Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: Ο Άγιος Γρηγόριος περί προσευχής.
Πρέπει νά καθαρίσουμε πρῶτα τόν ἑαυτό μας, ἔπειτα νά καθαρίσουμε ἄλλους. Νά ἀποκτήσουμε σοφία καί ἔπειτα νά κάνουμε καί τούς ἄλλους σοφούς. Νά γίνουμε φῶς, γιά νά φωτίσουμε. Νά πλησιάσουμε τόν Θεό οἱ ἴδιοι, γιά νά φέρουμε κοντά καί τούς ἄλλους. Νά ἁγιασθοῦμε, γιά νά ἁγιάσουμε.
Οὐδὲν γὰρ ἐδόκει μοι τοιοῦτον οἷον μύσαντα τὰς αἰσθήσεις, ἔξω σαρκὸς καὶ κόσμου γενόμενον, εἰς ἑαυτὸν συστραφέντα, μηδενὸς τῶν ἀνθρωπίνων προσαπτόμενον, ὅτι μὴ πᾶσα ἀνάγκη, ἑαυτῷ προσλαλοῦντα καὶ τῷ Θεῷ, ζῇν ὑπὲρ τὰ ὁρώμενα, καὶ τὰς θείας ἐμφάσεις ἀεὶ καθαρὰς ἐν ἑαυτῷ φέρειν ἀμιγεῖς τῶν κάτω χαρακτήρων καὶ πλανωμένων, ὄντως ἔσοπτρον ἀκηλίδωτον Θεοῦ καὶ τῶν θείων καὶ ὂν καὶ ἀεὶ γινόμενον, φωτὶ προσλαμβάνοντα φῶς, καὶ ἀμαυροτέρῳ τρανότερον, ἤδη τὸ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος ἀγαθὸν ταῖς ἐλπίσι καρπούμενον, καὶ συμπεριπολεῖν ἀγγέλοις, ἔτι ὑπὲρ γῆς ὄντα καταλιπόντα τὴν γῆν, καὶ ὑπὸ τοῦ πνεύματος ἄνω τιθέμενον. Εἴ τις ὑμῶν τούτῳ τῷ ἔρωτι κάτοχος, οἶδεν ὃ λέγω, καὶ τῷ τότε πάθει συγγνώσεται·
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
Τίποτα δεν ποθούσα περισσότερο από το να κλείσω τη θύρα των αισθήσεων, να εξέλθω της σαρκός και του κόσμου, να συγκεντρωθώ εις εαυτόν, διακόπτοντας κάθε δεσμό με τα ανθρώπινα, πέρα από τα απολύτως αναγκαία, να συνδιαλεχθώ με τον εαυτό μου και μετά του Θεού, ώστε να ζήσω υπεράνω των ορατών, με τρόπο ώστε να φέρω επάνω μου τις θεϊκές εμφάσεις, χωρίς αλλοίωση ή ανάμειξη με τις παγιωμένες μορφές του ενθάδε. Να καταστώ αληθινά και συνεχώς να καθίσταμαι αληθής ακηλίδωτος καθρέπτης του Θεού και των ουρανίων, προσθέτοντας φως στο φως, υποκαθιστώντας την ασάφεια με την ευκρίνεια, απολαμβάνοντας ήδη από τον παρόντα βίο την ελπίδα των αγαθών της μέλλουσας ζωής, ώστε να συνοδοιπορήσω μετά των Αγγέλων, παραμένοντας στη γη, την οποία προηγουμένως άφησα και ανήλθα εις τα άνω διά του Αγίου Πνεύματος. Αν κάποιος από εσάς κατέχεται από αυτόν τον πόθο, γνωρίζει τι θέλω να πω και θα μου συγχωρήσει αυτό που ένιωσα τότε…» («Λόγοι» 2, 7· PG 35, 413C-416A· ΕΠΕ 1, 83).
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: Αν δεν ήμουν δικός Σου, Χριστέ μου, θά ’μουν, αδικημένος
Η ανθρώπινη ζωή
Μια ρόδα π’ άτσαλα την έχουν στήσει
ετούτη η σύντομη και πολυδαίδαλη ζωή.
Εκεί πού τείνει προς τα πάνω, κατρακυλά στα χαμηλά-
κι αν φαίνεται πώς στέριωσε δεν μένει ωστόσο σταθερή
Θαρρεϊς πώς φεύγει κι είναι στάσιμη, θαρρείς πώς στέκει κι όμως τρέχει.
Κάνει άλματα συχνά, μα δεν μπορεί να ξεκολλήσει. Σέρνει και παρασέρνει αυτοκινούμενη τη στασιμότητα.
“Ενα διάγραμμα του τίποτα η ζωή, Καπνός ή κι όνειρο ή κι ένα αγριολούλουδο.