Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ϛ´ 1 – 7 – 1 Και εξήλθε εκείθεν και ήλθεν εις την πατρίδα εαυτού· και ακολουθούσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού.
2 και γενομένου σαββάτου ήρξατο εν τη συναγωγή διδάσκειν· και πολλοί ακούοντες εξεπλήσσοντο λέγοντες· Πόθεν τούτω ταύτα; και τίς η σοφία η δοθείσα αυτώ, και δυνάμεις τοιαύται διά των χειρών αυτού γίνονται; 3 ουχ ούτός εστιν ο τέκτων, ο υιός της Μαρίας, αδελφός δε Ιακώβου και Ιωσή και Ιούδα και Σίμωνος; και ουκ εισίν αι αδελφαί αυτού ώδε προς ημάς; και εσκανδαλίζοντο εν αυτώ.
4 έλεγε δε αυτοίς ο Ιησούς ότι Ουκ έστι προφήτης άτιμος ει μη εν τη πατρίδι αυτού και εν τοις συγγενέσι και εν τη οικία αυτού. 5 και ουκ ηδύνατο εκεί ουδεμίαν δύναμιν ποιήσαι, ει μη ολίγοις αρρώστοις επιθείς τας χείρας εθεράπευσε·
6 και εθαύμαζε διά την απιστίαν αυτών. Και περιήγε τας κώμας κύκλω διδάσκων. 7 Και προσκαλείται τους δώδεκα, και ήρξατο αυτούς αποστέλλειν δύο δύο, και εδίδου αυτοίς εξουσίαν των πνευμάτων των ακαθάρτων,
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ϛ´ 1 – 7
1 Και ανεχώρησεν απ’ εκεί και ήλθεν εις την πατρίδα του την Ναζαρέτ, και ηκολούθησαν αυτόν οι μαθηταί του. 2 Και όταν ήλθεν η ημέρα του Σαββάτου ήρχισε να διδάσκη εις την συναγωγήν, και πολλοί που τον ήκουαν εθαύμαζαν και έλεγαν· Από που ήλθαν εις αυτόν αυτά, που βλέπομεν και ακούομεν, και τι πράγμα είναι η σοφία αυτή, που του εδόθη, και με την βοήθειαν ποίας δυνάμεως γίνονται τέτοια Θαύματα με τα χέρια του;
3 Δεν είναι αυτός ο μαραγκός, ο υιός της Μαρίας, και ο αδελφός του Ιακώβου και του Ιωσή και του Ιούδα και του Σίμωνος; Και δεν είναι εδώ μαζί μας αι αδελφαί του; Και εσκανδαλίζοντο δι’ αυτόν και δεν ήθελαν να τον παραδεχθούν ως προφήτην, αλλά τον παρηκολούθουν με υποψίαν. 4 Έλεγε δε εις αυτούς ο Ιησούς, ότι πουθενά δεν αρνούνται να τιμήσουν ένα προφήτην, παρά μόνον εις την πατρίδα του και μεταξύ των συγγενών του και μεταξύ αυτών, που μένουν εις το σπίτι του.
5 Και επειδή αυτοί ηπίστησαν, η απιστία των ημπόδιζε την ενέργειαν της θαυματουργικής του δυνάμεως και δεν ηδύνατο εκεί να κάμη κανέν από τα μεγάλα θαύματά του, παρά μόνον εθεράπευσεν ολίγους αρρώστους, αφού έθεσεν επ’ αυτών τας χείρας του.
6 Και ηπόρει ο Κύριος με την απιστίαν των, την οποίαν ως διακρίνων τα βάθη της καρδίας των εύρισκεν αδικαιολόγητον και βαρείαν. Και περιώδευε τριγύρω εις τα χωρία και εδίδασκε. 7 Και προσκαλεί τους δώδεκα και ήρχισε να τους αποστέλλη εις περιοδείαν δύο δύο, και τους έδιδεν εξουσίαν και δύναμιν να βγάζουν από τους πάσχοντας τα ακάθαρτα πνεύματα.