Κάλεσμα για παγκόσμια συμφιλίωση και χριστιανική ενότητα απηύθυνε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος στην ομιλία του στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της «Οικουμενικής Εβδομάδας» που πραγματοποιήθηκε στην Εκκλησία της Φιλαδελφείας στη Στοκχόλμη στις 22 Αυγούστου 2025, παρουσία πλήθους επισήμων προσκεκλημένων της Λουθηρανικής Εκκλησίας της Σουηδίας και πιστών.
Η Οικουμενική Εβδομάδα 2025 (18–24 Αυγούστου) σηματοδότησε τη συμπλήρωση 100 ετών από το ιστορικό Οικουμενικό Συνέδριο της Στοκχόλμης το 1925. Τη διοργάνωση ανέλαβε το Χριστιανικό Συμβούλιο Σουηδίας, συγκεντρώνοντας χιλιάδες εκκλησιαστικούς ηγέτες και συμμετέχοντες από όλο τον κόσμο με κεντρικό θέμα «Ο καιρός της ειρήνης του Θεού».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρθηκε στην ιστορία του οικουμενικού κινήματος και κάλεσε τους χριστιανούς ηγέτες να αντιμετωπίσουν τη βία τον διχασμό και την περιβαλλοντική καταστροφή που απειλούν την ανθρωπότητα.
«Το οφείλουμε στην παγκόσμια κοινότητα, να είμαστε ενωμένοι στην πίστη και στη δράση», τόνισε, υπογραμμίζοντας ότι οι χριστιανοί μπορούν να προσφέρουν «αξιόπιστη μαρτυρία» μόνο όταν στέκονται ενωμένοι με την προσευχή τους και την αναζήτηση της ειρήνης του Θεού.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπογράμμισε δύο μεγάλα γεγονότα-ορόσημα που τιμώνται φέτος: την εκατονταετηρίδα του ιστορικού Οικουμενικού Συνεδρίου στη Στοκχόλμη (1925) με πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου της Εκκλησίας της Σουηδίας, Νάταν Σέντερμπλουμ, και τα 1700 χρόνια από την Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας (325 μ.Χ.), που θεμελίωσε τη θεϊκή υπόσταση του Χριστού και επιβεβαίωσε την ενότητα της Εκκλησίας. Εξήρε τα μεγάλα αυτά γεγονότα ως υπενθύμιση για τον προορισμό της Εκκλησίας να εργαστεί για την ειρήνη και τη δικαιοσύνη.
«Η Ιστορία είναι γεμάτη βία και σκληρότητα», ανέφερε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, σημειώνοντας ότι «ποτέ άλλοτε η ανθρωπότητα δεν μπόρεσε να αφαιρέσει τόσες ζωές και να καταστρέψει τόσους φυσικούς πόρους ταυτόχρονα».
Σε έκκλησή του προς τους χριστιανούς να απορρίψουν τον πόλεμο «ως πολιτική και εθνική αναγκαιότητα», ο Οικουμενικός Πατριάρχης περιέγραψε την ειρήνη όχι ως παθητικό ιδανικό, αλλά ως «υπαρξιακή και πνευματική απαίτηση» που προϋποθέτει θάρρος, θυσία και εσωτερική μεταμόρφωση.
«Η ειρήνη πάντοτε –και τελικά– ξεκινά από την καρδιά», είπε. «Χρειάζεται χρόνο, κόπο και δάκρυα. Ωστόσο, είναι η μοναδική μας ελπίδα για επιβίωση ως άτομα, ως έθνη και ως είδος».
Αναφερόμενος στις Μακαρισμούς, υπενθύμισε: «Μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται» (Ματθ. 5:9).
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, κάλεσε τους χριστιανούς να υπερασπιστούν τη δικαιοσύνη, μοιράζοντας δίκαια τους πόρους και φροντίζοντας την Κτήση: «Το να είσαι ‘ειρηνοποιός’ σημαίνει να απομακρύνεσαι από ό,τι εξυπηρετεί τα δικά σου συμφέροντα και να αγκαλιάζεις τα δικαιώματα των άλλων».
Καταληκτικά, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ενθάρρυνε τους χριστιανούς να ενσαρκώσουν την ειρήνη του Θεού στη ζωή τους και στο οικουμενικό έργο:
«Αυτή είναι η ενότητα μέσω της ειρήνης που γιορτάζουμε σήμερα. Αυτή είναι η ειρήνη που ήρθε η ώρα να προσφέρουμε στον κόσμο και που ο κόσμος πρέπει να δει σε εμάς. Ὁ Χριστός ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν!»