Κατακαμπτόμενος από το βάρος των πολλών μου αμαρτιών, κλίνω γόνυ ψυχής και σώματος, προσπίπτω ενώπιόν Σου, Κύριε, κρούω την θύραν των θείων Σου οικτιρμών και παρακαλώ να ελεήσεις την ψυχή μου, που τώρα δέεται ταπεινά προς Σε.
Πώς να Σ’ ευχαριστήσω, γλυκύτατέ μου Κύριε, και πως να εκφράσω τα αισθήματα της καρδίας μου, την οποία Εσύ παρηγορείς και στηρίζεις εις τον αγώνα της!
Ευρίσκομαι εις αυτήν την γλυκυτάτην ώραν της προσευχής και αισθάνομαι ότι Εσύ κατευθύνεις την ψυχήν μου. Εγώ το Όνομά Σου μόνο προφέρω και λέγω το άσμα της ψυχής μου, το «Κύριε ‘Ιησού Χριστέ έλέησόν με».
Μόνο που αυτό λέγεται αβίαστα, όχι μηχανικά. Η ψυχή χρησιμοποιεί τον τρόπο της λειτουργίας της θμο αυτό ζωογονείται και αναπνέει πνευματικά, προφέροντας το γλυκύτατόν Σου Όνομα αυθόρμητα και αβίαστα. Καί η προσευχή μου γίνεται τρόπος ζωής και φυσική κατάστασις της ψυχής.
Αισθάνομαι έντονα την παρουσία Σου, Κύριε, και με κάθε λόγο της ευχής όπου νοερά λέγεται, Εσύ ρίπτεις ένα πνευματικό ψίχουλο μέσα εις την καρδίαν μου και χορταίνεις την πνευματική μου πείνα. Ακόμη σταλάζεις μια σταγόνα ιαματική του θείου Σου ελέους και την δίψα μου την πνευματική πληρώνεις κατά την χωρητικότητα και καθαρότητα του σκεύους της καρδίας μου. Κατανοώ πολύ καλά τον μακαρισμόν: «μακάριοι οἱ πεινῶντες καί διψῶντες τήν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοί χορτασθήσονται» (Ματθ. ε’ 6). Έτσι περνουν από την ψυχήν μου όλοι οι μακαρισμοί, όπου εδίδαξες Κύριε, εις το όρος των μακαρισμών εις την Γαλιλαία.
Κοσμοπόθητε Κύριε, η προσευχή μου με ενώνει μαζί σου και η ψυχή μου ανήκει εις Σε° γίνεται ιδική σου πνοή. Και ερωτώ τώρα την ψυχή μου:
Τι είναι άραγε η προσευχή;
Και η απάντησις έρχεται μόνη της.
Προσευχή είναι η αίσθησις της παρουσίας του Θεού. Είναι αίσθησις και ζωή εν Θεώ. Είναι η αιώνιος ζωή.
Αυτή δεν θα είναι και η διαγωγή των ψυχών εις την Βασιλείαν των Ουρανών; Η αιώνιος δοξολογία του Αγίου Θεού υπό των αγίων αγγελικών Τάγματων και όλων των Αγίων.
Οι Άγγελοι ποτέ δεν ημπορούν να διακόψουν την δοξολογίαν. Και εμείς οι χοϊκοί άνθρωποι δια τούτο έχομεν την αποστολικήν εντολήν να ευχώμεθα αδιαλείπτως, δια να ζούμε αγγελικά και εις τον επίγειον τούτον κόσμον και να προγευώμεθα τα αγαθά της ουρανίου μακαριότητος.
Ω γλυκυτάτη ώρα της προσευχής! Ω ευλογία αγιωτάτη του ουρανίου Πατέρα μας! Πως ενσταλάζει εις την καρδίαν μας την δρόσον του Αγίου Πνεύματος!
Αισθανομένη η ψυχή την παρουσίαν του Θεού εισέρχεται εις την σφαίραν της αιωνιότητος και απλώνεται παντού και εύχεται για όλον τον κόσμο με χαρά και δύναμη. Και το κυριώτερο, ότι ο Άγιος Θεός, ο Θεάνθρωπος Κύριος, ο γλυκύτατος και πράος και ταπεινός Ιησούς δέχεται και ακούει αυτήν την προσευχήν.
‘Έτσι η προσευχή γίνεται ευεργέτις όλης της ανθρωπότητος. Καί με το μέτρον της προσευχής μας ο Θεός ρυθμίζει την ιστορίαν του κόσμου. Αυτό είδε και ο Ιωάννης ο Θεολόγος εις την Αποκάλυψιν. Άγγελος Κυρίου μεταφέρει τις προσευχές των αγίων εις την φιάλην των αρωμάτων και τις καταθέτει εμπρός εις τον θρόνον του Θεού (Αποκ. η’ 4).
Αι προσευχαί των εν ουρανοίς αγίων ψυχών και των επί γης αγωνιζομένων Χριστιανών αναγκάζουν τον ‘Άγιον Θεόν να μακροθυμή διά τας αμαρτίας μας και να ευρίσκη τρόπους σωτηρίας και μετανοίας, δια να μας οδηγήση εις την Βασιλείαν Του.
Απερίγραπτε, ανεξιχνίαστε, ακατάληπτε και μακρόθυμε Κύριε, η καρδία μου εθερμάνθη και επληγώθη από την αγάπην Σου. «Ἑθερμάνθη ή καρδία μου ἐντὸς μου, καί ἐν τῇ μελέτη μου ἐκκαυθήσεται πυρ» (Ψαλ. 38, 4).
Απορώ, Κύριε, πως ‘Εσύ, τον οποίον ανυμνούν ακαταπαύστως τα ουράνια αγγελικά Τάγματα, κλίνεις το ους σου και ακούεις και τους ιδικούς μας αμαρτωλούς ψιθυρισμούς;
Δόξα τη συγκαταβάσει Σου και τω θείω ελέει Σου, Πολυεύσπλαγχνε Κύριε.
Μεσονύκτιον της 2ας Μαρτίου, της πρώτης αγρυπνιας εν τω κελλίω της Μ. Τεσσαρακοστής.
Χοική χείρ αμαρτωλού
μοναχού μ.
(Μάρκελλος μοναχός Καρακαλληνός)
Απόσπασμα από το Περιοδικό “Η Δράση μας”, τεύχος Μαρτίου 2014