“Τελικά μόλις πληροφορηθηκά τηλεφωνικά, ότι το πρωτοβάθμιο συνοδικό αποφάσισε την “καθαίρεση” μου, οπότε ακολουθεί έφεση στο δευτεροβάθμιο συνοδικό δικαστήριο, που θα καταθέσω όταν λάβω την σημερινή απόφαση”.
Mε αυτήν την φράση στο προσωπικό του λογαριασμό στο facebook ενημέρωσε για την απόφαση καθαίρεσής του από το Συνοδικό δικαστήριο ο Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Σταυρόπουλος για την πολύκροτη υπόθεση της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσως στη Ναύπακτο. .
Η πλευρά του π. Ιγνάτιου είχε καταθέσει ενστάσεις περί ακυρότητας.
Ο ίδιος ο π. Ιγνάτιος έγραψε στο facebook:
“Συνεδρίασε σήμερα Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου το Δευτεροβάθμιο Συνοδικό Δικαστήριο για να με δικάσει κατόπιν της υπ’ αριθμ. 1/2012 παραπεμπτικής απόφασης του Επισκοπικού Δικαστηρίου Ναυπάκτου. Δυστυχώς, οι Συνοδικοί Δικαστές αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων και των προσδοκιών χιλιάδων πιστών που γνωρίζουν τον χρόνιο διωγμό της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναυπάκτου από τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά της ώρας απέρριψαν τις πλήρως τεκμηριωμένες ενστάσεις μου, τόσο αυτής περί της απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο Επισκοπικό Δικαστήριο που οδήγησε στην παραπομπή μου, όσο και αυτής περί του ανυπόστατου της «ποινής» της ακοινωνησίας.
Δυστυχώς, οι Συνοδικοί Δικαστές “νομιμοποίησαν” την καταφανώς παράνομη συμμετοχή του Μητροπολίτη Ναυπάκτου στο Επισκοπικό Δικαστήριο, αφού δέχθηκαν ότι νομίμως με δίκασε ως Πρόεδρος αυτού, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε πολυετή δικαστική αντιδικία μαζί μου και υποχρεούτο, βάση του εκκλησιαστικού νόμου και του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, να αυτοεξαιρεθεί.
Δυστυχώς, οι Συνοδικοί Δικαστές παραβίασαν την παγκόσμια δικαϊκή αρχή nullum crimen sine lege (καμία ποινή χωρίς νομο) και απεφάνθησαν, ότι το επιτίμιο της ακοινωνησίας συνιστά «ποινή» και προχώρησαν στην εκδίκαση της κατηγορίας ότι παραβίασα μία ανύπαρκτη ποινή. Μετά την απόρριψη των ενστάσεών μου, αποτελούσε για μένα και τους δικηγόρους μου Νίκο Αντωνιάδη και Χάρη Φαρμάκη μονόδρομο η αποχώρησή μου από το “Δικαστήριο”, αφού η παρουσία μου θα νομιμοποιούσε μία απολύτως άκυρη διαδικασία.”