Ερντογάν: Ως τον «ανθεκτικό αυτοκράτορα της Τουρκίας» περιέγραφε το περιοδικό «Foreign Affairs» στις αρχές του μήνα τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν…
ο οποίος κατήγαγε έναν εκλογικό θρίαμβο πριν δύο Κυριακές, οδηγώντας με σαφές προβάδισμα την κούρσα των προεδρικών εκλογών στον δεύτερο γύρο που πραγματοποιείται την Κυριακή.
Κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, αλλά και στον συνασπισμό της αντιπολίτευσης, που ενώθηκε για πρώτη φορά για να τον αντιμετωπίσει αποφασιστικά, ο «Σουλτάνος» απέδειξε πως ο «νέος αιώνας της Τουρκίας» συνιστά, εκτός από προσωπικό του όραμα, και συλλογική τουρκική υπόθεση, συγκεντρώνοντας ποσοστό 49,62% στον πρώτο γύρο, παρά την έκρηξη του πληθωρισμού και τη ραγδαία υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου, για εκατομμύρια πολίτες της χώρας του.
Πάνω από τις κάλπες το νεο-οθωμανικό αφήγημα του Ερντογάν υπερκέρασε το καθημερινό κόστος των κρεμμυδιών και του ψωμιού, αλλά και το μειλίχιο ύφος του επικεφαλής της ενωμένης αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος άγγιξε το 44,89% αλλά όχι και το «τουρκικό όνειρο», καθώς δεν κατάφερε να ανατρέψει τον επί 20 και πλέον χρόνια ηγέτη της Τουρκίας παρά την παραπαίουσα οικονομία και την ισχυρή διεθνή υποστήριξη στο πρόσωπό του.
Μολονότι είναι η πρώτη φορά που ο Τούρκος πρόεδρος οδηγείται σε δεύτερο γύρο (αντίθετα από τις προεδρικές εκλογές του 2014 και του 2018) κι ενώ έχει αναδειχθεί νικητής από την πρώτη Κυριακή σε δώδεκα συνολικά εκλογικές αναμετρήσεις στην πολυετή πολιτική καριέρα του, τόσο ο ίδιος όσο και το πολυπληθές κομματικό και επικοινωνιακό επιτελείο του παρέμειναν προσγειωμένοι και προσηλωμένοι μέχρι το τελευταίο λεπτό στη στρατηγική του δεύτερου γύρου, ενώ είχαν ενορχηστρώσει την αντεπίθεσή τους βήμα-βήμα, όπως φάνηκε εκ του αποτελέσματος, προκειμένου να οδηγήσουν την προεδρική κούρσα σε επαναληπτική φάση εξασφαλίζοντας διαφορά ασφαλείας, της τάξης του 4,79%.
Για τους περισσότερους αναλυτές, το Κόμμα Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης (ΑΚΡ) ξεπέρασε τον εαυτό του, καθώς άτομα κάθε ηλικίας (ενίοτε με εμφανή προβλήματα υγείας) συνέρρεαν από τις 8 το πρωί μέχρι τις 5 το απόγευμα στα περίπου 200.000 εκλογικά κέντρα σε όλη την τουρκική επικράτεια, με τη συμμετοχή να κυμαίνεται σε επίπεδα-ρεκόρ για τα εκλογικά ήθη της γειτονικής χώρας, υπερβαίνοντας το 93,6%, αυξημένη κατά 7,4% από την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση.
Τα έδωσε όλα
Πλην της αθρόας προσέλευσης, η 20ετής διακυβέρνηση Ερντογάν έχει καταφέρει να δομήσει συμπαγή εκλογικά ακροατήρια ανάμεσα στα 64,1 εκατομμύρια Τούρκων ψηφοφόρων, καθώς η στέρεη εκλογική βάση του άντεξε τους κλυδωνισμούς των πολλαπλών Ρίχτερ από τους φονικούς σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου, οι οποίοι προκάλεσαν τον θάνατο σε τουλάχιστον 54.000 ανθρώπους, έχοντας παράλληλα εκτοπίσει περίπου 10 εκατομμύρια Τούρκους πολίτες από τις εστίες τους.
Ωστόσο, «ο Ερντογάν περιόρισε αποτελεσματικά τη δημόσια συζήτηση για τον σεισμό, μετατοπίζοντας την εσωτερική συζήτηση στα βιομηχανικά και στρατιωτικά επιτεύγματα της Τουρκίας υπό τον ίδιο», ανέφερε το «Foreign Affairs», εξηγώντας ότι «βασικοί γραφειοκράτες υποστηρίζουν ανοιχτά το κυβερνών ΑΚΡ και θέτουν κρατικούς πόρους στη διάθεσή του, ενώ υποτίθεται ότι ανεξάρτητοι φορείς, όπως η τουρκική εκλογική επιτροπή και πολλά τουρκικά δικαστήρια, λαμβάνουν υποδείξεις από τον πρόεδρο».
Παράλληλα, η μεταβίβαση κολοσσών στον χώρο των ΜΜΕ σε εταιρικά σχήματα φιλικά διακείμενα προς τον πρόεδρο, σε συνδυασμό με την οικοδόμηση ενός κρατικού μηχανισμού απολύτως αναφορικού στον «Σουλτάνο» μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, επέτρεψαν στο κόμμα του Ερντογάν να ελέγχει ευρείες κοινωνικές μάζες και, πρωτίστως, τις Ενοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας. Εκτός από το γραφειοκρατικό μηχανισμό και τους χιλιάδες εκπροσώπους της κυβερνητικής γραφειοκρατίας, υψηλά αμειβόμενους δημοσίους υπαλλήλους, ακλόνητοι οπαδοί του παρέμειναν εκατομμύρια ψηφοφόροι της Ανατολίας, ιδίως στο κεντρικό της τμήμα, στην πλειοψηφία τους θρησκόληπτοι και αμόρφωτοι σουνίτες μουσουλμάνοι με πενιχρά εισοδήματα που δεν επηρεάστηκαν ούτε και από την εκτίναξη της ακρίβειας στη γειτονική χώρα.
Στο 49,62% της τουρκικής κοινωνίας, το οποίο φαίνεται να καθοδηγείται απόλυτα από τον Τούρκο πρόεδρο, αλλά και να ενστερνίζεται το μεγαλεπήβολο όραμά του για τον «νέο αιώνα της Τουρκίας», με αφορμή τα 100 χρόνια φέτος από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, περιλαμβάνονται ακόμη και ανώτατα στελέχη τουρκικών εταιρειών κατασκευών, ενέργειας, αλλά και υψηλής τεχνολογίας, τα οποία αποτελούν την οικονομική νομενκλατούρα της χώρας, δηλαδή την οικονομική αυλή του «Σουλτάνου». Ενδεικτικά της πολιτικής του κυριαρχίας είναι τα αποτελέσματα στις σεισμόπληκτες περιοχές, όπως στο Καχραμάνμαρας, όπου ο Ερντογάν προηγήθηκε με 71,88% των ψήφων έναντι ποσοστού 22,20% του Κιλιτσντάρογλου, ενώ το AKP κέρδισε 5 από τις 8 τοπικές έδρες στο Κοινοβούλιο.
Εκτός από τον μηχανισμό και τους χιλιάδες εκπροσώπους της κυβερνητικής γραφειοκρατίας, υψηλά αμειβόμενους δημοσίους υπαλλήλους, ακλόνητοι οπαδοί του «Σουλτάνου» παρέμειναν εκατομμύρια ψηφοφόροι της Ανατολίας. Αντίθετα, η Κωνσταντινούπολη πέρασε στα χέρια του Κιλιτσντάρογλου, το ίδιο και η Σμύρνη
Παρόμοια εικόνα και στο Χατάι, το οποίο σχεδόν ισοπεδώθηκε από τους φονικούς σεισμούς, με τον Ερντογάν να συγκεντρώνει ποσοστό 48,07% έναντι 48,03% του Κιλιτσντάρογλου, ενώ ο νυν πρόεδρος επικράτησε άνετα με ποσοστό 62,31% έναντι 30,74% του Κιλιτσντάρογλου και στη σεισμόπληκτη περιοχή του Οσμανίγε, μετά το αισιόδοξο αφήγημα της ταχείας ανοικοδόμησης, εμπλουτισμένο με τονωτικές ενέσεις έκτακτων παροχών.
Ηδη το σαρωτικό κύμα ολικής ή μερικής διαγραφής χρεών, το οποίο εξήγγειλε τον περασμένο Γενάρη, περιελάμβανε «άφεση» για οφειλές από φόρους, ασφαλιστικές εισφορές, διοικητικά πρόστιμα, κλήσεις και τέλη κυκλοφορίας, φοιτητικά δάνεια μέχρι και διόδια, αγκαλιάζοντας σχεδόν το σύνολο της τουρκικής κοινωνίας, ενώ αθροίστηκε πλάι σε γαλαντόμες παροχές όπως επιδοτήσεις, φοροελαφρύνσεις και δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης για εκατομμύρια Τούρκους πολίτες που είχαν κολλήσει το πρώτο τους ένσημο πριν από το 2000, γεγονός που άμβλυνε σημαντικά τις αντιδράσεις από την καθημερινή συμπίεση του εισοδήματος λόγω και της ακρίβειας, του υψηλού πληθωρισμού, αλλά και της ελεύθερης πτώσης της τουρκικής λίρας.
Εθνικιστική νιρβάνα
Μολονότι η ευφάνταστη οικονομική πολιτική του Τούρκου προέδρου, επικεντρωμένη στη συγκράτηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα, διόγκωσε το πρόβλημα της τουρκικής οικονομίας λόγω πληθωρισμού, δεν στάθηκε ικανή να κλονίσει την πρωτοκαθεδρία του Ερντογάν, καθώς εκτιμήθηκε ότι η ελπιδοφόρα επικοινωνιακή του καμπάνια παρέχει το όραμα για το μέλλον, με το αβίωτο παρόν να αποτελεί απλώς ενδιάμεσο σταθμό.
«Ο Ερντογάν επιδιώκει να ολοκληρώσει την αποστολή του: να επαναφέρει την Τουρκία στον μεγάλο χάρτη του κόσμου και να επιστρέψει στους Τούρκους την περηφάνια τους», περιέγραψε στη «Le Monde» η Ντοροτέ Σμιντ, ειδική στα θέματα του μεσογειακού κόσμου στο Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων, εξηγώντας πώς ο «εθνικιστικός οδικός χάρτης που ακολούθησε ο πρόεδρος Ερντογάν καθησυχάζει τον τουρκικό πληθυσμό σε ένα διεθνές πλαίσιο που προκαλεί άγχος».
Η άνοδος του εθνικιστικού ακροατηρίου στην Τουρκία, σε συνθήκες σχεδόν οικονομικής ασφυξίας, δεν αντανακλάται μόνο στα ποσοστά του Ερντογάν, ο οποίος κατάφερε να ελέγξει και την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, αλλά κυρίως στην ενίσχυση όλων των εθνικιστικών πολιτικών εκφράσεων στη χώρα. Τέταρτη τερμάτισε στην εκλογική κούρσα η Μεράλ Ακσενέρ, με το Καλό Κόμμα της να συγκεντρώνει ποσοστό 9,69%, ενώ έκπληξη αποτέλεσε και ο εθνικιστής προεδρικός υποψήφιος Σινάν Ογάν, ο οποίος έλαβε ποσοστό 5,17%, αποκτώντας ρόλο ρυθμιστή εν όψει του δεύτερου γύρου.
«Καταδικασμένη προσπάθεια»
Οι υψηλοί τόνοι του ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) ξένισαν τους αναλυτές, ωστόσο η απουσία τους όλο το προηγούμενο διάστημα εκτιμάται πως τον έφερε στη δεύτερη θέση και μακριά από την προεδρία της χώρας. Στα αίτια της ήττας του συγκαταλέγονται, σύμφωνα με το NCBC, οι ελλείψεις του ως υποψήφιος, η αστοχία των δημοσκοπήσεων και η διαρκής δημοτικότητα του Ερντογάν σε σημείο που το αμερικανικό δίκτυο να επισημαίνει πως το να αντιμετωπίζει κανείς εκλογικά τον Ερντογάν είναι «καταδικασμένη προσπάθεια».
Στον αντίποδα, η υποψηφιότητα του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου θα μπορούσε να δημιουργήσει μια ισχυρή δυναμική ανατροπής του «Σουλτάνου», δυναμική στην οποία επέμενε και η Ακσενέρ, η οποία βρέθηκε στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού μετά το αποτέλεσμα. Αλλωστε, η συμβολή αμφότερων των δημάρχων της Κωνσταντινούπολης και της Αγκυρας στη διαμόρφωση ενός ρεύματος υπέρ του CHP υπήρξε ένα από τα λίγα στοιχεία που έτειναν να δημιουργήσουν αέρα νίκης υπέρ του Κιλιτσντάρογλου, αλλά και να συγκρατήσουν τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του το βράδυ της περασμένης Κυριακής, ιδίως της νέας γενιάς.
Παρά το μετριοπαθές ύφος και τις ήπιες θρησκευτικές του πεποιθήσεις ως αλεβίτης, ο Κιλιτσντάρογλου υποσχέθηκε την επιστροφή της Τουρκίας στις βασικές δημοκρατικές αξίες, σε ένα κοσμικό μοντέλο εξουσίας, αλλά και στην οικονομική ορθοδοξία παράλληλα με την προσέλκυση μεγάλων, ξένων επενδύσεων, αδυνατώντας, ωστόσο, να κινητοποιήσει τη μεγάλη πλειοψηφία της τουρκικής κοινωνίας.
Τίποτα από τα παραπάνω, ωστόσο, δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα στην οποία θα προσγειωθεί η γειτονική χώρα στις 29 Μαΐου και εξής, σε περίπτωση -της εξαιρετικά πιθανής- επικράτησης του Ερντογάν, καθώς η βουτιά της τουρκικής λίρας την επομένη του πρώτου γύρου δεν άφησε πολλά περιθώρια στο επιτελείο του νυν προέδρου για ξέφρενους πανηγυρισμούς. Ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα, ως μόνη βεβαιότητα τους επόμενους μήνες φαντάζει η περαιτέρω υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος, πιέζοντας τον Ερντογάν αναφορικά από τις αποφάσεις που θα κληθεί να λάβει άμεσα στο οικονομικό πεδίο.
Πρωτίστως, όμως, η εντύπωση ότι τα δύσκολα για την τουρκική οικονομία είναι μπροστά αντανακλάται στη νέα στήριξη της λίρας, την οποία ανακοίνωσε στα τέλη της εβδομάδας η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, αποτυπώνοντας την επείγουσα ανάγκη του προέδρου να βρει πόρους και, πρωτίστως, στήριξη από διεθνείς συμμάχους, χωρίς, ωστόσο, να φαίνεται πρόθυμος να θυσιάσει το νεο-οθωμανικό του όραμα για τον ηγετικό ρόλο της Τουρκίας τον νέο αιώνα με τη δημοσιονομική σταθερότητα. Υπό αυτό το πρίσμα, η Δύση παρακολουθεί νηφάλια και κυρίως αμήχανη τον «Σουλτάνο» να οδεύει προς μια τρίτη θητεία βυθίζοντας ακόμη περισσότερο τη χώρα σε ένα καθεστώς «κοινοβουλευτικής απολυταρχίας», για το οποίο είχε προειδοποιήσει προ ημερών το περιοδικό «Economist».
Πριν από την τελική κάλπη, για τον Τούρκο πρόεδρο πρόκριμα αποτελεί η ανάκτηση των δυνάμεών του στην πολιτική του αφετηρία, την Κωνσταντινούπολη, η οποία πέρασε στα χέρια της αντιπολίτευσης με ποσοστό 48,56% έναντι 46,68% του ΑΚΡ, ως πλέον πληγείσα περιοχή από την οικονομική κρίση, όπως και η ενίσχυση των ποσοστών του κόμματός του συνολικά στα τουρκικά παράλια, τα οποία βαμμένα στα κόκκινα έδωσαν μεγάλες διαφορές στον Κιλιτσντάρογλου, φτάνοντας σε ποσοστά double score, όπως στην περίπτωση της Σμύρνης, όπου ο Τούρκος πρόεδρος συγκέντρωσε μόλις 31,48% έναντι 63,31% του πολιτικού αντιπάλου του, με το απόλυτο ρεκόρ να καταγράφεται στην «επαρχία των ορυχείων», στο Χακάρι, όπου ο Ερντογάν έφτασε μετά βίας σε ποσοστό 24,64% έναντι 72,82% του αντιπάλου του.
Γεωργία Σαδανά – protothema.gr