ΑΛΒΑΝΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ – Κληρικοί, παιδιά, ηλικιωμένοι, άνδρες, γυναίκες, Ορθόδοξοι και μη Ορθόδοξοι κάτοικοι του Βερατίου, αποχαιρέτησαν με δάκρυα στα μάτια τον αοίδιμο Μητροπολίτη Ιγνάτιο, ο οποίος, αναδείχθηκε και αποδείχθηκε “πατερούλης” τους με την αγάπη και την καλοσύνη,
που τον διέκριναν, και οι οποίες σκέπαζαν φωτεινά και ταπεινά συνάμα τους πάντες, χωρίς διακρίσεις φυλετικές, θρησκευτικές, γλωσσικές, όπως ακριβώς ενεργεί φωτισμένα ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος.
Στο τρισάγιο (προηγήθηκε θεία λειτουργία, ιερουργούντος του Μητροπολίτου Απολλωνίας και Φίερι Νικολάου), προεξήρχε ο Μακαριώτατος Αρχιεπισκόπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλλβανίας Ανασταστασιος, ενώ συγχοροστάτησαν οι Μητροπολίτες Κορυτσάς Ιωάννης, Απολλωνίας και Φίερι Νικόλαος, Ελμπασάν Αντώνιος, Αργυροκάστρου Δημήτριος, ο Μητροπολίτης Αμαντίας Ναθαναήλ και ο Επίσκοπος Βίλιδος Άστιος, πλαισιούμενοι από πλήθος κληρικών.
Τάφηκε στον προαύλιο χώρο, στην κατάλληλη θέση, του καθεδρικού ναού αγίου Δημητρίου Βερατίου, ενώ η εξόδιος ακολουθία είχε ψαλεί, την Κυριακή 21 Ιουλίου, στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της ιδιαίτερης πατρίδας του Θήβας, ήταν αρβανίτικης καταγωγής, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου.
“ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΕΝΟΙ ΚΛΗΡΙΚΟΙ”
Μιλώντας ο κ. Αναστάσιος τόνισε μεταξύ άλλων ότι “από τα παιδικά του χρόνια πίστεψε, αγάπησε, αφιερώθηκε στο Θεόι. Εργάστηκε με ζήλο σε όλη του τη ζωή. Με αφοσίωση και αυταπάρνηση. Η δική μου η θερμή παράκληση είναι περισσότερο να είμαστε έτοιμοι να διακονήσουμε ως κληρικοί. Πολλά πράγματα χρειάζεται ο τόπος μας. Περισσότερο χρειάζεται αγιασμένους κληρικούς, που θα εργαστούν με όλη τους την καρδιά, με πολύ κατανόηση, στοργή και πόνο για το λαό. Περισσότεροι και αγιασμένοι κληρικοί”.
Εκ μέρους της Ιεράς Συνόδου της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκηλσίας της Αλβανίας μίλησε ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Ιωάννης, αναφερόμενος συνοπτικά στη ζωή και στο έργο του κυρού Ιγνατίου. Δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και τον Μητροπολίτη Θήβας για την τελεσθεία εξόδιο ακολουθία στην γενέτειρά του αείμνηστου Ιγνατίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, κατά τον ασπασμό της σορού, χάιδεψε το νεκρό πρόσωπο του αλησμόνητου Ιγνατίου, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο την αδελφοσύνη, που τους συνέδεε, αλλά και την αναστάσιμη προοπτική.
ΣΕΜΝΟΣ ΚΑΙ ΑΘΟΡΥΒΟΣ
Ήταν Σάββατο του 1998, όταν έγινε στην πόλη του Βερατίου η ενθρόνιση και εγκατάσταση του Μητροπολίτη Βερατίου, Αυλώνος και Κανίνης Ιγνατίου, από τον Αρχιεπίσκοπο Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος, παρόντων των εκπροσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Μητροπολιτών Πέργης Ευαγγέλου και Φιλαδελφείας Μελίτωνα.
Την Τρίτη 23 Ιουλίου 2024 η γη του Βερατίου δέχθηκε το σώμα του Ορθόδοξου Επισκόπου, ενώ η ψυχή του ευάρεστε
Ανοίχτηκε στην ποιμαντική διακονία της Μητροπόλεώς του, δίχως δείλιασμα και φόβο στην καρδιά.
Προχώρησε στο πέλαγος των δυσκολιών, νιώθοντας ότι τον κρατούν του Πλάστη και Πατέρα του η γαλανή αγκαλιά και τα σταθερά χέρια του κ. Αναστασίου.
Όταν τα έργα μιλούν, τα λόγια δεν προσφέρουν τίποτε παραπάνω από το να περιγράψουν αυτά τα έργα.
Μόνο την γλώσσα των έργων εννοούν στην εποχή μας οι άνθρωποι.
Τα έργα του Ιγνατίου γίνονταν σεμνά και αθόρυβα. Μέσα στην σκέψη του Ιγνατίου στριφογύριζε διαρκώς ο πατερικός λόγος: «Να χαίρεσαι όταν κάνεις το καλό. Αλλά να μην υπερηφανεύεσαι, μη τυχόν και ναυαγήσεις μέσα στο λιμάνι».
Μιλώντας την αρβανίτικη και με σύνθημά του προς τους Αλβανούς: “Ό, τι και αν είστε εμείς σας αγαπάμε, δημιούργησε ελπίδα στον πονεμένο λαό.
Τι ωραίος και ουσιώδης προσανατολισμός αυτό! Δημιούργησε ελπίδα, γιατί έκανε να χτυπήσει η αγάπη του Θεού στις καρδιές των ανθρώπων.
Ήταν δοσμένος ολοκηρωτικά στην αγάπη. Στο έλεος. Στεκόταν σαν ένας Σίμωνας Κυρηναίος και ένας «παρεστώς» σ’ όποιον αναστέναζε. Σ’ όποιον πάλευε για να σταθεί όρθιος.
Η πολύπλευρη προσφορά του κυρού Ιγνατίου, όπως ομολογείται απ’ όλους, ανακούφιζε την τοπική κοινωνία, ενθάρυννε τους ανθρώπους και τους ωθούσε με δύναμη προς τα άνω, προς μια ζωή περισσότερο πνευματική, περισσότερο ανθρώπινη.
Το αξιοθαύμαστο είναι ότι ο Σεβασμιώτατος δεν πίστευε πως συντελεί κάτι μεγάλο. Την οφειλή μας προσπαθούμε να ξεπληρώνουμε, έλεγε. Την οφειλή της αγάπης προς τον πλησίον, κοινό χρέος όλων μας. Απλά «ο οφείλομεν ποιήσαι, πεποιήκαμεν».
Νομίζουμε ότι στην πράξη εφάρμοζε χωρίς αμφιταλαντεύσεις τα λόγια του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Το πιο θεϊκό πράγμα που διαθέτει ο άνθρωπος είναι το να ευεργετεί. Το να κάνει το καλό. Μπορείς να γίνεις θεός, χωρίς να κοπιάσεις καθόλου. Μην χάσεις την ευκαιρία της θεώσεως που σου δίνεται μέσα από την άσκηση της αγάπης».
Με στοργή το βλέμμα τουαγκάλιαζε όλους, κυρίως τους νέους, όλες τις ώρες. Την ώρα, που κάποια απορία, βασάνιζε το μυαλό τους, στεκόταν δίπλα τους, σαν σοφός δάσκαλος, για να τους δώσει τη λύση. Και άλλοτε πάλι, που ένιωθαν κάπως αδύνατοι κι ανήσυχοι, σας εύσπλαχνος Πατέρας, τους σεχόταν στην αγκαλιά του, για να τους προστατεύσει από κάθε κίνδυνο. Μαζί τους στις χαρές και στις λύπες τους.