ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
(Γιά τον λαό)
Μάθημα 7ον
Του Μητροπολίτου Γόρτυνος & Μεγαλοπόλεως Ιερεμία
Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, ένας πνευματικός οργανισμός στον οποίο Κεφαλή είναι ο Χριστός. Στην Εκκλησία υπάρχει μία κοινή πίστη, μία κοινή καθολική συνείδηση, που οδηγείται από το Άγιο Πνεύμα. Αυτή η καθολική συνείδηση είναι πάντοτε στην Εκκλησία, αλλά εκφράζεται κατά τρόπο περισσότερο καθορισμένο στις Οικουμενικές Συνόδους.
Κατά τον 37ο Κανόνα των Αγίων Αποστόλων, δηλαδή από την αρχαία Εκκλησία, δυό φορές το έτος πρέπει να γίνονται τοπικές Σύνοδοι των διαφόρων Ορθοδόξων Εκκλησιών.1 Ομοίως συχνά στην ιστορία της Εκκλησίας γίνονταν Σύνοδοι περιφερειακών επισκόπων, που αντιπροσώπευαν μια ευρύτερη περιοχή από την περιοχή μιάς τοπικής Εκκλησίας, και ακόμη γίνονται Σύνοδοι Επισκόπων όλης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Ανατολικής και Δυτικής. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι διατυπώνουν με ακρίβεια ορισμένες θεμελιώδεις αλήθειες της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης υπερασπίζοντας την παλαιά διδασκαλία της Εκκλησίας κατά των διαστροφών των αιρετικών.
Οι Οικουμενικές Σύνοδοι επίσης διατυπώνουν ορισμένους Νόμους και Κανόνες που ρυθμίζουν την δημόσια και ιδιωτική χριστιανική ζωή, οι οποίοι καλούνται Εκκλησιαστικοί Κανόνες και απαιτείται από όλους τους πιστούς η υπακοή σ᾽ αυτούς. Τέλος, οι Οικουμενικές Σύνοδοι επιβεβαίωσαν διατάγματα ορισμένων Τοπικών Συνόδων και επίσης τις δογματικές εκθέσεις που συνέταξαν, ορισμένοι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως για παράδειγμα την Έκθεση της πίστεως του αγίου Γρηγορίου του θαυματουργού, Επισκόπου Νεοκαισαρείας,2 τους Κανόνες του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου3 και άλλων Πατέρων.
Όταν στην ιστορία της Εκκλησίας συνέβαινε Σύνοδοι Επισκόπων να εκφράζουν αιρετικές δοξασίες στις αποφάσεις τους, τότε η καθολική συνείδηση της Εκκλησίας ταρασσόταν και δεν ηρεμούσε μέχρις ότου στερεωνόταν πάλι η ορθόδοξη αλήθεια διά μέσου άλλης Συνόδου. Δεν πρέπει δε να λησμονούμε ότι οι Σύνοδοι της Εκκλησίας έκαναν τις δογματικές διατάξεις τους μετά από προσεκτική και πλήρη εξέταση όλων των χωρίων της Αγίας Γραφής των σχετικών με το θιγόμενο θέμα και ότι η ερμηνεία που έδωσε η οικουμενική Εκκλησία στα χωρία αυτά, αυτή είναι η σωστή ερμηνεία τους. Έτσι οι διατάξεις των Συνόδων οι σχετικές με την πίστη εκφράζουν την αρμονία της Αγίας Γραφής και της καθολικής Παράδοσης της Εκκλησίας. Γι᾽ αυτόν τον λόγο οι διατάξεις αυτές έγιναν αυθεντικές, απαραβίαστες, έγιναν η οικουμενική και ιερή Παράδοση της Εκκλησίας, που στηρίζεται στην Αγία Γραφή και την Αποστολική Παράδοση.
Πολλές αλήθειες της πίστης μας είναι τόσο σαφείς από την Αγία Γραφή, ώστε δεν μπορούν να παρερμηνευθούν από τους αιρετικούς· έτσι σχετικά με τις αλήθειες αυτές δεν έχουμε ειδικές διατάξεις των Συνόδων. Άλλες όμως αλήθειες, που τα σχετικά με αυτές χωρία της Αγίας Γραφής επιδέχονται παρερμηνείες από τους αιρετικούς, στερεώνονται από τις Συνόδους.
Όλες οι δογματικές διατάξεις των Συνόδων, όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι αναγνωρίζουν ως πρωταρχικό και θεμελιώδες το Σύμβολο πίστεως της Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως4 και απαγορεύουν οποιαδήποτε αλλαγή σ᾽ αυτό, όχι μόνο αλλαγή στις ιδέες, αλλά και στα λόγια, είτε προσθέτοντας είτε αφαιρώντας (διάταξη της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου, που επαναλήφθηκε από την Δ´, Ε´, ΣΤ´ και Ζ´ Οικουμενική Σύνοδο).
Οι αποφάσεις οι σχετικές με την πίστη τοπικών Συνόδων ή μερικές εκθέσεις αγίων Πατέρων, που γίνονται παραδεκτές από όλη την Εκκλησία, αριθμούνται στον δεύτερο Κανόνα της ΣΤ´ Οικουμενικής Συνόδου (της εν Τρούλλω).5
ΔΟΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Στην εκκλησιαστική ορολογία Δόγματα είναι οι αλήθειες της χριστιανικής διδασκαλίας, οι αλήθειες της πίστης μας και Κανόνες είναι οι εντολές οι σχετικές με την εκκλησιαστική τάξη και διοίκηση, με τις υποχρεώσεις της εκκλησιαστικής ιεραρχίας και κάθε χριστιανού, που προέρχονται από την ευαγγελική και αποστολική διδασκαλία. Γιά την έννοια της λ. «Κανόνας» βλ. υποσ. 9, του 3ου δογμ. μαθήματος.
ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΩΣ ΟΔΗΓΟΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΙΣΤΗΣ
Σε θέματα πίστης, για την ορθή έννοια των αγίων Γραφών και για να διακρίνουμε την αυθεντική παράδοση της Εκκλησίας από ψευδείς διδασκαλίες, επικαλούμαστε τα έργα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, γιατί παραδεχόμαστε ότι η ομοφωνία όλων των Πατέρων και διδασκάλων της Εκκλησίας μας στην διδασκαλία της πίστης μας είναι ένα αναμφίβολο σημείο της αλήθειάς της. Οι φιλόσοφοι έστησαν «πύργο Βαβέλ», γιατί οι ιδέες τους προκαλούν σύγχυση. Οι άγιοι Πατέρες έστησαν πύργο ομοφωνίας! Ενώ υπήρξαν ποικίλοι στους τρόπους, όμως βίωναν όλοι και κήρυτταν την ίδια πίστη. Οι άγιοι Πατέρες υπεράσπισαν την αλήθεια της πίστης μας με σθένος πολύ, μη φοβούμενοι ούτε τις απειλές, ούτε τους διωγμούς, ούτε και αυτόν τον θάνατο.
Μελετώντας τα ιερά συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας μας μαθαίνουμε τα δόγματα της πίστης μας με τις μαρτυρίες μάλιστα γι᾽ αυτά από την Αγία Γραφή· και ακόμη από τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων μαθαίνουμε την ηθική διδασκαλία των δογμάτων, το πως θα μπορέσουμε να βιώσουμε τα δόγματα στην ζωή μας. Χρειάζεται όμως προσοχή σε μερικές προσωπικές γνώμες των Πατέρων και διδασκάλων της Εκκλησίας σε θέματα που δεν έχουν καθοριστεί ακριβώς από την Εκκλησία. Οι γνώμες αυτές δεν πρέπει να συγχέονται με τα δόγματα, κατά την ακριβή έννοια της λέξης· δεν αναγνωρίστηκαν ως πλήρως σύμφωνες με την γενική καθολική πίστη της Εκκλησίας και γι᾽ αυτό δεν έχουν πλήρη αυθεντικότητα.6
ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ
Η καθολική συνείδηση της Εκκλησίας μας, σ᾽ ο,τι αφορά στην διδασκαλία της πίστη μας, εκφράζεται επίσης στην ορθόδοξη λατρεία μας και είναι καταγραμμένη στα λειτουργικά μας βιβλία. Όποιος διαβάζει και κατανοεί τα βιβλία αυτά γνωρίζει, πραγματικά, την ορθόδοξη πίστη μας. Οι συνθέτες και ποιητές των ύμνων της Εκκλησίας μας ήταν μεγάλοι θεολόγοι, ήταν θεοφόροι άνθρωποι. Γιά παράδειγμα αναφέρουμε την «Παρακλητική» ή «Οκτώηχο», το πιο σπουδαίο βιβλίο της Ορθόδοξης λατρείας μας. Το βιβλίο αυτό είναι κυρίως έργο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, αγίου πατέρα του 8ου αιώνα, που εκφράζει την ορθόδοξη θεολογία των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Η ορθόδοξη λατρεία μας εκφράζει πολύ πιστά την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας μας και σε δογματικά και σε ηθικά θέματα. Αυτό εκφράζεται καθαρά στο παρακάτω Κοντάκιο της ακολουθίας των αγίων τριακοσίων δέκα οκτώ θεοφόρων Πατέρων της Α´ Οικουμενικής Συνόδου: «Των Αποστόλων το κήρυγμα και των Πατέρων τα δόγματα, τη Εκκλησία, μίαν την πίστιν εσφράγισαν· η και χιτώνα φορούσα της αληθείας, τον υφαντόν εκ της άνω θεολογίας, ορθοτομεί και δοξάζει της ευσεβείας το μέγα μυστήριον».
ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ
«Σύμβολα» στην Εκκλησία μας καλούνται κείμενα, που έχουν διατυπωμένους τους όρους της πίστης μας ή και σημεία που παριστάνουν κάποια αλήθεια της πίστης, όπως ο ιχθύς (Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ), ο Σταυρός κ.α.
Γενικά η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία μας δεν έχει συμβολικά βιβλία, που να συντάχθηκαν από Οικουμενική Σύνοδο ή από Πατέρες, έχουμε όμως τα εξής Σύμβολα:
α) Το Αποστολικό Σύμβολο, που λέγεται έτσι γιατί έχει αποστολικό περιεχόμενο, όπως λέει ο άγιος Κύριλλος ο Ιεροσολύμων,7 και όχι γιατί συντάχθηκε από τους αγίους Αποστόλους, όπως πιστευόταν παλαιότερα από λανθασμένη πληροφορία του Ρουφίνου. Κατά τους λόγους του Κυρίου μας (βλ. Ματθ. 28,19) όσοι εδέχοντο το κήρυγμα των Αποστόλων έπρεπε να βαπτίζονται εις το όνομα της Αγίας Τριάδος. Δημιουργήθηκε, λοιπόν, η ανάγκη από την αρχή να γίνει μια σύντομη ομολογία πίστης, που θα περιελάμβανε τις γενικώτερες αλήθειες του Χριστιανισμού περί Αγίας Τριάδος και Εκκλησίας. Η ομολογία αυτή σιγά-σιγά δεχόταν διάφορες προσθήκες για μια πληρέστερη έκθεση, αλλά κυρίως για την αντίκρουση των αναφανεισών αιρέσεων. Πάντως το Αποστολικό Σύμβολο συντάχθηκε προ του 200 π.Χ. και η αρχαιότερη μορφή του πρέπει να αναζητηθεί στους αποστολικούς χρόνους, σύμφωνα και με το αποστολικό χωρίο: «Ωμολόγησας την καλήν ομολογίαν ενώπιον πολλών μαρτύρων» (Α´ Τιμ. 6,12).
β) Το Σύμβολο της Νικαίας και Κωνσταντινουπόλεως, το λεγόμενο «Σύμβολο της Πίστεως» ή κοινώς «Πιστεύω». Αποτελείται από δώδεκα άρθρα, από τα οποία τα μεν πρώτα επτά θεσπίστηκαν από την Α´ Οικουμενική Σύνοδο στην Νίκαια της Βιθυνίας (325 μ.Χ.) και τα υπόλοιπα πέντε από την Β´ Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη (381 μ.Χ.). Δεν πρόκειται για δύο διαχωρισμένα μεταξύ τους σύμβολα, αλλά για ένα ενιαίο σύμβολο, το οποίο εξέδωσε η Α´ Οικουμενική Σύνοδος, ενώ η Β´ Οικουμενική Σύνοδος το ανέπτυξε πλατύτερα, γιατί εν τω μεταξύ εμφανίστηκαν νέες αιρέσεις και χρειαζόταν ένα περισσότερο άρτιο δογματικό σύμβολο.
γ) Το Σύμβολο του Αθανασίου. Έτσι καλείται μια εκτενής ομολογία στην Αγία Τριάδα, που συντάχθηκε από τον Πατέρα της Ορθοδοξίας Αθανάσιο για βεβαίωση της ορθοδοξίας του και δόθηκε στον επίσκοπο Ρώμης Ιούλιο κατά την πρώτη ή δεύτερη εξορία του στην Δύση. Σήμερα όμως πιστεύεται ότι η ομολογία αυτή δεν είναι του αγίου Αθανασίου, γιατί ποτέ αυτός δεν έλαβε αφορμή να συντάξει αυτήν· αντίθετα ο άγιος Αθανάσιος στον τόμο του προς Αντιοχείς λέει ότι μετά τον καθορισμό της εν Νικαία πίστεως κάθε άλλο σύμβολο είναι περιττό και επιβλαβές. Το Σύμβολο αυτό εμφανίστηκε κατά πρώτον τον 5ο αιώνα χωρίς να γνωρίζουμε ποιός είναι ο συντάκτης του.
Γενικές ερμηνείες του Συμβόλου της πίστης μας και όλης της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας βρίσκει κανείς στις ερμηνείες των Κανόνων των αγίων Αποστόλων, των Κανόνων των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων από τον άγιο Νικόδημο (Πηδάλιο) και στα συγγράμματα των αγίων Πατέρων.
Η θεολογία της Ρωσικής Εκκλησίας χρησιμοποιεί επίσης ως συμβολικά βιβλία δυό εκθέσεις της πίστης που προεκλήθησαν από την ανάγκη να παρουσιαστεί η Ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία κατά της διδασκαλίας των μη Ορθοδόξων ομολογιών της δεύτερης χιλιετηρίδας. Τα βιβλία αυτά είναι:
Η Ομολογία της ορθοδόξου πίστεως του Δοσιθέου, Πατριάρχου Ιεροσολύμων, η οποία διαβάστηκε και επιδοκιμάστηκε στην Σύνοδο της Ιερουσαλήμ το 1672. Πέντε χρόνια αργότερα η Ομολογία αυτή στάλθηκε εξ ονόματος όλων των Πατριαρχών της Ανατολής ως απάντηση εις ερώτημα της Αγγλικανικής εκκλησίας, και είναι, λοιπόν, η Ομολογία της ορθοδόξου πίστεως του Δοσιθέου ευρύτερα γνωστή με το όνομα «Εγκύκλιος των Πατριαρχών της Ανατολής περί της Ορθοδόξου πίστεως».
Σ᾽ αυτήν την κατηγορία επίσης περιλαμβάνεται και η Ορθόδοξη ομολογία του Πέτρου Μογίλα, Μητροπολίτου Κιέβου, η οποία εξετάστηκε και διορθώθηκε σε δύο τοπικές Συνόδους, του Κιέβου το 1640 και στην Σύνοδο του Ιασίου το 1643 και έπειτα εγκρίθηκε από τέσσερις οικουμενικούς Πατριάρχες και τους Ρώσους Πατριάρχες Ιωακείμ και Ανδριανό.
Η Ορθόδοξη Χριστιανική Κατήχηση του Μητροπολίτου Μόσχας Φιλαρέτου, εκδοθείσα το 1870, απολαμβάνει την ίδια τιμή στην Ρωσική Εκκλησία, ιδιαίτερα το τμήμα που περιέχει την έκθεση του Συμβόλου της πίστεως. Η Κατήχηση αυτή εγκρίθηκε από την Σύνοδο των Επισκόπων και δημοσιεύτηκε για διδασκαλία στα Σχολεία και για μελέτη από όλους τους χριστιανούς.8
ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ
Μία διεξοδική έκθεση όλης της χριστιανικής διδασκαλίας για την πίστη μας την λέμε «Σύστημα δογματικής θεολογίας», ή απλώς «Δογματική». Ένα πλήρες τέτοιο δογματικό σύστημα, πολύ αξιόλογο για την ορθόδοξη θεολογία μας, γράφτηκε τον 8ο αιώνα από τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό με τον τίτλο «Έκθεσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως». Σ᾽ αυτό το έργο, μπορεί να πεί κανείς, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός συνέλεξε όλη την θεολογική σκέψη των Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας μέχρι τον 8ο αιώνα.
Στην πατρίδα μας έχουμε μεταξύ των άλλων τις εξής σπουδαίες Δογματικές: α) Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας του Χρήστου Ανδρούτσου (Αθήναι 1903), β) Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας του Παναγιώτου Τρεμπέλα (σε τρεις τόμους. Αθήναι 1959) γ) Δογματική και Συμβολική θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας του Πρωτοπρ. Ιωάννου Ρωμανίδου (σε δυό τόμους. Θεσσαλονίκη 1983). Ομοίως δύο τόμοι Δογματικής Διδασκαλίας του ιδίου μακαριστού πατρός, μεγάλου (του μεγαλυτέρου ίσως) θεολόγου του 20ου αι., εκδοθέντες υπό του λογίου Επισκόπου, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου με ιδική Του (του Σεβασμιωτάτου) σύνθεση και σύνταξη, ε) Δογματική και Συμβολική θεολογία του Νίκου Ματσούκα (σε δυό τόμους. Θεσσαλονίκη 1985) και άλλα δογματικά εγχειρίδια.
Επίσης και στα παλαιότερα και στα νεώτερα χρόνια εκτός από τα γενικά συγγράμματα Δογματικών έχουν γραφεί αξιόλογες εργασίες σε επί μέρους κεφάλαια και θέματα της Δογματικής. Απ᾽ αυτές σημειώνουμε ιδιαίτερα τις εργασίες του Χ. Ανδρούτσου,9 του Ι. Καρμίρη,10 του πατρός Ιωάννου Ρωμανίδου11 και του Μ. Φαράντου.12
Από τους Ρώσους θεολόγους τα σπουδαιότερα έργα δογματικής θεολογίας έγραψαν τον δέκατο ένατο αιώνα οι: Μακάριος, Μητροπολίτης Μόσχας (Ορθόδοξη Δογματική Θεολογία· μεταφράστηκε στην Γαλλική σε δύο τόμους)· Φιλάρετος, Αρχιεπίσκοπος του Chernigon (Ορθόδοξη Δογματική Θεολογία, σε δυό μέρη)· Σίλβεστρος, Επίσκοπος και πρύτανις της θεολογικής Ακαδημίας του Κιέβου (Δοκίμιο στην Ορθόδοξη Δογματική Θεολογία, με ιστορική έκθεση του Δόγματος, σε πέντε τόμους) Νικόλαος, Πρωτοπρεσβύτερος Μαλινόφσκυ (᾽Ορθόδοξη Δογματική Θεολογία, σε τέσσερις τόμους και ένα εγχειρίδιό της σε δυό μέρη) και ο Ρ. Σβιέτλωβ, Πρωτοπρεσβύτερος (Η χριστιανική διδασκαλία της πίστης, μια απολογητική έκθεση).13
Η ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Η δογματική θεολογία της Εκκλησίας μας έχει σκοπό να στερεώσει στην συνείδηση των πιστών τις αλήθειες της πίστης μας, που η Εκκλησία έχει ομολογήσει από την αρχή. Καί κατά πρώτον η δογματική θεολογία έργο έχει να διατυπώσει ακριβώς ορθόδοξα τις αλήθειες αυτές της πίστης μας, δηλαδή να διατυπώσει τα δόγματα· έπειτα δε να αναφέρει που στην Αγία Γραφή και την ιερή Παράδοση της ᾽Εκκλησίας μας στηρίζονται οι αλήθειες αυτές, τα δόγματα αυτά, όπως έτσι τα έχει διατυπώσει. Έτσι, με την ισχυρή προπαντός αγιογραφική θεμελίωση των δογμάτων της ορθόδοξης Εκκλησίας μας, θα μπορούν οι πιστοί να αποκρούουν τους αιρετικούς και γενικά να είναι έτοιμοι να δίνουν απολογία στον καθένα που τους ρωτάει για την πίστη τους (βλ. Α´ Πετρ. 3,15), γιατί θα γνωρίζουν τα δόγματά της, τις αλήθειες της.
Η δογματική θεολογία δεν πρόκειται να «ανακαλύψει» νέες αλήθειες της πίστης μας, γιατί, όπως γνωρίζουμε και όπως ήδη είπαμε, η πλήρης αποκάλυψη της πίστης μας δόθηκε διά των αγίων Αποστόλων. Ένας δηλαδή χριστιανός του αιώνα μας και κάθε αιώνα, δεν πρόκειται να πεί καμμιά νέα αλήθεια που να μην έχει ανακαλυφθεί, μπορεί όμως, αν έχει καθαρότητα καρδιάς, με τον φωτισμό του Θεού να εισχωρήσει βαθύτερα στην παραδοθείσα «άπαξ» στους ανθρώπους πίστη (Ιούδ. στιχ. 3). Καί αυτό το πέτυχαν οι άγιοι Πατέρες, οι οποίοι βιώνοντας την πίστη με την αγία τους ζωή εμβάθυναν σ᾽ αυτήν όλο και περισσότερο· γι᾽ αυτό, και μας είναι πολύ απαραίτητη η πατερική διδασκαλία στα δόγματα της πίστης μας. Σε κάθε εποχή δε οι άγιοι Πατέρες τόνιζαν και κάποια άλλη πλευρά των αληθειών της πίστης μας, γιατί εμφανίζονταν και νέες αιρέσεις, που έπρεπε να πολεμηθούν με την προβολή και εξήγηση της πλευράς της αλήθειας της πίστης που έθιγαν οι αιρετικοί.14
ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ
Η δογματική θεολογία είναι για τον πιστό χριστιανό. Δηλαδή, δεν δημιουργεί πίστη στον άνθρωπο, αλλά προϋποθέτει υπάρχουσα σ᾽ αυτόν την πίστη. Ο δίκαιος άνθρωπος της Παλαιάς Διαθήκης λέει: «Επίστευσα, διό ελάλησα» (Ψαλμ. 115,1). Καί ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός αποκάλυψε τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού στους μαθητές Του, αφού πρώτα αυτοί πίστεψαν σ᾽ Αυτόν. «Κύριε» – είπε ο Πέτρος στον Χριστό – «σε ποιόν να πάμε; Έχεις λόγια ζωής αιωνίου, και εμείς έχουμε πιστέψει και γνωρίσει ότι Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζωντανού» (Ιωάν. 6,68-69). Η πίστη, και πιο συγκεκριμένα, η πίστη στον Υιό του Θεού, που ήρθε στον κόσμο, είναι η ακρογωνιαίος λίθος της Αγίας Γραφής· είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της προσωπικής μας σωτηρίας· και ακόμη είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της θεολογίας μας. «Όλα αυτά έχουν γραφεί για να πιστέψετε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού και πιστεύοντες να έχετε ζωή στο όνομα αυτού» (Ιωάν. 20,31), γράφει ο απόστολος Ιωάννης στο τέλος τού Ευαγγελίου του και την ίδια σκέψη την επαναλαμβάνει πολλές φορές στις επιστολές του· και την ίδια σκέψη πάλι την εκφράζουν όλα τα ιερά γραπτά των αγίων Αποστόλων. ΠΙΣΤΕΥΩ! Η Δογματική μας αρχίζει με αυτήν την ομολογία. Η ομολογία δε αυτή δεν πρέπει να είναι μια αφηρημένη έκφραση, αλλά μια συγκλονιστική μαρτυρία, μια δυνατή φωνή αγάπης προς τον Θεό. Γιά ένα άπιστο η δογματική θεολογία είναι χωρίς αποτέλεσμα, γιατί γι᾽ αυτόν ο Ιησούς Χριστός είναι «ένας λίθος στον οποίο θα προσκόψει και βράχος που θα τον κάνει να πέφτει» (Α´ Πετρ. 2,7-8· βλ. Ματθ. 21,44)!…
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ο Κανόνας λέει: «Δεύτερον του έτους σύνοδος γινέσθω των Επισκόπων και ανακρινέτωσαν αλλήλως τα δόγματα της ευσεβείας και τας εμπιπτούσας εκκλησιαστικάς αντιλογίας διαλυέτωσαν, άπαξ μεν, τη τετάρτη εβδομάδι της Πεντηκοστής, δεύτερον δε Υπερβερεταίου δωδεκάτη».
2. MPG 21,984.
3. MPG τ. 31.
4. Είναι το «Πιστεύω» («Πιστεύω εις ένα Θεόν…»), που το απαγγέλλουμε σε κάθε θεία Λειτουργία και σε άλλες ιερές ακολουθίες, όπως και στις ατομικές μας προσευχές.
5. Η Σύνοδος αυτή λέγεται «Πενθέκτη», έγινε το έτος 692 στην Κωνσταντινούπολη, στο περίφημο βασιλικό παλάτιο που λεγόταν «Τρούλλος». Η Σύνοδος έγινε έντεκα χρόνια μετά την ΣΤ´ Οικουμενική Σύνοδο, αλλά οι αποφάσεις της έγιναν δεκτές στην Ορθόδοξη Εκκλησία ως συνέχεια των αποφάσεων εκείνης. Βλ. τον δεύτερο Κανόνα της εν Τρούλλω αυτής Συνόδου στο Πηδάλιο, έκδοση «Αστέρος» σ. 220.
6. Ως ένα παράδειγμα τέτοιων προσωπικών γνωμών μπορεί να λάβει κανείς την εσφαλμένη γνώμη του αγίου Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης ότι η κόλαση δεν είναι αιώνια και ότι όλα – συμπεριλαμβανομένων και των δαιμόνων – θα σωθούν τελικά. Η γνώμη αυτή απορρίφθηκε από την Εκκλησία ως αντίθετη με την καθολική συνείδησή της, αλλά ο ίδιος ο άγιος Γρηγόριος αναγνωρίζεται ως άγιος Πατέρας της Εκκλησίας και γίνεται δεκτή η άλλη του διδασκαλία χωρίς καμμιά αμφιβολία. Γιά την προσοχή της Εκκλησίας μας σε μερικές εσφαλμένες προσωπικές ιδέες των Πατέρων βλ. την μελέτη του Seraphim Rose “The Place of Blessed Augustine in the Orthodox Church” στο περιοδικό The Orthodox World, 1978, No 79 και 80.
7. Kατήχησ. Ε´.
8. Γιά περισσότερα στα παραπάνω βλ. Χρήστου Ανδρούτσου Συμβολική σ. 24-25.
9. Σπουδαίος πανεπιστημιακός διδάσκαλος, όπως φαίνεται από τα βιβλία του, τα αυστηρώς με ορθόδοξο πνεύμα γραμμένα, και όπως το ομολογούν οι επιζώντες ακόμη μαθητές του. Γιά να εκτιμήσει όμως κανείς την προσφορά του διδασκάλου αυτού της θεολογίας στην χώρα μας, θα πρέπει να τον κρίνει από την εποχή στην οποία έζησε.
10. Θεωρείται από όλους ο καλύτερος δογματολόγος. Κατάγεται από την Φωκίδα (χωρίον Μπράλλος – Παρνασσίδος).
11. Ο πατήρ αυτός είναι βαθύς γνώστης των Πατέρων της Εκκλησίας μας και γι᾽ αυτό εκφράζει πολύ καλά το πνεύμα της Ορθοδόξου θεολογίας.
12. Σπουδαίος δογματολόγος, συγγραφεύς πολλών δογματικών και άλλων θεολογικών εργασιών. Από τα έργα του σημειώνουμε ιδιαίτερα Δογματικά και Ηθικά Ι, Αθήναι 1983 (σελίδες 513) και Η περί Θεού ορθόδοξος διδασκαλία, Αθήναι 1985 (σελίδες 586). Κατάγεται από την Φωκίδα (Δεσφίνα – Παρνασσίδος).
13. Αυτά τα ρωσικά δογματικά συστήματα του 19ου αιώνα όπως και δικές μας, στην ελληνική γλώσσα, γραμμένες δογματικές (ιδιαίτερα του Ανδρούτσου και του Τρεμπέλα) κρίθηκαν από μερικούς συγχρόνους ορθοδόξους ότι έχουν «δυτικές επιρροές». Αυτή η κριτική, αν και δικαιώνεται σε μερικά σημεία, είναι όμως μονόπλευρη και άδικη και οδηγεί σε έπαρση, στην υπερήφανη πίστη ότι η σημερινή θεολογία «καθαρίζεται» και γίνεται αμόλυντη από ξένες επιδράσεις. Η αλήθεια είναι ότι η διαίρεση της θεολογίας σε «κατηγορίες», η «συστηματοποίησή» της, που παρατηρείται στα δογματικά μας δοκίμια, είναι μάλλον ένας νεώτερος τρόπος, που είναι πραγματικά, δανεισμένος από την Δύση. Στις ορθόδοξες όμως δογματικές ο τρόπος αυτός είναι καθαρά εξωτερικός τρόπος έκφρασης, χρησιμοποιούμενος μόνο για την καλύτερη διδασκαλία των δογματικών αληθειών προς τους μαθητές, φοιτητές και πιστούς, χωρίς να επηρεάζει την ορθόδοξη εκφορά του δόγματος. Όπως ωραία γράφει σε υποσημείωσή του ο π. Σεραφείμ Ρόουζ, μεταφραστής στην Αγγλική της ρωσικά γραμμένης Δογματικής του πρωτοπρεσβυτέρου π. Μιχαήλ Ρομαζάνσκυ, «Father Michael himself has elsewhere defended these systems of theology for their usefulness in teaching theology in the schools against accusations of “scholasticism” which are totally unfair. In intent, these systems are only a 19th century attempt to do what St. John Damascene did in the 8th century and no one can deny that the basic content of these works is Orthodox» (Μνημ. έργο σ. 41).
14. Το μνημονευθέν έργο του Επισκόπου Σιλβέστρου, «Δοκίμιο στην Ορθόδοξη Δογματική Θεολογία, με ιστορική έκθεση του Δόγματος», σε πέντε τόμους, έχει καταχωρημένη την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας μας επί των ιερών δογμάτων κατά ιστορική σειρά.