Ά ρχιζε πάντα απ’ το Θεό και πάντα τελείωνε μαζί του
 	Β ίου το κέρδος είν’ αυτό: τη μέρα σου καλά να τελειώνεις
 	Γ νώριζε όλα τα καλά έργα των δικαίων
 	Δ εινόν το να πεινάει κανείς, μα φοβερότερος ο πλούτος ο παράνομος
 	Ε υεργετείς; Μάθε λοιπόν πως το Θεό μιμείσαι.
 	Ζ ήτα απ’ το Θεό να σου είναι σπλαχνικός, σαν όμως εύσπλαχνος είσαι και εσύ
 	Η σάρκα η ανθρώπινη να συγκρατείται πρέπει και να δαμάζεται γερά
 	Θ υμό χαλίνωνε, μη πέσεις έξω από τη λογική
 	Ί σια ψηλά το βλέμμα σου, στη γλώσσα να ‘χεις μέτρο
 	Κ λειδί στ’ αυτιά να βρίσκεται, το γέλιο σου να ‘ναι σεμνό
 	Λ υχνάρι να πορεύεται η λογική μπροστά από κάθε σου έργο
 	Μ η σου γλυστράει κάτω απ’ ότι φαίνεται, εκείνο που υπάρχει
 	Ν α ερευνάς τα πάντα με το νου, όμως να πράττεις όσα επιτρέπονται
 	Ξ ένος πως είσαι, μάθε το καλά. Γι’ αυτό τίμα τους ξένους
 	Ό ταν στη γαλήνη ταξιδεύεις, τότε να θυμάσαι τη φουρτούνα
 	Π άντα να δέχεσαι ευχάριστα, όσα από το Θεό προέρχονται
 	Ρ αβδί να σε χτυπά του δίκαιου καλύτερα, παρά ο κακός να σε τιμά
 	Σ τις θύρες των σοφών να πηγαινοέρχεσαι, μακρυά απ’ τις θύρες των πλουσίων
 	Τ ο μικρό, μικρό δεν είναι όταν σε κάτι μέγα οδηγεί
 	Ύ βριν χαλίνωνε, μακρυά απ’ την έπαρση μέγας σοφός να γίνεις
 	Φ υλάξου συ απ’ το πέσιμο, σαν όμως άλλος πέσει, μη γελάς
 	Χ άρισμα το να σε φθονούν, αίσχος και μέγα, να φθονείς εσύ
 	Ψ υχή που στο Θεό προσφέρεται, είναι η καλύτερη θυσία
 	Ω, ποιος θα τα φυλάξει όλα αυτά; Αυτός και θα σωθεί! 
	    	



















