Ιεροσολύμων Θεόφιλος: Το Σάββατον, 3ην/16ην Νοεμβρίου 2024, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η μνήμη της επανακομιδής του ιερού λειψάνου του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου εις την Αγίαν Γήν.
Κατά την εορτήν αυτήν η Εκκλησία όλη, ιδία η των Ιεροσολύμων, αναμιμνήσκεται ότι ο Άγιος Γεώργιος ήτο στρατιωτικός το αξίωμα, Καππαδόκης εκ του Πατρός και Παλαιστίνιος εκ της μητρός και ότι μετέβη εις την Ρώμην, διά να αποκτήση ανώτερα στρατιωτικά αξιώματα. Μεταβάς εις Ρώμην είδε τους διωγμούς και τα βασανιστήρια των Χριστιανών και ωμολόγησε την πίστιν αυτού. Συνεπεία τούτου υπέστη βασανιστήρια και μαρτυρικόν θάνατον επί Διοκλητιανού το έτος 305 μ.Χ.
Πρό του μαρτυρίου αυτού έδωκεν υποθήκην εις τον υπηρέτην αυτού να μεταφέρη το λείψανον αυτού εις την γενέτειραν αυτού Λύδδαν. Υπακουός εις την εντολήν ταύτην ο υπηρέτης έφερε το λείψανον αυτού εις Λύδδαν, το οποίον εφύλαξαν οι Χριστιανοί, άχρις ότου επέλαμψεν η ευσέβεια επί της βασιλείας του ενδόξου βασιλέως και ισαποστόλου Αγίου Κωνσταντίνου. Η μήτηρ αυτού Αγία Ελένη ελθούσα εις τους Αγίους Τόπους και ανεγείρασα μεγάλους Ναούς, ως τον Ναόν της Αναστάσεως και την Βασιλικήν της Βηθλεέμ, ανήγειρε και μεγαλοπρεπή Ναόν επί του Τάφου του Αγίου Γεωργίου εις την Λύδδαν, αποτελούντα προσκύνημα του Πατριαρχείου άχρι της σήμερον.
Προς τιμήν του γεγονότος τούτου έλαβε χώραν μεγάλη εορταστική πανήγυρις, της οποίας προεξήρξε ο Μακαριώτατος Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος κατόπιν θερμής υποδοχής, η οποία επεφυλάχθη Αυτώ υπό του Σώματος των Προσκόπων και του ποιμνίου, συλλειτουργούντων Αυτώ του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Ιόππης κ. Δαμασκηνού και του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, του Τυπικάρη Αρχιμανδρίτου π. Αλεξίου όντος πρώτου εκ των Ιερέων, Αραβοφώνων και Ρωσοφώνων Ιερέων εκ διαφόρων περιοχών της δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου και του Προϊσταμένου της Ρωσικής Πνευματικής Αποστολής εις Ιεροσόλυμα (MISSIA) Αρχιμανδρίτου π. Βασιανού, τη αθρόα συμμετοχή πλήθους πιστών ευλαβουμένων και τιμώντων τον Άγιον και προσκυνούντων το κενοτάφιον Αυτού, τη φιλοξενία του Ηγουμένου του Προσκυνήματος π. Μαρκέλλου.
Εις το Κοινωνικόν της θείας Λειτουργίας ο Μακαριώτατος εκήρυξε τον θείον λόγον ως έπεται:
«Του Χριστού το γεώργιον, τον γενναίον εν Μάρτυσι, τον σοφόν Γεώργιον ευφημήσωμεν, της αληθείας τον κήρυκα, κλήμα το αείζωον, της αμπέλου της ζωής, τον καρπόν εξανθήσαντα, και πηγάσαντα, ευσεβείας το γλεύκος και τους πίστει, εκτελούντας ετησίως, τούτου την μνήμην ευφραίνοντα», αναφωνεί ο υμνωδός της Εκκλησίας.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί,
Η Χάρις του Αγίου Πνεύματος συνήγαγε πάντας ημάς σήμερον εν τώ φερωνύμω τούτω μεγαλοπρεπεί ναώ του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, ίνα εορτάσωμεν την σεπτήν μνήμην των εν τη ιστορική πόλει της γενετείρας της μητρός αυτού, Εγκαινίων του Ναού αυτού, ως και την Κατάθεσιν των τιμίων λειψάνων του σώματος αυτού.
«Μέγα και θαυμαστόν αληθώς της αρρήτου μαρτυρίας κηρύττεται το κλέος Μάρτυς Γεώργιε», αναφωνεί ο υμνωδός αυτού. Και τούτο, διότι ο σήμερον εορταζόμενος Άγιος Γεώργιος διακρίνεται μεταξύ «τού περικειμένου ημίν νέφους μαρτύρων» (Πρβλ. Εβρ. 12,1), των οποίων το δι’ αίματος μαρτύριον του Χριστού είναι άρρηκτα συνδεδεμένον με την μαρτυρίαν του Χριστού κατά την ώραν της καταδίκης Του ενώπιον του Πιλάτου διακηρύττοντος: «…εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία· πάς ο ών εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής», (Ιωάν. 18,37).
Ερμηνεύων τον λόγον τούτον του Κυρίου, ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει: «Εις τούτον τον κόσμον ελήλυθεν ο Θεός, ότε γέγονεν άνθρωπος, ίνα μαρτυρήση τη αληθεία, τουτέστιν ίνα του κόσμου το ψεύδος εξελών, και τον εξ απάτης τυραννήσαντα, καταστρέψας δαίμονα, βασιλεύουσαν των όλων επιδείξη την αλήθειαν… ευπαράδεκτος γάρ της αληθείας ο λόγος τοις ήδη μαθούσι και αγαπώσιν αυτήν, τοις δε μη τοιούτοις, ουκέτι. Και γούν ο Προφήτης έλεγεν Ησαίας: «Εάν μη πιστεύσητε, ουδ’ ου μη συνήτε», (Πρβλ. Ησ. 7,9)… Ούτω τοις έχουσιν πεπηρωμένον τον νούν ακαλλεστάτη τις είναι δοκεί και δυσειδής η αλήθεια, καίτοι νοητήν τε και θείαν μαρμαρυγήν ταις των ορώντων αυτήν ενιείσα ψυχαίς». [Και απλούστερον: διά τούτο, λέγει ο Κύριος εγεννήθη και ήλθεν εις τον κόσμον, όταν δηλαδή εγένετο άνθρωπος, διά να μαρτυρήση – αποκαλύψη την αλήθειαν και αποδιώξη το ψεύδος εκ του κόσμου και καταστρέψη τον δαίμονα, ο οποίος ετυράννησε τον κόσμον διά της απάτης και να εγκαταστήση την αλήθειαν, παρουσιάση την αλήθειαν (δηλαδή την φύσιν αυτής), η οποία αληθώς και φυσικώς θα βασιλεύη των πάντων …. «Πάς δε εκ της αληθείας ών ακούει μου της φωνής» (Ιωάν. 18,37), λέγει Κύριος. Ο λόγος της αληθείας είναι ευπρόσδεκτος από εκείνους οι οποίοι έχουν ήδη μάθει αυτήν και την αγαπούν, αλλ’ όχι όμως από εκείνους οι οποίοι δεν την έχουν [γνωρίσει]. Ο Προφήτης Ησαίας είπεν εις κάποιους ανθρώπους: «Εάν δεν πιστέψητε, ουδέποτε θα εννοήσητε», (Πρβλ. Ησ. 7,9). Ομοίως εις εκείνους, των οποίων ο νούς είναι ανάπηρος, η αλήθεια φαίνεται άσχημη και απεχθής, παρά το γεγονός ότι αυτή (η αλήθεια) εμβάλλει την νοητήν και θείαν λάμψιν εις τας ψυχάς των βλεπόντων αυτήν.
Η αλήθεια του Χριστού ενεφύτευσε την νοητήν, τουτέστιν την πνευματικήν και θείαν λάμψιν αυτής εις την καθαράν καρδίαν του Γεωργίου, ο οποίος όχι μόνον εθεώρει αυτήν με τα μάτια της ψυχής, αλλά και ήκουε της φωνής αυτής, της φωνής δηλονότι του Χριστού. Διό και ο Γεώργιος Εαυτόν ενώπιον του Ρωμαίου αυτοκράτορος Διοκλητιανού και πάσης της Βουλής, «Χριστιανόν» εκήρυξε.
Βεβαίως, η κινητήριος δύναμις του Γεωργίου του κηρύσσειν μετά παρρησίας και θάρους την αλήθειαν του Χριστού δεν ήτο άλλη από την ακράδαντον πίστιν αυτού, ότι ο Χριστός είναι το φως, η ζωή και η αλήθεια του κόσμου. Διό και ο πόθος, η έντονος επιθυμία του Γεωργίου να γίνη κοινωνός του μαρτυρικού αίματος, δηλονότι του πάθους του Χριστού, αλλά και πολίτης της ουρανίου πολιτείας Αυτού (τού Χριστού) ενίκησε την αδυναμίαν της ανθρωπίνης φύσεως, ως διατυπώνει τούτο υμνολογικώς ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέγων: «Τον νοερόν αδάμαντα της καρτερίας αδελφοί, πνευματικώς ευφημήσωμεν, Γεώργιον τον αοίδιμον Μάρτυρα, όν υπέρ Χριστού πυρούμενον, εχάλκευσαν κίνδυνοι, και εστόμωσαν βάσανοι, και ποικίλαι κολάσεις ανήλωσαν, σώμα το φύσει φθειρόμενον· ενίκα γάρ ο πόθος την φύσιν, διά θανάτου πείθων τον εραστήν, διαβήναι πρός τον ποθούμενον, Χριστόν τον Θεόν, και Σωτήρα των ψυχών ημών».
Με άλλα λόγια, ο Γεώργιος ανεδείχθη διά του μαρτυρικού αυτού αίματος μιμητής του Χριστού, ο Οποίος κατά την Ευαγγελιστήν Ιωάννην, είναι ο μάρτυς ο πιστός, ο πρωτότοκος των νεκρών και ο άρχων των βασιλέων της γης τώ αγαπώντι ημάς και λούσαντι ημάς από των αμαρτιών ημών εν τώ αίματι Αυτού», (Αποκ. 1,5). Και αναλυτικώτερον: Ο Χριστός είναι ο αληθής και κατά πάντα αξιόπιστος μάρτυς, ο Οποίος με τον θάνατόν Του επεσφράγισε την μαρτυρίαν Του περί της θείας αληθείας και ανεστήθη πρώτος από όλους τους νεκρούς και είναι ο αιώνιος Βασιλεύς και εξουσιάζει τους βασιλείς της γής. Εις Αυτόν που μας αγαπά και ένεκα της αγάπης Του αυτής μας έλουσε και μας εκαθάρισεν από τας αμαρτίας μας με το αίμα Του… ανήκει η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας.
Ο δε θείος Παύλος παροτρύνει τον μαθητήν αυτού Τιμόθεον, λέγων: «ου γάρ έδωκεν ημίν ο Θεός Πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού· μη ούν επαισχυνθής το μαρτύριον του Κυρίου ημών … αλλά συγκακοπάθησον τώ ευαγγελίω κατά δύναμιν Θεού…», (Β΄ Τιμ. 1, 7-8). Και Αυτός Ούτος ο Κύριος εδήλωσεν ότι με το τίμιον Αυτού αίμα επεσφράγισε την Καινήν Διαθήκην λέγων: «Τούτο το ποτήριον η Καινή Διαθήκη εν τώ αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον…», (Λουκ. 22, 20). Η δε Καινή Διαθήκη είναι η εν τώ κόσμω, η επί γης στρατευομένη και εν ουρανώ θριαμβεύουσα Εκκλησία του Κυρίου και Θεού, «ήν περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος», (Πράξ. 20,28).
Τούτο σημαίνει, αγαπητοί μου αδελφοί, ότι το τίμιον αίμα του Χριστού, το μαρτύριον δηλονότι Αυτού, εθεμελίωσε την Εκκλησίαν την ούσαν το Σώμα του Χριστού, του υψωθέντος διά του Σταυρού εις τους ουρανούς. «Καγώ εάν υψωθώ εκ της γής, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν», (Ιωάν. 12,32). Η Αγία του Θεού Εκκλησία καλείται και αυτή να προσφέρη την μαρτυρίαν του αίματος διά την σωτηρίαν του ανθρώπου. «Ουκ εστι δούλος μείζων του Κυρίου Αυτού. Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν», (Ιωάν. 15,20).
Εις αυτήν ακριβώς την κλήσιν της Εκκλησίας αντεπεκρίθησαν οι Άγιοι μάρτυρες του Χριστού και δή ο σήμερον τιμώμενος, διά της μνήμης της ανακομιδής των Ιερών αυτού λειψάνων, ένδοξος μεγαλομάρτυς Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος, εις τον οποίον σύν τη Θεοτόκω και αειπαρθένω Μαρία πάντες καταφεύγομεν λέγοντες: «Πρέσβευε, δεόμεθα υπέρ ειρήνης του κόσμου, ιδιαιτέρως της δοκιμαζομένης υπό του πυρός του πολέμου περιοχής ημών και δυσώπει Χριστόν δοθήναι ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος». Αμήν έτη πολλά και ειρηνικά!
Μετά την Απόλυσιν ηκολούθησε δεξίωσις, εις την οποίαν παρέστη ο εξοχώτατος Πρέσβυς της Ελλάδος εις Ισραήλ κ. Κυριακός Λουκάκης και διπλωματικοί αντιπρόσωποι άλλων κρατών ως της Σερβίας και της Κύπρου. Υπό του ηγουμένου Αρχιμανδρίτου π. Μαρκέλλου και του Κοινοτικού Συμβουλίου παρετέθη εόρτιος τράπεζα εις τον Μακαριώτατον και την Συνοδείαν Αυτού και πολλούς άλλους εορταστάς.
Η εορτή αύτη εωρτάσθη και εις την Ιεράν Μονήν Αγίου Γεωργίου του Νοσοκομείου εις Ιεροσόλυμα δι’ Εσπερινού αφ’ εσπέρας και θείας Λειτουργίας την πρωίαν, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Λύδδης κ. Δημητρίου, και συλλειτουργούντων του Αρχιμανδρίτου π. Κλαυδίου, του Πρεσβυτέρου π. Νεκταρίου και του Ιεροδιακόνου π. Συμεών, ψάλλοντος του κ. Ευσταθίου Τσουμάνη και φιλοξενούσης της ηγουμένης μοναχής Πανσέμνης, συντηρησάσης την αγιογράφησιν του Ιερού Ναού.
Ωσαύτως εωρτάσθη και εις την Ιεράν Μονήν του Αγίου Γεωργίου Εβραϊκής υπό του Αρχιμανδρίτου π. Χριστοδούλου, τελέσαντος την θείαν Λειτουργίαν, ψαλλουσών μοναζουσών του Πατριαρχείου και βοηθούντος αυτάς και φιλοξενούντος το εκκλησίασμα του Ηγουμένου Ιεροδιακόνου π. Δοσιθέου.
Ωσαύτως και εις Ιεράν Μονήν Αγίου Γεωργίου Μπετζαλλά, κειμένην εις την περιοχήν της Βηθλεέμ διά της συμμετοχής πιστών εκ της περιοχής Βηθλεέμ, φιλοξενούντος του Αρχιμανδρίτου π. Πορφυρίου και εις άλλους Ναούς προς τιμήν του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου.