Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΕ/ 1 – 10 – 1 Ήσαν δέ εγγίζοντες αυτώ πάντες οι τελώναι καί οι αμαρτωλοί ακούειν αυτού. 2 καί διεγόγγυζον οί Φαρισαίοι καί οι γραμματείς λέγοντες ότι Ούτος αμαρτωλούς προσδέχεται καί συνεσθίει αυτοίς.
3 είπε δέ πρός αυτούς τήν παραβολήν ταύτην λέγων 4 Τίς άνθρωπος εξ υμών έχων εκατόν πρόβατα καί απολέσας έν εξ αυτών, ου καταλείπει τά ενενήκοντα εννέα εν τή ερήμω καί πορεύεται επί τό απολωλός έως ού εύρη αυτό; 5 καί ευρών επιτίθησιν επί τούς ώμους αυτού χαίρων,
6 καί ελθών εις τόν οίκον συγκαλεί τούς φίλους καί τούς γείτονας λέγων αυτοίς συγχάρητέ μοι, ότι εύρον τό πρόβατόν μου τό απολωλός. 7 λέγω υμίν ότι ούτω χαρά έσται εν τώ ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι ή επί ενενήκοντα εννέα δικαίοις, οίτινες ου χρείαν έχουσιν μετανοίας.
8 Ή τίς γυνή δραχμάς έχουσα δέκα, εάν απολέση δραχμήν μίαν, ουχί άπτει λύχνον καί σαροί τήν οικίαν καί ζητεί επιμελώς έως ότου εύρη; 9 καί ευρούσα συγκαλεί τάς φίλας καί τάς γείτονας λέγουσα συγχάρητέ μοι, ότι εύρον τήν δραχμήν ήν απώλεσα. 10 ούτω, λέγω υμίν, γίνεται χαρά ενώπιον τών αγγέλων τού Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι.
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΕ/ 1 – 10
1 Καθώς επερνούσε τα διάφορα μέρη, τον επλησίαζαν όλοι οι τελώναι και οι αμαρτωλοί με ενδιαφέρον να ακούσουν την διδασκαλίαν του. 2 Οι Φαρισαίοι όμως και οι γραμματείς εγόγγυζαν μεταξύ των λέγοντες, ότι αυτός δέχεται κοντά του με πολλήν συμπάθειαν αμαρτωλούς και μάλιστα τρώγει μαζή των. 3 Είπε δε προς αυτούς την παραβολήν αυτήν.
4 Ποιός άνθρωπος από σας, εάν έχη εκατόν πρόβατα και χάση ένα από αυτά, δεν αφίνει τα ενενήντα εννέα μόνα των εις ερημικόν μέρος και πηγαίνει εις αναζήτησιν του χαμένου, έως ότου το εύρη; 5 Και αφού το εύρη δεν κτυπά, αλλά το βάζει γεμάτος χαράν επάνω στους ώμους του. 6 Και αφού έλθη στο σπίτι του, προσκαλεί τους φίλους και τους γείτονας και τους λέγει· Χαρήτε και σεις μαζή μου, διότι ευρήκα το χαμένο πρόβατό μου. 7 Σας διαβεβαιώνω, ότι έτσι μεγάλη χαρά θα είναι στον ουρανόν δι’ ένα αμαρτωλόν που μετανοεί,
περισσότερον κτυπητή από όσον είναι η χαρά δια τους ενενήντα εννέα δικαίους, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκην από μετάνοιαν.(Χαίρει ο πανάγαθος Θεός. Χαίρουν τα αγγελικά τάγματα τα οποία όχι μόνον κατ’ εντολήν του Θεού, αλλά και από την αγάπην που μας έχουν, ποθούν και εργάζονται ως λειτουργικά πνεύματα να μας οδηγήσουν εις μετάνοιαν και σωτηρίαν).
8 Η ποιά γυναίκα, που έχει δέκα δραχμές, εάν χάση μίαν δραχμήν, δεν ανάπτει τον λυχνάρι και δεν σαρώνει το σπίτι και δεν ψάχνει προσεκτικά με το φως του λυχναριού παντού, έως ότου εύρη την δραχμήν;
9 Και αφού την εύρη καλεί στο σπίτι της όλες τις φίλες και τις γειτόνισες και λέγει· Χαρήτε μαζή μου, διότι ευρήκα την δραχμήν που έχασα. 10 Σας διαβεβαιώνω, ότι γίνεται χαρά μεγάλη εμπρός στους αγγέλους του Θεού και με συμμετοχήν των αγγέλων δι’ ένα αμαρτωλόν που μετανοεί.