«Θερμό» καλοκαίρι για την κυβέρνηση. Ακόμα και η πλήρης εκταμίευση της δόσης δεν επαρκεί για να περάσει η Ελλάδα τον κάβο
Παρά τις προσδοκίες της ελληνικής κυβέρνησης για επίτευξη συμφωνίας με τους ευρωπαίους εταίρους το συντομότερο δυνατό, στο Eurogroup της Δευτέρας δεν αναμένεται να υπάρξει εκτεταμένη συζήτηση για το ελληνικό ζήτημα και ως εκ τούτου η συνεδρίαση δεν θα είναι καθοριστική. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης συγκλίνουν στην άποψη ότι το πιθανότερο σενάριο είναι στο Eurogroup να αναγνωρισθεί η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τους δανειστές της, χωρίς να υπάρξουν κρίσιμες αποφάσεις.
Η συμφωνία που οικοδομείται βήμα, βήμα τις τελευταίες ημέρες θα δώσει στην Αθήνα παράταση ζωής, όχι όμως λύση.
Σύμφωνα με τους αξιωματούχους ακόμα και η πλήρης εκταμίευση των 7,2 δισ. της τελευταίας αξιολόγησης σε συνδυασμό με τα 3,2 δισ. της ΕΚΤ και του EFSF δεν επαρκούν για να περάσει η Ελλάδα τον κάβο του Ιουλίου και του Αυγούστου, όπου μόνο οι καταβολές προς την ΕΚΤ φτάνουν τα 7,2 δισ.
Συνεπώς η όποια συμφωνία επιτευχθεί έχει ορίζοντα την 30η Ιουνίου, ενώ τότε η Ελλάδα και οι εταίροι θα πρέπει να καταλήξουν σε νέα συμφωνία για πακέτο διάσωσης της τάξης, τουλάχιστον των 20 δισ., αν εξαιρεθούν τα 15 περίπου δισεκατομμύρια που απαιτούνται για την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τη διαχείριση των κόκκινων δανείων.
Η επίτευξη συμφωνία στο Eurogroup της Δευτέρας 11 Μαΐου ή ακόμα και μέχρι το τέλος του μήνα μπορεί να αποτελέσει μόνο μια καλή βάση για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων και την αποφυγή ατυχήματος.
Πάντως, την ίδια στιγμή οι εργασίες στο Brussels Group συνεχίζονται με στόχο τη σύγκλιση σε όσο το δυνατόν περισσότερα θέματα μέχρι τη Δευτέρα, με την ελληνική πλευρά να προσδοκά να υπάρξει «μήνυμα» από το προσεχές Eurogroup, ώστε η ΕΚΤ να αποδεσμεύσει χρηματοδοτικά εργαλεία που θα δώσουν ανάσα ρευστότητας.
«Ελπίζω τη Δευτέρα πως θα δοθεί ένα σήμα προόδου και θα πουν ότι μία συμφωνία είναι ορατή» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Δραγασάκης σε συνέντευξή του στον Guardian.
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, πετά το μπαλάκι στους ηγέτες της ευρωζώνης, τονίζοντας ότι η Ελλαδα κάνει ό,τι μπορεί για την επίτευξη αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας και έντιμου συμβιβασμού με τους εταίρους και πλέον η επίτευξή της είναι «ζήτημα πολιτικής βούλησης».
Μικρό καλάθι κρατάει και το Βερολίνο
Με μειωμένες προσδοκίες πηγαίνει το Βερολίνο στη συνεδρίαση που θα κάνει την Δευτέρα το Eurogroup, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο Τύπου του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, Μάρτιν Γιέγκερ.
Ο ίδιος, σημείωσε σε δηλώσεις του πως το τοπίο είναι ακόμα «θολό», ενώ επεσήμανε πως «Θα δούμε πώς θα είναι τα πράγματα τη Δευτέρα», δήλωσε.
Αναφερόμενος στη συνάντηση του κ. Σόιμπλε με τον επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ο κ. Γιέγκερ είπε ότι είναι κάτι το σύνηθες αφού «πρόκειται για μια από τις τακτικές επαφές που γίνονται στο πλαίσιο της Ευρωζώνης».
«Δεν γίνεται πλέον λόγος για συμφωνία» σύμφωνα με τον γερμανικό Τύπο
Οι εξελίξεις στο πεδίο των διαπραγματεύσεων Ελλάδας – δανειστών ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας και το ζήτημα των αποκρατικοποιήσεων στην Ελλάδα βρίσκονται στο επίκεντρο των αναφορών του γερμανικού Τύπου όπως αναφέρει η Deutsche Welle.
Οι τελευταίες τοποθετήσεις κορυφαίων πολιτικών εκπροσώπων, τόσο από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης όσο και από αυτήν των δανειστών, έχουν καταστήσει σαφές ότι είναι εξαιρετικά απίθανο να προκύψει τελική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών στο Γιούρογκρουπ των Βρυξελλών την προσεχή Δευτέρα. Όπως σημειώνει η Tageszeitung του Βερολίνου σε ανταπόκρισή της από τις Βρυξέλλες, «δεν γίνεται πλέον λόγος για συμφωνία. Στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση των Αθηνών σημειώθηκε μόνο ‘περιορισμένη’ πρόοδος, δήλωσε παραπονούμενος ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ».
Η αριστερή εφημερίδα του Βερολίνου παρατηρεί ότι, «η νευρικότητα εντείνεται όχι μόνο εξαιτίας της στενότητας των κρατικών ταμείων στην Αθήνα και των αργών συνομιλιών στις Βρυξέλλες. Μεγάλη ένταση προκαλεί και μία απόπειρα της ελληνικής κυβέρνησης να επιρρίψει την ευθύνη για πιθανή αποτυχία (σ.σ. των διαπραγματεύσεων) στους δανειστές». Ο ανταποκριτής της εφημερίδας υπογραμμίζει τέλος ότι «ο χρόνος πιέζει, δεδομένου ότι μετά τις 12 Μαΐου η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αποπληρώσει νέα, ακόμη υψηλότερα ποσά στους δανειστές της. Αν δεν μπορεί, τότε όλα έχουν τελειώσει».