ΟΠΕΚΕΠΕ: Η ελληνική γεωργία βρίσκεται για ακόμη μια φορά στο επίκεντρο αρνητικών εξελίξεων. Από τη μία πλευρά, η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ συνεχίζει να σέρνει μια βαριά «ρετσινιά» εις βάρος των αγροτών, με τη δημόσια συζήτηση να επικεντρώνεται σε μεμονωμένα περιστατικά «πονηρών παραγωγών», αντί να φωτίζονται οι πραγματικοί υπεύθυνοι.
Ρεπορτάζ: Γιώργος Θεοχάρης
News: Από την άλλη, η διεθνής αγορά σκληρού σίτου κινείται σε τιμές που καθορίζονται εκτός Ελλάδας – με την Τουρκία, τη Ρωσία και την Ιταλία να βάζουν τον τόνο – αφήνοντας τους Έλληνες παραγωγούς εκτεθειμένους σε πιέσεις και αβεβαιότητες.
Ο κουρνιαχτός του ΟΠΕΚΕΠΕ και η «σιωπή» για τους υπεύθυνους
Η πολύκροτη υπόθεση που απασχόλησε έντονα τους πρώτους μήνες του καλοκαιριού, με αφορμή τη δικογραφία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, δείχνει να «ξεχνιέται» με τις πρώτες βροχές του Αυγούστου. Οι πολιτικές ευθύνες μοιάζουν να σβήνουν, ενώ οι πραγματικοί σκηνοθέτες του κυκλώματος παραμένουν στο απυρόβλητο. Υπάλληλοι του Οργανισμού, στελέχη που είχαν καθοριστικό ρόλο στον σχεδιασμό και πολιτικοί που επί χρόνια ανέχθηκαν το «πάρτι» με τις κοινοτικές ενισχύσεις, σήμερα φαίνεται να παραμένουν αλώβητοι.
Η ρητορική, ωστόσο, αφήνει το στίγμα της στην κοινωνία: οι αγρότες παρουσιάζονται συλλήβδην ως «συμμέτοχοι» σε μια απάτη, όταν στην πραγματικότητα η πλειονότητα αγωνίζεται καθημερινά να κρατήσει ζωντανές τις εκμεταλλεύσεις της. Η ζημιά δεν είναι μόνο οικονομική – καθώς εκατομμύρια ευρώ επιστρέφονται αναγκαστικά στα ευρωπαϊκά ταμεία – αλλά και ηθική, πλήττοντας την αξιοπιστία του πρωτογενούς τομέα.
Η Ευρωπαϊκή διάσταση και η ΚΑΠ
Η παραποίηση των κανόνων της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) δεν είναι απλώς ελληνική υπόθεση. Όταν οι κοινοτικές ενισχύσεις διοχετεύονται σε λάθος τσέπες, η Ελλάδα χάνει την ευκαιρία να σχεδιάσει σοβαρές στρατηγικές για την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Το αποτέλεσμα είναι η εγκατάλειψη της παραγωγής από παλιούς αγρότες, η απογοήτευση των νέων και η σταδιακή ερήμωση της υπαίθρου.
Αντί για αναδιάρθρωση καλλιεργειών και επένδυση σε καινοτομία, η χώρα βρέθηκε για χρόνια εγκλωβισμένη σε ένα μοντέλο που εξυπηρετούσε κυκλώματα. Η Βουλή συζήτησε το θέμα, αλλά οι «φλύαρες και αποπροσανατολιστικές» τοποθετήσεις έμειναν χωρίς ουσία, αφήνοντας στο σκοτάδι τους πρωταγωνιστές.
Το σιτάρι υπό διεθνή πίεση
Την ίδια στιγμή, οι τιμές του σκληρού σίτου διαμορφώνονται μακριά από την Ελλάδα. Η Τουρκική Αρχή Σιτηρών (TMO) ανακοίνωσε τιμές που ξεπερνούν τα 310 ευρώ ο τόνος, ενώ η Ρωσία, το Καζακστάν και η Μολδαβία κινούνται γύρω στα 280 ευρώ. Στην Ιταλία – και συγκεκριμένα στη Φότζια – η τελευταία λίστα έδωσε 297–302 ευρώ για τα ποιοτικά σιτάρια και 285–290 ευρώ για τις χαμηλότερες κατηγορίες.
Οι Έλληνες παραγωγοί παρακολουθούν αμήχανα, καθώς οι τιμές παραγωγού στο εσωτερικό έχουν χάσει 5%-6% από την έναρξη του θερισμού, αλλά παραμένουν άνω των 300 ευρώ/τόνο. Το παιχνίδι, όμως, παίζεται αλλού: στην Ιταλία καθορίζεται ουσιαστικά το σήμα για όλη τη Μεσόγειο.
Η ελληνική παραγωγή στο περιθώριο
Με την εγχώρια ζήτηση να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές και την ΕΛΣΤΑΤ να καταγράφει μειωμένα ποσοστά καλλιέργειας σε σχέση με προηγούμενες δεκαετίες, η ελληνική παραγωγή χάνει έδαφος. Οι μεγάλες βιομηχανίες ζυμαρικών πιέζουν για χαμηλότερες τιμές και σταθερές προμήθειες, ενώ οι παραγωγοί δεν έχουν ισχυρά εργαλεία διαπραγμάτευσης.
Η Διεπαγγελματική Οργάνωση Σιτηρών έχει προειδοποιήσει για τον κίνδυνο περαιτέρω υποχώρησης της καλλιέργειας αν δεν υπάρξουν κίνητρα και σταθερή στρατηγική. Οι παραγωγοί βλέπουν τα σιλό γεμάτα, αλλά την αγορά να τους κρατά σε αναμονή μέχρι να ξεκαθαρίσει το διεθνές τοπίο.
Σκάνδαλα και τιμές: η διπλή θηλιά
Ο συνδυασμός της «ρετσινιάς» από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ με τις πιέσεις στις τιμές του σιταριού δημιουργεί μια ασφυκτική κατάσταση για τους αγρότες. Από τη μία, κατηγορούνται άδικα ότι συμμετέχουν σε ένα κύκλωμα που λυμαίνεται τις ενισχύσεις. Από την άλλη, βλέπουν το εισόδημά τους να εξαρτάται από αποφάσεις που λαμβάνονται στην Άγκυρα, στη Μόσχα ή στη Ρώμη.
Οι ίδιοι ζητούν διαφάνεια και στήριξη. Θέλουν ο ΕΛΓΑ να λειτουργεί αποτελεσματικά για αποζημιώσεις, ο ΟΠΕΚΕΠΕ να αποκαταστήσει την αξιοπιστία του και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να χαράξει σαφή πολιτική. Χωρίς αυτά, η ελληνική ύπαιθρος θα συνεχίσει να χάνει δύναμη και ανθρώπους.
Οι συνέπειες για το μέλλον
Αν δεν αλλάξει η εικόνα, οι νέοι θα απομακρύνονται ακόμη περισσότερο από τη γη, οι επενδύσεις θα περιορίζονται σε μεγάλα ενεργειακά έργα που δεν έχουν σχέση με την αγροτική παραγωγή και οι τοπικές κοινωνίες θα βυθίζονται στην παρακμή. Η χώρα θα εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από εισαγωγές σε βασικά αγαθά, χάνοντας την αυτάρκεια και την ασφάλεια τροφίμων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να εντείνει τους ελέγχους στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ, ενώ οι διεθνείς αγορές γίνονται όλο και πιο ανταγωνιστικές. Αν η Ελλάδα δεν αποτινάξει την «κακή φήμη» και δεν οργανώσει ξανά τον πρωτογενή της τομέα, κινδυνεύει να μείνει ουραγός.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν αφορά μεμονωμένους αγρότες, αλλά ένα σύστημα που εκμεταλλεύτηκε τις κοινοτικές ενισχύσεις. Η δημόσια ρητορική που ρίχνει τη «ρετσινιά» στους παραγωγούς είναι άδικη και επικίνδυνη. Την ίδια ώρα, οι διεθνείς τιμές του σιταριού διαμορφώνονται σε επίπεδα που δεν ελέγχονται από την Ελλάδα, αφήνοντας τους παραγωγούς εκτεθειμένους.
Η χώρα χρειάζεται ξεκάθαρη στρατηγική: αποκατάσταση της αξιοπιστίας του ΟΠΕΚΕΠΕ, διαφάνεια στις πληρωμές, ενίσχυση της παραγωγής και στήριξη των αγροτών ώστε να αντέξουν τον διεθνή ανταγωνισμό. Μόνο έτσι θα μπορέσει η ελληνική γεωργία να σταθεί όρθια απέναντι σε ένα μέλλον γεμάτο προκλήσεις.