Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Δ´ 1 – 9 – 1 Και πάλιν ήρξατο διδάσκειν παρά την θάλασσαν· και συνήχθη προς αυτόν όχλος πολύς, ώστε αυτόν εμβάντα εις το πλοίον καθήσθαι εν τη θαλάσση· και πάς ο όχλος προς την θάλασσαν επί της γης ήσαν.
2 και εδίδασκεν αυτούς εν παραβολαίς πολλά, και έλεγεν αυτοίς εν τη διδαχή αυτού· 3 Ακούετε· ιδού εξήλθεν ο σπείρων σπείραι. 4 και εγένετο εν τώ σπείρειν ο μέν έπεσεν επί την οδόν, και ήλθον τα πετεινά και κατέφαγεν αυτό·
5 και άλλο έπεσεν επί το πετρώδες, όπου ουκ είχε γην πολλήν, και ευθέως εξανέτειλε διά το μη έχειν βάθος γής, 6 ηλίου δε ανατείλαντος εκαυματίσθη, και διά το μη έχειν ῥίζαν εξηράνθη· 7 και άλλο έπεσεν εις τας ακάνθας, και ανέβησαν αι άκανθαι και συνέπνιξαν αυτό, και καρπόν ουκ έδωκε· 8 και άλλο έπεσεν εις την γην την καλήν και εδίδου καρπόν αναβαίνοντα και αυξανόμενα, και έφερεν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν. 9 και έλεγεν αυτοίς· Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Δ´ 1 – 9
1 Και πάλιν ήρχισε να διδάσκη πλησίον της θαλάσσης. Και εμαζεύθη τριγύρω του λαός πολύς, ώστε να αναγκασθή να έμβη εις το πλοίον και να καθήση επ’ αυτού μέσα εις την θάλασσαν. Και όλος ο λαός ήτο εις την ξηράν, κοντά εις την θάλασσαν, 2 Και εδίδασκεν αυτούς πολλά με παραβολάς και τους έλεγεν εις την διδαχήν του· 3 Ακούσατε την διήγησιν, που θα σας είπω. Ιδού εβγήκεν εις το χωράφι, διά να σπείρη αυτός που σπέρνει. Ήλθεν εις τον κόσμον ο μέγας σπορεύς της αληθείας, διά να την σπείρη εις τας ψυχάς των ανθρώπων. 4 Και συνέβη, όταν έσπερνεν, άλλο μέν μέρος του σπόρου έπεσε πλησίον του δρόμου, που επερνούσεν από το χωράφι, και επειδή παρέμεινεν εκτεθειμένον εις την επιφάνειαν του εδάφους, ήλθον τα πετεινά και το κατέφαγαν.
5 Άλλο δε μέρος του σπόρου έπεσεν εις τόπον, που είχεν υποκάτω στρώμα πέτρινον και δεν είχε χώμα πολύ. Και αμέσως εβλάστησε, χωρίς να ρίξη βαθείας ρίζας, διότι δεν είχε βάθος γής, που τρέφει ρίζας στερεάς. 6 Όταν δε ανέτειλεν ο ήλιος, εκάη από την ζέστην και επειδή δεν είχε ρίζαν, εξηράνθη. 7 Και άλλο μέρος του σπόρου έπεσεν εις τα αγκάθια. Και εβλάστησαν τα αγκάθια και το εκύκλωσαν από όλα τα μέρη και το έπνιξαν και δεν έβγαλε καρπόν. 8 Και άλλο μέρος του σπόρου έπεσεν εις την γην την μαλακήν και εύφορον και απέδιδε καρπόν, που εβλάστανε προς τα επάνω και εμέστωνε. Και έβγαλεν αλλού τριακονταπλάσιον και αλλού εξηκονταπλάσιον και αλλού εκατονταπλάσιον. 9 Και τους έλεγεν· Αυτός που έχει αυτιά πνευματικά διά να ακούη και καλήν διάθεσιν διά να δέχεται και εγκολπώνεται αυτά που λέγω, άς ακούη.