ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΙΝΑ: Η «μεγάλη έξοδος» του Αρχιεπισκόπου Σιναίου κ. Δαμιανού από την Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης δεν είναι μια απλή μετακίνηση υψηλής εκκλησιαστικής προσωπικότητας. Είναι μια σύνθετη, επιχειρησιακή αποστολή, με διακλαδωμένο συντονισμό και σαφές αποτύπωμα κρατικής ισχύος.
Ρεπορτάζ: Γιώργος Θεοχάρης
Σύμφωνα με πληροφορίες, σήμερα 5 Σεπτεμβρίου 2025 απογειώνεται από την Αθήνα ειδικό αεροσκάφος με επικεφαλής την υφυπουργό Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και, στο επιχειρησιακό σκέλος για τα θρησκευτικά ζητήματα, τον Γενικό Γραμματέα Θρησκευμάτων Γιώργο Καλατζή.
Η αερογέφυρα Αθήνα–Σαρμ Ελ Σέιχ, οι χερσαίες συνοδείες μέχρι το Όρος Σινά και η επιστροφή στην Ελλάδα ακολουθούν πρωτόκολλο που θυμίζει στρατιωτική επιχείρηση με πολιτικά μέσα.
Το «σκάκι» του σχεδιασμού
Η επιχείρηση φέρει τη σφραγίδα του ελληνικού κρατικού μηχανισμού: ο πολιτικός έλεγχος και οι διπλωματικές επαφές ανήκουν στο Υπουργείο Εξωτερικών, που έχει τον πρώτο ρόλο στις συνεννοήσεις με τις αιγυπτιακές αρχές για τα σημεία διέλευσης, τις ζώνες ασφαλείας και τη συνοδεία. Παράλληλα, το θρησκευτικό και θεσμικό πλαίσιο υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, το οποίο διαχειρίζεται την ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στη φροντίδα για την υγεία και ασφάλεια του Αρχιεπισκόπου και τον σεβασμό στην εσωτερική τάξη της ιστορικής Μονής.
Στην αεροπορική πτυχή, η πτήση εκτελείται με ειδικές διατυπώσεις, υπό την εποπτεία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, με slot που εξασφαλίζει ελάχιστη καθυστέρηση στην προσγείωση στο Σαρμ Ελ Σέιχ. Στο έδαφος, το convoy θα κινηθεί σε τμήματα, με εναλλασσόμενα οχήματα και checkpoints, ακολουθώντας διαδρομή περίπου 3,5 ωρών μέχρι την περιοχή του Όρους Σινά.
Η «επαφή» στη Μονή και το παράθυρο χρόνου
Το κρίσιμο σημείο της αποστολής είναι η «επαφή» στη Μονή. Η ομάδα θα εισέλθει με περιορισμένο αποτύπωμα, ώστε να αποφευχθεί κάθε εικόνα «αστυνομικοποίησης» του χώρου. Πρώτο βήμα, ο ιατρικός έλεγχος του Αρχιεπισκόπου. Δεύτερο, η ταχεία προετοιμασία της αναχώρησης με εθελούσια συνοδεία στενών συνεργατών του (σύμφωνα με τις πληροφορίες, το σχήμα περιλαμβάνει έως δέκα άτομα, μοναχούς και λαϊκούς). Το παράθυρο χρόνου είναι στενό: η παραμονή στη Μονή ορίζεται σε «όσο χρειαστεί» για να ολοκληρωθούν τα τυπικά, χωρίς όμως να δημιουργηθούν συνθήκες έντασης.
Η επόμενη μέρα στο Σινά
Μετά την αποχώρηση, ο χώρος «επιστρέφει» σε συνθήκες κανονικότητας: ανοίγουν ξανά οι πύλες για προσκυνητές και επισκέπτες, ενώ οι αντιδρώντες στις επιλογές του Αρχιεπισκόπου μοναχοί δηλώνουν έτοιμοι να επανεκκινήσουν τη λειτουργία της καθημερινής λατρευτικής ζωής. Ωστόσο, ο πραγματικός πήχης είναι ψηλότερος: η Μονή αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και η εικόνα της έχει διεθνή αντίκτυπο. Η αναφορά στην UNESCO δεν είναι τυπική· είναι υπενθύμιση ότι ο τρόπος που θα εξελιχθούν οι εσωτερικές διεργασίες ενδιαφέρει πέρα από τα σύνορα Ελλάδας και Αιγύπτου.
Σε θεσμικό επίπεδο, η Εκκλησία της Ελλάδος –ως φυσικός συνομιλητής για θέματα θρησκευτικής Ελληνορθόδοξης παρουσίας– παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, με σταθερή γραμμή θεσμικής ψυχραιμίας και προσήλωσης στους ιερoύς κανόνες, όπως υπογραμμίζει διαρκώς στα δημόσια κείμενά της η Εκκλησία της Ελλάδος. Το επόμενο 48ωρο αναμένονται κινήσεις για τη διαδικασία διαδοχής, ώστε να μην υπάρχει παρατεταμένο κενό διοίκησης.
Το «νήμα» της διπλωματίας
Η Αθήνα δεν κινείται σε κενό. Η Πρεσβεία της Ελλάδος στο Κάιρο και το Γενικό Προξενείο, υπό τον συντονισμό του Υπουργείου Εξωτερικών, έχουν ενεργοποιήσει διαύλους με τα αρμόδια αιγυπτιακά υπουργεία (Εσωτερικών, Πολιτισμού/Αρχαιοτήτων) για να διασφαλιστεί ότι οι μετακινήσεις γίνονται υπό καθεστώς πλήρους προστασίας, χωρίς αιφνιδιασμούς και με απόλυτο σεβασμό στη νομιμότητα. Στο παρασκήνιο, το ελληνικό επιτελείο διαβαθμίζει τα ρίσκα: από απλές καθυστερήσεις στα σημεία ελέγχου, μέχρι επικοινωνιακές παρεξηγήσεις που θα μπορούσαν να αλλοιώσουν την εικόνα της επιχείρησης.
Γιατί τώρα;
Η συγκυρία δεν είναι τυχαία. Η συσσωρευμένη ένταση γύρω από τις επιλογές διοίκησης, αλλά και η ανάγκη αποσυμπίεσης του κλίματος εντός της αδελφότητας, οδηγούν σε λύση που αφενός προστατεύει τον Αρχιεπίσκοπο Δαμιανό, αφετέρου επιτρέπει στη Μονή να περάσει σε φάση ομαλοποίησης. Παράλληλα, ο σχεδιασμός μεταφέρει ένα σαφές μήνυμα: οι θρησκευτικοί θεσμοί με διεθνή ακτινοβολία αντιμετωπίζονται με το μέγιστο επίπεδο μέριμνας από την ελληνική πολιτεία.
Τα ανοιχτά μέτωπα
Η επόμενη μέρα έχει τρία ερωτήματα: (α) ποιο σχήμα προσωρινής διοίκησης θα εξασφαλίσει «ήπιες μεταβάσεις» μέχρι την εκλογή νέου προκαθημένου, (β) πώς θα αποτραπεί η ανακύκλωση εντάσεων στο εσωτερικό της αδελφότητας, (γ) με ποια εργαλεία θα προστατευθεί η πολιτιστική αξία της Μονής σε συνεργασία με εθνικές και διεθνείς αρχές. Εδώ, ρόλο-κλειδί αναλαμβάνει και το Υπουργείο Πολιτισμού, με τεχνογνωσία στη διαχείριση μνημείων και στην επεξεργασία πρωτοκόλλων προστασίας.
Η «υπογραφή» του κράτους
Το γεγονός ότι η επιχείρηση φέρει ορατή την υπογραφή δύο υπουργείων δεν είναι τυπικό. Σηματοδοτεί ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει το ζήτημα ως υπόθεση κύρους, όπου η ασφάλεια ενός υψηλού ιεράρχη, η διεθνής εικόνα ενός κορυφαίου ορθόδοξου κέντρου και η πολιτιστική διάσταση συνυφαίνονται. Η τεχνική λεπτομέρεια –από το flight plan και τους χρόνους εδάφους μέχρι τα «σιωπηλά» escorts– δείχνει ότι ο σχεδιασμός έχει γίνει με επαγγελματικά στάνταρ.
Στο τέλος της ημέρας, η επιχείρηση «Σινά» κρίνεται σε δύο επίπεδα: στην ασφάλεια και αξιοπρέπεια της επιστροφής του Αρχιεπισκόπου Δαμιανού και στη σταθερότητα που θα ακολουθήσει εντός της Μονής. Αν αυτά επιτευχθούν, τότε η Ελλάδα θα έχει κερδίσει κάτι περισσότερο από μια δύσκολη αποστολή: θα έχει αποδείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει ως εγγυήτρια θεσμικής σοβαρότητας σε ένα σημείο με υψηλό θρησκευτικό και πολιτιστικό συμβολισμό.