Γράφει ο μακαριστός π. Γεώργιος Καψάνης (Προηγούμενος Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγ. Όρους)
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός μας δίδει αυτήν την δυνατότητα, να ενωθούμε με τον Θεό και να επανέλθουμε στον πρωταρχικό σκοπό που είχε τάξει ο Θεός για τον άνθρωπο.
Γι᾿ αυτό αναγγέλλεται από την Αγία Γραφή ως η οδός, η θύρα, ο ποιμήν ο καλός, η ζωή, η ανάσταση, το φως. Είναι ο νέος Αδάμ, ο οποίος διορθώνει το λάθος του πρώτου Αδάμ. Ο πρώτος Αδάμ μας χώρισε από τον Θεό με την ανυπακοή του και τον εγωισμό του.
Ο δεύτερος Αδάμ, ο Χριστός, μας επαναφέρει πάλι στον Θεό με την αγάπη Του και την υπακοή Του προς τον Πατέρα, υπακοή μέχρι θανάτου, «θανάτου δε σταυρού». Προσανατολίζει πάλι την ελευθερία μας προς τον Θεό, έτσι ώστε προσφέροντάς την σ᾿ Αυτόν να ενωνόμαστε μαζί Του.
Το έργο όμως του νέου Αδάμ προϋποθέτει το έργο της νέας Εύας, της Παναγίας, η οποία και αυτή διόρθωσε το λάθος της παλαιάς Εύας. Η Εύα ώθησε τον Αδάμ στην παρακοή. Η νέα Εύα, η Παναγία, συντελεί στο να σαρκωθεί ο νέος Αδάμ, ο οποίος θα οδηγήσει το ανθρώπινο γένος στην υπακοή του Θεού. Γι᾿ αυτό η Κυρία Θεοτόκος, ως και το πρώτο ανθρώπινο πρόσωπο που επέτυχε την θέωση – κατ᾿ εξαίρετο και ανεπανάληπτο μάλιστα τρόπο, διαδραμάτισε στο έργο της σωτηρίας μας όχι απλώς βασικό ρόλο, αλλά αναγκαίο και αναντικατάστατο.
Εάν η Παναγία δεν είχε προσφέρει με την υπακοή της την Ελευθερία της στον Θεό και, κατά τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, τον μεγάλο θεολόγο του ΙΔ´ αιώνος, δεν είχε πεί το “ναί” στον Θεό, δεν θα μπορούσε να σαρκωθεί ο Θεός. Διότι ο Θεός που έδωσε την ελευθερία στον άνθρωπο δεν θα μπορούσε να την παραβιάσει. Δεν θα μπορούσε να σαρκωθεί, εάν δεν ευρίσκετο μια τέτοια αγνή, παναγία, ακηλίδωτη ψυχή σαν την Θεοτόκο, η οποία θα προσέφερε ολοκληρωτικά την ελευθερία της, την θέλησή της, τον εαυτό της όλο στον Θεό, ώστε να Τον ελκύσει προς τον εαυτό της και προς ημάς.
Οφείλουμε πολλά στην Παναγία μας. Γι᾿ αυτό η Εκκλησία τιμά και ευλαβείται τόσο πολύ την Θεοτόκο. Γι᾿ αυτό ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, συνοψίζοντας την Πατερική θεολογία, λέγει ότι η Παναγία μας έχει τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος, ότι είναι θεός μετά τον Θεόν, μεθόριο μεταξύ κτιστού και άκτιστου. «Προίσταται των σωζομένων», κατ᾿ άλλη ωραία έκφραση θεολόγου της Εκκλησίας μας. Ο δε άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο νεώτερος αυτός απλανής φωστήρ και διδάσκαλος της Εκκλησίας, αναφέρει ότι και αυτά τα αγγελικά τάγματα φωτίζονται από το φως που λαμβάνουν από την Παναγία.
Γι᾿ αυτό και από την Εκκλησία μας εγκωμιάζεται ως «τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ».
Η σάρκωσις του Λόγου και η θέωσις του ανθρώπου είναι το μέγα μυστήριο της Πίστεως και Θεολογίας μας.
Αυτό ζεί κάθε ημέρα η Ορθόδοξος Εκκλησία μας με τα μυστήριά της, την υμνολογία της, τις εικόνες της, με όλη την ζωή της. Ακόμη και η αρχιτεκτονική ενός Ορθόδοξου Ναού αυτό μαρτυρεί. Ο τρούλος των εκκλησιών, πάνω στο οποίο είναι ζωγραφισμένος ο Παντοκράτωρ, συμβολίζει την κάθοδο του Ουρανού στην γη. Ότι ο Κύριος «έκλινεν ουρανούς και κατέβη». Ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος «και εσκήνωσεν εν ημίν», όπως γράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (Ιω. α´ 14).
Επειδή δε έγινε άνθρωπος διά της Θεοτόκου, εικονίζουμε την Θεοτόκο την κόγχη του ιερού, για να δείξουμε ότι δι᾿ αυτής ο Θεός έρχεται στην γη και στους ανθρώπους. Αυτή είναι «η γέφυρα δι᾿ ης κατέβη ο Θεός» και πάλι «η μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν», η Πλατυτέρα των ουρανών, η χώρα του αχωρήτου, που εχώρησε μέσα της τον αχώρητο Θεό για την σωτηρία μας.
Στην συνέχεια δείχνει η Εκκλησία μας τους θεωμένους ανθρώπους. Αυτούς που έγιναν θεοί κατά Χάριν, επειδή ο Θεός έγινε άνθρωπος. Γι᾿ αυτό στις Ορθόδοξες Εκκλησίες μας μπορούμε και εικονίζουμε όχι μόνο τον σαρκωθέντα Θεό, τον Χριστό, και την άχραντο Μητέρα Του, την Κυρία Θεοτόκο, αλλά και τους Αγίους, γύρω και κάτω από τον Παντοκράτορα.
Σ᾿ όλους τους τοίχους του Ναού ζωγραφίζουμε τα αποτελέσματα της σαρκώσεως του Θεού: Τούς αγίους και θεωμένους ανθρώπους.
Άρα εισερχόμενοι μέσα σε ένα ορθόδοξο Ναό και βλέποντας την ωραία αγιογράφηση, αμέσως λαμβάνουμε μία εμπειρία: Μαθαίνουμε ποιό είναι το έργο του Θεού για τον άνθρωπο, ποιός είναι ο σκοπός της ζωή μας.
Όλα στην Εκκλησία ομιλούν για την ενανθρώπηση του Θεού και την θέωση του ανθρώπου.