που πρέπει να πούμε όχι και να είμαστε αμετακίνητοι, και που πρέπει να παραδοθούμε εξ ολοκλήρου στον άλλον άνθρωπο χωρίς όρους.
Άρα λοιπόν δεν πρέπει να νομίζουμε ότι το να έχουμε ας πούμε ένα θέλημα στην ζωή μας να κάνουμε κάτι, το να έχουμε ένα όραμα ιδίως στην νεανική μας ηλικία. Το να έχουμε ακόμα ας πούμε, εντός εισαγωγικών, μια φιλοδοξία, θέλω να γίνω γιατρός ας πούμε, θέλω να γίνω καρδιοχειρουργός, έτσι; Ε! βέβαια θέλω να γίνω. Να σου πει κι ο άλλος μα δε γίνεται να κάνεις το θέλημά σου, ε, μα τι, τι θα γίνει; Να μη θέλω τίποτα; Δε γίνεται να μη θέλω τίποτα, μόνο ένας νεκρός δε θέλει τίποτα, και οι μεγάλοι οι άγιοι είχαν ένα ισχυρό θέλημα, ποιο; Το θέλημα του Θεού.
Μπροστά ενώ οι άγιοι ας πούμε σε όλα έκαμαν υποχώρηση όταν ήταν για το θέλημα του Θεού γινόντουσαν αμετακίνητοι. Δεν ταραζόντουσαν με τίποτα, όλος ο κόσμος να έπεφτε επάνω τους δεν τους μετακινούσε κανένας απολύτως. Εκεί είχαν ισχυρό θέλημα, ήταν γίγαντες ήταν βράχοι, κανείς δεν μπορούσε να τους μετακινήσει. Στα άλλα όλα, πάρτε τα όλα.
Βλέπετε τι έλεγε ο άγιος Κοσμάς; Άμα δείτε τούρκους άμα θέλουν γρόσια, ας σας τα πάρουνε τα γρόσια, άμα θέλουνε χωράφια, ας τα πάρουν τα χωράφια, ας τα πάρουνε όλα μην αντισταθείτε. Μόνο την ψυχή σας να μην την δώσετε ποτέ στον τούρκο. Εκεί να σταθείτε αμετακίνητοι. Εκεί χρειάζεται να διδάξεις το όχι την προσωπικότητα να σταθείς αμετακίνητος και να πεις όχι σε αυτό το πράγμα.
Διότι δυστυχώς δεν ξέρω βέβαια να μην το πούμε σε γενικότητες αλλά παρατηρείται αυτό το φαινόμενο σε πολλά νέα παιδιά τα οποία έχουν φιλίες και λέει ε μα ξέρεις είναι φίλοι μου ας πούμε, τι να κάνω, είναι η παρέα. Μα η παρέα οι φίλοι, να πω όχι; Να τους στενοχωρήσω, να φανώ εγώ αντίθετος; Να πω να χαλάσω την ατμόσφαιρα της παρέας;
Ε , μα δε γίνεται διαφορετικά, δηλαδή αν θέλουμε να έχουμε μια συνέπεια στην ζωή μας, κι όχι μόνο στα θέματα της πίστης μας, της σχέσης μας με τον Θεό αλλά και σχέση με τον Θεό να μην έχουμε, υπάρχουν πράγματα στην ζωή μας τα οποία δεν γίνονται. Υπάρχουν όρια στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Πως θα πούμε έτσι; Δε μπορεί να μπει ο άλλος με να μπει μες το κρεβάτι μας που λέει η παροιμία. Δηλαδή εντάξει ας μπει μες το σαλόνι μας, ας μπει μες την κουζίνα μας, ε δεν μπαίνει μες το κρεβάτι μας, πώς να το κάνουμε. Εκεί δεν μπαίνουν άλλοι. Εκεί έχει όρια, εκεί θα του πεις όχι, δεν μπορείς, εδώ δεν μπαίνεις.
Πρέπει να μάθουμε αυτό το πράγμα για να ‘χουμε τα όριά μας. Και όπως είπα προηγουμένως, η αληθής ταπείνωσις δίνει στον άνθρωπο προσωπικότητα η οποία είναι πανίσχυρη αλλά και δεν πληγώνει κανένα. Δεν πληγώνει κανένα, όπως ο Θεός διοικεί τον κόσμο και δεν πληγώνει κανένα. Δεν υπάρχει πιο ταπεινός από τον Θεό.
Βλέπετε ο Θεός δίνει την ελευθερία να κάνουμε ότι θέλουμε. Έχουμε την ελευθερία να τον απορρίψουμε, να τον φτύσουμε, να τον υβρίσουμε, μας δίνει την ελευθερία αυτή διότι δεν αισθάνεται καμιά ανασφάλεια. Κι ο ταπεινός άνθρωπος δεν αισθάνεται ανασφάλεια, δεν αισθάνεται καχυποψία, δεν αισθάνεται αδύναμος, αφήνει τον άλλον να κάνει ότι θέλει αλλά ο ίδιος παραμένει στην θέση του. Και είναι και σταθερός και δεν τραυματίζει κανέναν άλλον άνθρωπο.
Η εγωιστική αυτοπεποίθηση είναι αυτός ο οποίος λέει: εγώ θα τα κάνω όλα μόνος μου και δεν έχω ανάγκη κανέναν. Αυτό είναι εγωιστική αυτοπεποίθηση. Όταν λες, με την βοήθεια του Θεού θα κάνω αυτό το πράγμα θα προσπαθήσω, θέλω να επιτύχω αυτό το πράγμα και παρακαλώ τον Θεό να με βοηθήσει.
Το κριτήριο νομίζω φαίνεται από το εξής: λέμε, θέλω να περάσω στις εξετάσεις προσπαθώ, διαβάζω, κάνω τα πάντα. Μα δεν περνώ. Εδώ είναι που φαίνεται τι γίνεται μέσα σου, αν είσαι υγιής πνευματικά, εντάξει θα λυπηθείς ανθρωπίνως, δε θα σε πιάσει απόγνωση, απελπισία και θα τα πετάξεις όλα κάτω. Θα πεις, εντάξει το αποδέχομαι. Αποδέχομαι την αποτυχία, δέχομαι την αποτυχία στην ζωή μου, το θεωρώ ένα ενδεχόμενο την αποτυχία. Δε με τρομάζει, δε με πανικοβάλλει, δε με συντρίβει η αποτυχία. Κοίταξε είναι πιθανόν να αποτύχω, δε μπορεί να συμβιβαστεί, κοίταξε είμαι άνθρωπος, έχω όρια, δεν είμαι τέλειος, δεν είμαι άπειρος, δε μπορώ να τα κάνω όλα ασφαλώς και θα αποτύχω.
Γι αυτό και οι άγιοι βλέπετε κι όταν αμάρταναν είχαν την δύναμη να ξανασηκωθούν με μίαν απλότητα και με μιαν υγεία ,αν αμάρτησαν μετανοούσαν εκ βάθους καρδίας και άχρι θανάτου, αλλά δεν πάθαιναν ψυχοπλάκωμα και κατάθλιψιν. Ενώ εμείς αν έχουμε καμιά αμαρτία αρχίζουμε το γιατί μετά, μα γιατί να το κάνω, γιατί να το σκεφτώ, γιατί να το διαπράξω, λες και είναι παράξενο πράγμα να κάνουμε μια αμαρτία. Γιατί δηλαδή να μη το κάνεις, τι νόμιζες ότι ήσουν; Νόμιζες ότι ήσουν τόσο σπουδαίος, αλάνθαστος και δεν μπορούσες ποτέ σου να αποτύχεις εσύ, να κάνεις μια αμαρτία;
Η αμαρτία και η αποτυχία είναι δίπλα μας ανά πάσα στιγμή, είμαστε ζυμωμένοι με αυτό το πράγμα. Είναι πολύ φυσικό γι αυτό και ο ταπεινός άνθρωπος προσέχει. Λέει κοίταξε προσέχω, δεν εκθέτω τον εαυτό μου, προσέχω, ο ταπεινός προσέχει, ο υπερήφανος δεν προσέχει, λέει δε συμβαίνει τίποτα και τσαφ πάει κάτω μετά.
Ούτε όταν αφήνουμε την ζωή μας στον Χριστό μοιρολατρούμε, διότι δε μας αφήνει ο Χριστός να είμαστε τόσο μαλθακοί. Δε σημαίνει ότι ν’ αφήσω την ζωή μου στον Χριστό και μετά εσύ κοιμάσαι και πάνε όλα έτσι. Όχι, η ζωή κοντά στον Χριστό σημαίνει μεγάλον αγώνα, σημαίνει ότι το τίμημα της ελευθερίας σου θα το πληρώσεις με αίμα. Αυτό που λες, ναι ακολουθώ τον Χριστό, δεν είναι ούτε εύκολο πράγμα, ούτε έτσι αστείο.
Είναι πολύ ακριβό και πολλές φορές είναι πάρα πολύ δύσκολο. Που για να το πετύχεις, για να το καταφέρεις πρέπει να καταβάλλεις όλες σου τις δυνάμεις, κι ακόμα δεν θα φτάσουν. Δηλαδή δεν έχει ουδεμία σχέση με την μοιρολατρία, δεν αφίεσαι, και σε παίρνει η μοίρα σου όπου θέλεις. Σημαίνει ότι αγωνίζεσαι, είναι αγώνας η εν Χριστώ ζωή. Διαφορετικά μη κάνεις τίποτα δεν θα σταθείς δηλαδή, είναι αδύνατον.
Αυτοπεποίθηση ή Εγωισμός;