ΚΥΠΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ: Με έντονο συμβολισμό και υψηλές παρουσίες πραγματοποιήθηκαν στη Λευκωσία τα εγκαίνια του Μουσείου Πολεμικής Δράσης, Ιστορίας και Τιμής του Παγκύπριου Συνδέσμου Εφέδρων Πυροβολικού.
Επιμέλεια: ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Παρόντες ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Γεώργιος, οι οποίοι, μέσα από τους χαιρετισμούς τους, συνέδεσαν το παρελθόν των αγώνων με το σήμερα των προκλήσεων και το αύριο της εθνικής στρατηγικής.
Ο Πρόεδρος, μιλώντας ως πρώτος πολίτης της χώρας, υπογράμμισε ότι το νέο μουσείο «αναδεικνύει την ιστορία και τον ρόλο του Πυροβολικού», επιβραβεύοντας έμπρακτα το έργο του Συνδέσμου και της εφεδρείας. Όπως τόνισε, η λειτουργία του Μουσείου αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας ενίσχυσης της επιχειρησιακής ετοιμότητας της Εθνικής Φρουράς και αναβάθμισης των αμυντικών δυνατοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας — στρατηγική που εδράζεται στην ευρωπαϊκή ιδιότητα του κράτους και στην απαιτητική γεωπολιτική πραγματικότητα της Ανατολικής Μεσογείου. Η Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας αναμένεται να παρουσιάσει αναλυτικό οδικό χάρτη για τη βέλτιστη αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων που εγκρίθηκαν πρόσφατα μέσω προγραμμάτων ενίσχυσης άμυνας.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο κ. Χριστοδουλίδης ανέδειξε την απόφαση της ΕΕ για χρηματοδότηση που υπερβαίνει το ένα δισεκατομμύριο ευρώ υπέρ της Κύπρου, με στόχο την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος. Τα κονδύλια, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, θα κατευθυνθούν σε κρίσιμες προμήθειες, αναβάθμιση συστημάτων και επιχειρησιακή εκπαίδευση, σε συνέργεια με προγράμματα των ΗΠΑ. Παράλληλα, προανήγγειλε αποστολή στελεχών της Εθνικής Φρουράς στις ΗΠΑ για εξειδικευμένες διαδικασίες επιλογής και υποστήριξης αμυντικού εξοπλισμού.
Ειδικό βάρος έδωσε ο Πρόεδρος στην πολιτική προστασία και στη διαχείριση κρίσεων, χαιρετίζοντας την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εγκαθιδρύσει στην Κύπρο Ευρωπαϊκό Επιχειρησιακό Κέντρο για Πυρόσβεση. Ένα τέτοιο κέντρο θα λειτουργήσει ως περιφερειακός πολλαπλασιαστής ασφάλειας, εξυπηρετώντας και τα γειτονικά κράτη, με χρηματοδότηση και τεχνογνωσία από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Από την πλευρά του, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Γεώργιος χαρακτήρισε το Μουσείο «ζωντανό μάρτυρα της ιστορίας» και «τόπο παιδείας και έμπνευσης», επισημαίνοντας ότι κάθε έκθεμα «είναι σιωπηλή μαρτυρία ηρωισμού». Στο πλέον ηχηρό σημείο του μηνύματός του υπογράμμισε: «Το ζητούμενο είναι η απελευθέρωση της Κύπρου χωρίς κατοχικά στρατεύματα και εποίκους· μια Κύπρος όπου οι κάτοικοί της ζουν ελεύθερα, ειρηνικά και δημιουργικά, με τα ανθρώπινα δικαιώματα να ισχύουν όπως για όλους τους λαούς της Ευρώπης». Με έμφαση στη διαγενεακή μνήμη, κάλεσε σε οργανωμένες επισκέψεις σχολείων ώστε οι νέοι να γνωρίσουν «το χρέος προς την πατρίδα, την πίστη στα ιδανικά της ελευθερίας και την αλληλεγγύη». Την πρωτοβουλία αυτή αναμένεται να στηρίξει θεσμικά το Υπουργείο Παιδείας Κύπρου με εγκυκλίους και εκπαιδευτικό υλικό.
Η τελετή στάθηκε αφορμή να αναδειχθεί η συνεισφορά του Παγκύπριου Συνδέσμου Εφέδρων Πυροβολικού: μνημεία τιμής, προτομές ηρώων διοικητών, εκδόσεις για τη δράση των μονάδων και, πλέον, ένα μουσείο που στεγάζει αντικείμενα από τα πεδία μαχών του 1974, μαζί με προσωπικά κειμήλια πεσόντων και αγνοουμένων — τεκμήρια που παραδόθηκαν από οικογένειες και περισυνελέγησαν με φροντίδα. Ο Πρόεδρος του Συνδέσμου, Γιώργος Κοφτερός, τόνισε ότι ο νέος χώρος «δεν είναι απλώς έκθεση. Είναι φόρος τιμής και υπόσχεση συνέχειας».
Σε πολιτικο-στρατηγικό επίπεδο, οι αναφορές του Προέδρου στη «συνεχή ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος» εντάσσονται στο συνολικό σχεδιασμό του Υπουργείου Άμυνας Κύπρου για εκσυγχρονισμό μέσων, βελτιστοποίηση διακλαδικότητας και αναβάθμιση της εκπαίδευσης εφέδρων. Σημαντικό ρόλο εδώ διαδραματίζει η θαλάσσια και αεροναυτική συνεργασία σε επίπεδο έρευνας–διάσωσης, όπου το Κέντρο Συντονισμού Έρευνας & Διάσωσης Λάρνακας (JRCC) λειτουργεί ως κόμβος συντονισμού με χώρες της περιοχής και ευρωπαϊκούς μηχανισμούς.
Το πολιτιστικό σκέλος της πρωτοβουλίας δεν υπολείπεται του επιχειρησιακού: η ανάδειξη της ιστορικής μνήμης ως πυλώνα ταυτότητας θεωρείται κρίσιμη για τη θωράκιση της κοινωνικής ανθεκτικότητας. Το Μουσείο φιλοδοξεί να γίνει «σχολείο ιστορίας» — όχι μόνο για τους εφέδρους, αλλά για μαθητές, οικογένειες και κάθε πολίτη. Η διασύνδεση με εκπαιδευτικά προγράμματα, ψηφιακές ξεναγήσεις και δράσεις κοινού αναμένεται να δώσει στο εγχείρημα διάρκεια και απήχηση.
Σε μια εποχή παρατεταμένων κρίσεων, το μήνυμα που εκπέμφθηκε από τα εγκαίνια ήταν διττό: σεβασμός στη μνήμη και προσήλωση στην αποτροπή. Η «αλυσίδα» ιστορίας–εκπαίδευσης–ασφάλειας που περιέγραψε ο Πρόεδρος λειτουργεί ως ρεαλιστικό πλαίσιο πολιτικής: διατήρηση της συλλογικής μνήμης, επένδυση στην επιχειρησιακή ετοιμότητα, συνεργασία με συμμάχους στην ΕΕ και πέραν αυτής. Σε αυτό το πλέγμα, το κράτος, η Εκκλησία, οι ένοπλες δυνάμεις και η κοινωνία των πολιτών εμφανίζονται ευθυγραμμισμένοι.
Η κατακλείδα ανήκει στην Εκκλησία, όπως τη διατύπωσε ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος: «Η μνήμη να γίνεται γνώση, η γνώση σοφία και η σοφία δύναμη για ένα καλύτερο αύριο». Ένα αύριο που, όπως τόνισε, περνά μέσα από την αξιοπρέπεια, την ενότητα και την αδιαπραγμάτευτη επιδίωξη λύσης «χωρίς κατοχικά στρατεύματα και εποίκους».
Με πληροφορίες από ΚΥΠΕ
ΦΩΤΟ: ΚΥΠΕ