ΜΑΝΗ: Περιοχή ανέκαθεν ιδιόμορφη –τόσο γεωγραφικά, όσο και κοινωνικά– η Μάνη κατοικείται ήδη από την Παλαιολιθική Εποχή και έχει περάσει από ποικίλες ιστορικές φάσεις, πριν φτάσει στη σημερινή, γνώριμη διαίρεσή της μεταξύ Μεσσηνίας και Λακωνίας.
Γεγονός που, συνδυαστικά με το άγριο και επί αιώνες απρόσιτο τοπίο της (που πλέον θεωρείται αξιοθέατο, βέβαια), έχει οδηγήσει στην ύπαρξη πολλών ξεχωριστών γωνιών, οι οποίες παραμένουν άγνωστες σε όσους δεν την έχουν εξερευνήσει σε βάθος, πέρα δηλαδή από τους πιο γνωστούς, παράλιους προορισμούς.
Μια τέτοια άγνωστη γωνιά είναι και η Αγήτρια, όπως θα ακούσετε τους Μανιάτες να την αποκαλούν. Πρόκειται για ένα παμπάλαιο ξωκλήσι αφιερωμένο στην Παναγία την Οδηγήτρια, το οποίο έχει χτιστεί στο μεταίχμιο γκρεμού και θάλασσας, σε ένα πραγματικά εντυπωσιακό τοπίο, στη λακωνική Μάνη.
Το ξωκλήσι βρίσκεται σε τέτοια θέση, ώστε παραμένει σχεδόν αθέατο ακόμα και από όσους επισκέπτες μπορεί να περνούν από εδώ –ειδικά τα καλοκαίρια, όταν έρχεται περισσότερος κόσμος στον κοντινό Μέζαπο και στην ευρύτερη περιοχή. Πρέπει να ξέρεις λοιπόν γι’ αυτό, προκειμένου να το προσεγγίσεις. Όσοι το έκαναν, πάντως, μιλούν για μια αλησμόνητη εμπειρία, ειδικά αν συνδυαστεί με το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα που απολαμβάνει η τοποθεσία του.
Ένα βυζαντινό εκκλησάκι «κρυμμένο» μεταξύ γκρεμού και θάλασσας
Όπως είπαμε, μπορεί οι σύγχρονοι Μανιάτες να την αποκαλούν «Αγήτρια», ωστόσο η εκκλησία είναι της Παναγίας της Οδηγήτριας –απηχώντας τη Μονή Οδηγών της Κωνσταντινούπολης και μια περίφημη εικόνα με τη Θεοτόκο όρθια, βρεφοκρατούσα και ελαφρώς στραμμένη αριστερά, την οποία η ορθόδοξη παράδοση αποδίδει στον ευαγγελιστή Λουκά. Μια παρόμοια εικόνα, φυσικά, κοσμεί και το ξωκλήσι, στο εσωτερικό του.
Το ξωκλήσι αυτό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 66 μέτρων, σε μια ορθοπλαγιά πολύ κοφτή, στους παράκτιους γκρεμούς του κόλπου Μεζαλίμονα –ο ακριβώς επόμενος από τον κάπως πιο γνωστό κόλπο Τηγάνι, όπου κολυμπούν αρκετοί κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Μπροστά, λοιπόν, ατενίζει τα νερά του Μεζαλίμονα, ο οποίος ανήκει βέβαια στον πολύ εκτενέστερο Μεσσηνιακό Κόλπο.
Η θέση οικοδόμησης του ναού, όπως είπαμε, είναι πολύ ξεχωριστή, κάνοντάς τον να παραμένει σχεδόν ολότελα αθέατος από τη μεριά της στεριάς: είναι ορατός μόνο σε όσους έρχονται από τη θάλασσα ή σε όσους ατενίζουν από ανατολικά, στεκόμενοι στη χερσόνησο Τηγάνι. Ο νότιος τοίχος του, μάλιστα, είναι χτισμένος δίπλα σε ένα σπήλαιο, ενώ προχωρώντας λίγο πιο κάτω θα διακρίνετε και κάποια κελιά να έχουν διαμορφωθεί στα βράχια, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κάποτε από μοναχούς. Το όλο τοπίο είναι βραχώδες, με μόνη βλάστηση σκίνους και φλόμους, που περιτριγυρίζουν το εκκλησάκι.
Φτάνοντας στην Αγήτρια θα δείτε κλειστή τη σιδερένια πόρτα της, αλλά δεν έχει παρά ένα σχοινάκι που χρειάζεται να λύσετε, προκειμένου να μπείτε –μεριμνήσετε μόνο να το ξαναδέσετε, εάν είστε ο τελευταίος ή ο μοναδικός επισκέπτης, τη στιγμή που θα βρεθείτε εκεί. Ως προς τον αρχιτεκτονικό τύπο το ξωκλήσι είναι σταυροειδής με τρούλο και θεωρείται μεσαιωνικό κτίσμα, αναγόμενο στη βυζαντινή εποχή. Αυτό, ασφαλώς, το τοποθετεί μετά τον 9ο αιώνα –καθώς ήταν τότε που οι Μανιάτες ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό– και πριν την κυριαρχία των Φράγκων στην περιοχή. Το πιθανότερο είναι πως πρόκειται για ναό οικοδομημένο γύρω στο 1200.
Το εσωτερικό, αν και μικρό, κρίνεται ιδιαίτερα εντυπωσιακό, με τον νάρθηκα, μάλιστα, να διαθέτει και ορισμένες πολύ παλιές τοιχογραφίες (Δέηση, Δευτέρα Παρουσία, συν τη Βλαχερνίτισσα στον χώρο του ιερού). Δυστυχώς οι περισσότερες είναι ξεθωριασμένες, πια, εξακολουθούν πάντως και μαρτυρούν την υψηλή τους τέχνη. Υπάρχουν βέβαια και νεότερα έργα, φιλοτεχνημένα το 1808, ενώ αξίζει τον κόπο να αναζητήσετε με το βλέμμα σας μια πολύ ιδιαίτερη απεικόνιση της δεύτερης (από τις οκτώ) τιμωρίες της Κόλασης, τιτλοφορούμενη «Ο Σκώληξ ο Ακοίμητος και ο Βρυγμός των Οδόντων». Πέρα από τον αγιογραφικό διάκοσμο, όμως, θα δείτε και θαυμάσια μαρμάρινα ανάγλυφα, περίτεχνους κίονες με ωραία κόσμηση, καθώς και μοτίβα πτηνών σκαλισμένα στο πάτωμα.
Πέρα από τον ίδιο τον ναό, πάντως, είναι και το τοπίο που μαγεύει όσους φτάνουν εδώ. Από τη μία τα θεόρατα βράχια, δηλαδή, από την άλλη τα γαλάζια νερά του Μεσσηνιακού Κόλπου, δημιουργούν μια εκπληκτική αντίθεση καθώς τα μεν «σβήνουν» στα δε –κι εσείς θα αισθανθείτε ότι βρίσκεστε στη μέση της. Η θέα του προαυλίου χώρου απέναντι (προς το Τηγάνι) είναι κι αυτή υπέροχη, ενώ αν έρθετε απόγευμα και μείνετε ως τη δύση του ηλίου θα απολαύσετε κι ένα αξέχαστο ηλιοβασίλεμα, όπως αναφέρθηκε και στην εισαγωγή. Την ανεπανάληπτη εμπειρία στεφανώνει το βουητό της θάλασσας, το οποίο μπορείς να ακούσεις ευρισκόμενος στο εσωτερικό της Αγήτριας. Συνδυασμός που δημιουργεί ένα υποβλητικό, σχεδόν υπερβατικό σκηνικό.
Πώς θα φτάσετε στην Αγήτρια
Για να βρείτε την Αγήτρια θα πρέπει πρώτα να φτάσετε στην Αγία Κυριακή: έναν μικρό οικισμό, τον τελευταίο μετά το Σταυρί προς τη χερσόνησο Τηγάνι, απέναντι από τον Μέζαπο της λακωνικής Μάνης –ο οποίος στέκει 18 χιλιόμετρα νότια της Αρεόπολης, στη μέση της απόστασης προς τον Γερολιμένα. Από τον Μέζαπο η Αγία Κυριακή απέχει μόλις 3 χιλιόμετρα.
Στην Αγήτρια είναι αδύνατον να προσεγγίσετε με αυτοκίνητο. Αυτό θα το αφήσετε λοιπόν στην Αγία Κυριακή και θα πεζοπορήσετε στον χωματόδρομο που θα βρείτε εκεί, για 1 χιλιόμετρο. Στο σημείο που κάνει διχάλα θα στρίψετε αριστερά κι εκεί θα δείτε ένα μονοπάτι. Θα το ακολουθήσετε και μετά από 500 μέτρα θα φτάσετε στο εκκλησάκι. Η όλη πορεία είναι εξαιρετικά ομαλή κι εύκολη για τον οποιονδήποτε: θα σας πάρει μόλις μισή ώρα στο πήγαινε κι άλλη μισή στο έλα (με χαλαρό βήμα), ενώ στο ξωκλήσι θα βρείτε άφθονο ίσκιο για να κάτσετε όσο επιθυμείτε.
Τέλος, σημειώστε ότι το εκκλησάκι γιορτάζει κάθε 23 Αυγούστου. Εκείνη τη μέρα τελείται λειτουργία και οι δεκάδες πιστοί που προσέρχονται κουβαλούν μαζί τους διάφορα φαγητά παρασκευασμένα στα νοικοκυριά τους. Το τοπικό έθιμο τα θέλει έπειτα να μοιράζονται «για το καλό», μετά το πέρας της λειτουργίας.
travel.gr