Ψυχή: Ο νούς που δεν σκορπίζεται προς τα έξω κι ούτε ξεχύνεται στον κόσμο μες από τις αισθήσεις, γυρνά στον εαυτό του. Και μες από τον εαυτό του, υψώνεται στη θεογνωσία. Τότε, τριγυρισμένος και ποτισμένος από τη λάμψη εκείνης της ομορφιάς…
Χρέος μας είναι, να φυλάμε το νου μέσα σε ησυχία. Το μάτι, όταν γυροφέρνει διαρκώς και τώρα στα πλάγια πάει κι έρχεται κι ύστερα προς τα ψηλά ή τα χαμηλά ολοένα αλλάζει κατεύθυνση, δεν μπορεί να κοιτάξει καθαρά ο,τι βρίσκεται απέναντί του. Πρέπει το βλέμμα να στερεωθεί πάνω στο ορατό, αν είναι να ιδείς καθαρά. Το ίδιο συμβαίνει και με το νου του ανθρώπου. Όταν μύριες κοσμικές έγνοιες τον τραβούν από παντού, δεν κατορθώνει ν’ ατενίσει ξάστερα την αλήθεια.
Απ’ όλα αυτά, μια είναι η φυγή:
Να χωρισθείς απ’ όλο τον κόσμο.
Κι αναχώρηση από τον κόσμο δεν είναι το να βρεθείς σωματικά έξω απ’ αυτόν, αλλά ν’ αποσπάσεις την ψυχή από τη συμπάθεια προς το σώμα και να μείνεις χωρίς πόλη, σπίτι, βίος, συντρόφους, χτήματα, μέσα για να ζεις, κοσμικά ενδιαφέροντα, συναλλαγές, γνώση των ανθρωπίνων διδαγμάτων, έτοιμος να εγκολπωθείς τα όσα τυπώνει στην καρδιά η θεία διδασκαλία.
Λοιπόν, γι’ αυτό το σκοπό, πολύ μας ωφελεί η ερημία, κατευνάζοντας τα πάθη μας κι επιτρέποντας στο λογικό να τα ξεριζώσει ολότελα από την ψυχή. Πότε είναι εύκολο να τιθασευθούν τα θηρία; Όταν προηγηθεί το χάδι. Έτσι κι οι επιθυμίες κι οι οργές κι οι φόβοι κι οι λύπες, αυτά τα φαρμάκια της ψυχής, αφού κατευνασθούν μέσα στον ησύχιο βίο και πάψουν να εξαγριώνονται με τον αδιάκοπο ερεθισμό, καταβάλλονται πιο εύκολα από τη δύναμη του λογικού.
Ας είναι λοιπόν ο τόπος όμοιος με το δικό μας τόπο, απαλλαγμένος από το συγχρωτισμό με ανθρώπους, έτσι που τίποτα το απ’ έξω να μη διακόπτει στη συνέχειά της την άσκηση. Η δε άσκηση της ευσέβειας τρέφει την ψυχή με τα θεία διανοήματα- Τι λοιπόν είναι πιο μακάριο από το να μιμείται κανείς στη γη τον αγγελικό κόσμο; Πως; Μόλις αρχίζει η μέρα, να ορμά στην προσευχή και να γεραίρει με ύμνους κι ωδές το Δημιουργό. Κι ύστερα, αφού ξεμυτίσει ο ήλιος, να πηγαίνει να εργασθεί, έχοντας συνοδό του παντού την προσευχή και τους ύμνους, σαν αλάτι να του νοστιμίζουν την εργασία.
Γιατί την ιλαρή κι άλυπη κατάσταση της ψυχής τη χαρίζουν οι παρηγοριές των ύμνων.
Η ησυχία λοιπόν είναι η βάση για την κάθαρση της ψυχής.
Τότε, ούτε η γλώσσα μιλά για κοσμικά πράγματα, ούτε τα μάτια περιδιαβάζουν πάνω σε προφαντά και καλοκαμωμένα σώματα, ούτε η ακοή λιγώνει την ψυχή με μουσικά ακροάματα συνθεμένα για να προκαλούν ηδονή, ούτε λόγια ευτράπελα και γελωτοποιά γρικάμε, που καθώς η πείρα μαρτυρεί, αποδυναμώνουν στο έπακρο την ψυχή.
Ο νούς που δεν σκορπίζεται προς τα έξω κι ούτε ξεχύνεται στον κόσμο μες από τις αισθήσεις, γυρνά στον εαυτό του. Και μες από τον εαυτό του, υψώνεται στη θεογνωσία. Τότε, τριγυρισμένος και ποτισμένος από τη λάμψη εκείνης της ομορφιάς, ξεχνά και το ίδιο το σώμα του. Δεν τον τραβούν πιά η φροντίδα της τροφής, ούτε η μέριμνα της ενδυμασίας.
Έχοντας ελευθερωθεί από τις γήινες έγνοιες, όλη του τη λαχτάρα τη στρέφει τώρα στο να κερδίσει τα αιώνια αγαθά. Δεν τον μέλει άλλο, παρά πως να πετύχει τη σωφροσύνη και την ανδρεία, τη δικαιοσύνη και τη φρόνηση και τις υπόλοιπες αρετές, όσες υπάγονται στις γενικές αυτές αρετές κι υπαγορεύουν στο ζηλωτή σωστά να ζει σε κάθε λεπτομέρεια.
Σπουδαιότατος δρόμος για να βρεί κανείς το τι πρέπει να κάνει, είναι η μελέτη των θεοπνεύστων Γραφών. Γιατί εκεί μέσα θα δεί τις εντολές που πρέπει να εφαρμόζει και τους βίους των μακαρίων ανδρών δοσμένους μες από τα γράμματα.
Είναι σαν έμψυχες εικόνες, που δείχνουν πως να πολιτεύεσαι σύμφωνα με το θείο θέλημα. Είναι πρότυπα αγαθών έργων, που καλείσαι να μιμείσαι. Έτσι, όποια έλλειψη αισθάνεσαι στον εαυτό σου, σαν σε κοινό ιατρείο εκεί παραμένοντας, βρίσκεις το κατάλληλο για την πάθησή σου φάρμακο…
Ας έχουμε υπ’ όψη τι κάνουν οι ζωγράφοι. Όταν αντιγράφουν κάποιο πρότυπο, δεν αποσπούν την προσοχή τους απ’ αυτό. Κι έτσι πασχίζουν να μεταφέρουν στο δικό τους έργο τέχνης όλα τα χαρακτηριστικά που βλέπουν εκεί.
Το ίδιο πρέπει να κάνει κι όποιος πασχίζει ν’ απεργασθεί τον εαυτό του τέλειο σε όλα τα μέρη της αρετής, θα κοιτά με προσοχή, σαν αγάλματα που κινούνται και δρούν, τους βίους των αγίων και θα κάνει δικό του ο,τι καλό έχουν, αντιγράφοντάς τους.
Αυτό, άλλωστε, σημαίνει το να κατοικεί μέσα μας ο Θεός:
Να τον έχουμε με τη μνήμη θρονιασμένο στα μύχιά μας. Έτσι γινόμαστε ναός του Θεού, όταν δεν διασπούν τη μνήμη οι γήινες φροντίδες.
Ο,τι στους άλλους είναι ο όρθρος, τα μεσάνυχτα είναι σε όσους ασκούνται στην ευσέβεια. Γιατί η νυχτερινή ησυχία χαρίζει στην ψυχή μεγάλη άνεση…
Μέγας Βασίλειος
Απ’ την 2η Επιστολή του, «Προς τον Φίλον Γρηγόριον».