Περί της Ιεράς Τραπέζης και περί μετανοίας
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΙΕΡΕΜΙΑ
Στο σημερινό μου κήρυγμα, αγαπητοί αδελφοί, θα σας δώσω με απλά λόγια μία άλλη ομιλία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, την οποία καταλήγει στο ίδιο αγαπητό του θέμα, την μετάνοια.
1. Απογοητευμένος φαίνεται στην ομιλία του αυτή από την αρχή ο Χρυσόστομος, σαν τον σποριά, λέγει, που σπέρνει, αλλά δεν βλέπει καρποφορία. Και αυτός βλέπει ότι οι χριστιανοί του δεν έχουν καλά έργα να παρουσιάσουν. «Χριστιανός» σημαίνει στρατιώτης του Ιησού Χριστού, που πρέπει να αγωνίζεται για την δόξα Του, γιατί τρέφεται από Αυτόν με τα ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας. Θα πω κάτι το φοβερό, λέγει ο Χρυσόστομος τώρα εδώ: «Θα ήταν καλύτερα να μην είχαμε στρατευθεί στην στρατεία του Χριστού σαν χριστιανοί, παρά το ότι στρατευθήκαμε (δηλαδή βαπτιστήκαμε), αλλά αμελούμε για την τιμή του βασιλέως μας Χριστού. Πως δεν θα τιμωρηθεί αυτός που τρέφεται μεν από τον βασιλιά, αλλά δεν αγωνίζεται για την τιμή και την δόξα του βασιλιά;»*
2. Αλλά, λέει στην συνέχεια ο Χρυσόστομος, όχι μόνο για την τιμή του βασιλιά Χριστού δεν ενδιαφέρονται οι χριστιανοί, αλλά δεν ενδιαφέρονται ούτε για την δική τους, την προσωπική τους σωτηρία. Λέγουν όμως μερικοί χριστιανοί, που θέλουν να δικαιολογηθούν: Είναι δυνατόν ζώντας στον κόσμο, μέσα σε τόσους πειρασμούς και σε τόσα προβλήματα και να σωθώ; Ναί, είναι δυνατόν απαντά ο Χρυσόστομος! Είναι δυνατόν και μέσα στον κόσμο ζώντας, ω άνθρωπε, να σωθείς· γιατί δεν σώζει ο τόπος, αλλά ο τρόπος και η προαίρεση. Και αναφέρει γι᾽ αυτό ο άγιος πατέρας παράδειγμα από την Αγία Γραφή: Ο Αδάμ στον παράδεισο ήταν και όμως αμάρτησε. Και ο Ιώβ στην κοπριά ήταν και όμως υμνούσε τον Θεό!
3. Ο άγιος Χρυσόστομος βρίσκει την αιτία για το ότι οι χριστιανοί του δεν είναι όπως πρέπει. Και η αιτία είναι ότι δεν νιώθουν συνειδητά την θεία λατρεία και πιο συγκεκριμένα την θεία Λειτουργία. Γι᾽ αυτό και τους ελέγχει για την αμαρτία τους αυτή και τους κάνει στην ομιλία του ένα ωραίο λειτουργικό μάθημα. Αυτό το μάθημα του Χρυσοστόμου προς τους χριστιανούς του τότε, θέλω να δώσω και σε σας τώρα, αγαπητοί μου:
(α) Πρώτα-πρώτα τους λέγει να πηγαίνουν στην θεία Λειτουργία κάθε Κυριακή. Κάνει έναν υπολογισμό και βρίσκει ότι η Εβδομάδα έχει 168 ώρες. Πραγματικά: Η ημέρα έχει 24 ώρες. 24 ώρες 7 ημέρες που έχει η εβδομάδα έχουμε 168 ώρες. Όλες αυτές τις ώρες τις έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο για τις δουλειές του και τις υποθέσεις του. Και κράτησε ο Θεός για τον εαυτό του μόνο μία ώρα, την Κυριακή για την θεία Λειτουργία. Αλλά εμείς και αυτή την ώρα την δαπανάμε σε κοσμικά και αμαρτωλά πολλές φορές πράγματα. Λέει επί λέξει ο Χρυσόστομος: «Εκατόν εξήκοντα οκτώ ώρας εχούσης της εβδομάδος, μίαν και μόνην ώραν αφώρισεν εαυτώ ο Θεός· και ταύτην εις πράγματα βιωτικά και εις γελοία και εις συντυχίας αναλίσκεις;»
(β) Δεύτερον, ο Χρυσόστομος λέγει στους ακροατές του ότι πρέπει να νιώθουν αυτά που λέγονται στην θεία Λειτουργία. Ο ιερεύς λέει «άνω σχώμεν τας καρδίας». Να έχουμε, δηλαδή, την καρδιά μας στραμμένη στον Θεό. Και εμείς απαντάμε: «Έχομεν προς τον Κύριον». Αυτό, χριστιανοί μου, είναι μία υπόσχεση, που δίνουμε στον Θεό. Και όμως λέμε ψέματα, γιατί την καρδιά μας την έχουμε στραμμένη σε κοσμικά και αμαρτωλά πράγματα και λίγο ή και καθόλου δεν σκεπτόμαστε τον Θεό.
Γι᾽ αυτό το ψέμα που λέμε εκείνη την ιερή μάλιστα ώρα, πονάει ο Χρυσόστομος για τους χριστιανούς του και φωνάζει και λέει: «Τι ποιείς, άνθρωπε; Ουχ υπέσχου τω ιερεί ειπόντι, “Άνω σχώμεν τας καρδίας” και είπας, “Έχομεν προς τον Κύριον”; Ου φοβή, ουκ ερυθριάς κατ᾽ αυτήν την φοβεράν ώραν ψεύτης ευρισκόμενος;».
(γ) Το άλλο, που λέει και τονίζει στους χριστιανούς του ο Χρυσόστομος, για να έχουν συνειδητή συμμετοχή στην θεία Λειτουργία, είναι το να νιώθουν ότι σ᾽ αυτήν έχουμε παρόντα τον Ίδιο τον Χριστό. Στην θεία Λειτουργία, χριστιανοί μου, όπως μας τα λέει ο Χρυσόστομος και όπως έτσι είναι, πάνω στην Αγία Τράπεζα γίνεται για ᾽μας η Θυσία του Χριστού· γίνεται αυτό που έγινε στον Γολγοθά την Μεγάλη Παρασκευή. Αγωνίζεται ο ιερεύς με τις ευχές του για να κατεβάσει φωτιά από τα ουράνια (του ιερέως υπέρ σού αγωνιζομένου… του πυρός του πνευματικού κατερχομένου»). Ποια είναι αυτή η φωτιά; Είναι αυτό που κατέβηκε με μορφή φωτιάς. Είναι το Άγιο Πνεύμα, που ήλθε «εν είδει πυρίνων γλωσσών». Και το Άγιο Πνεύμα κάνει το μεγάλο θαύμα: Μεταβάλλει τον άρτο σε Σώμα Χριστού και τον οίνο, το κρασί, σε Αίμα Χριστού. Αυτό θέλει ο Χρυσόστομος να νιώθουν συνειδητά οι χριστιανοί του: Ότι ενώπιόν τους, μπροστά τους, έχουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Δεν είναι ψωμί και κρασί, αλλά Σώμα και Αίμα Χριστού. «Μη ότι άρτος εστίν ίδης – λέει ο άγιος πατέρας – μηδ᾽ ότι οίνός εστι νομίσης». Στο Άγιο Ποτήριο είναι το Αίμα του Χριστού, αυτό το Ίδιο Αίμα που χύθηκε από την πλευρά του Χριστού στον Γολγοθά για το καθαρμό της ψυχής μας: «Του αίματος εν τω κρατήρι εις την κάθαρσιν εκ της αχράντου πλευράς κενουμένου»! Και όταν κοινωνούν οι χριστιανοί, λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, πρέπει να νιώθουν ότι κοινωνούν από έναν άγγελο. Έτσι διαβάζουμε στο βιβλίο του προφήτου Ησαία (κεφ. 6) ότι ο άγγελος έλαβε με λαβίδα άνθρακα από το Θυσιαστήριο του Θεού και άγγιξε με αυτό τα χείλη του προφήτου. Τον κοινώνησε!
Και στους χριστιανούς που έρχονται να κοινωνήσουν λέει ο Χρυσόστομος να νιώθουν ότι κοινωνούν από άγγελο. «Μη ως εξ ανθρώπου – λέει – νομίσητε μεταλαμβάνειν του θείου σώματος, αλλ᾽ ως εξ αυτών των Σεραφείμ τη λαβίδι του πυρός, ήνπερ Ησαίας είδε του θείου Σώματος μεταλαμβάνειν νομίζετε»! Και επειδή τότε κοινωνούσαν χωριστά Σώμα και χωριστά το Αίμα του Χριστού, τους λέει, χριστιανοί μου, όταν πίνουν το θείο Αίμα να νιώθουν ότι βάζουν τα χείλη τους στην ανοιγμένη πλευρά του Χριστού, απ᾽ όπου έρρευσε το θείο Αίμα: «Ως της θείας και αχράντου πλευράς εφαπτόμενοι τοις χείλεσιν, ούτω του σωτηρίου Αίματος μεταλάβωμεν»! Πολύ ωραίο και πολύ γλυκό αυτό, χριστιανοί μου! – Αλλά εδώ που λέγει για την θεία Κοινωνία ο Χρυσόστομος μας διδάσκει ένα σπουδαίο που πρέπει να γνωρίζουμε: Ότι η θεία Κοινωνία, όταν την λαμβάνουμε μέσα μας, δεν έχει την ακολουθία των άλλων τροφών, αλλά απορροφάται κατά μυστηριώδη τρόπο από την ψυχή και από το σώμα. Όπως το κερί, λέει για παράδειγμα, όταν ενωθεί με την φωτιά. Επειδή είναι σπουδαία η περικοπή αυτή του ιερού πατρός, την αναφέρω ολόκληρη, όπως την είπε: Η θεία Κοινωνία «ουκ ως αι λοιπαί βρώσεις εις αφεδρώνα χωρεί. Άπαγε, μη τούτο νόει. Αλλά ώσπερ κηρός πυρί προσομιλήσας ουδέν απουσιάζει, ουδέν περισσεύει, ούτω και ώδε νόμιζε συναναλίσκεσθαι τα μυστήρια τη του σώματος ουσία».
(δ) Έπειτα, λέει ο Χρυσόστομος ότι στην θεία Λειτουργία, αφού τόσο ιερά και τόσο φοβερά πράγματα γίνονται σ᾽ αυτήν, οι χριστιανοί πρέπει να στέκονται με ευλάβεια και με φόβο Θεού: «Τοιγαρούν, αδελφοί – λέγει –, στώμεν έμφοβοι και έντρομοι, κάτω νεύοντες το όμμα, άνω δε την ψυχήν». Και για παράδειγμα σ᾽ αυτό φέρει τους στρατιώτες που με πολύ σεβασμό και φόβο στέκονται μπροστά στον επίγειο άρχοντα «αμετακίνητοι, μη φθεγγόμενοι, μη σειόμενοι, μη τους οφθαλμούς ώδε κακείσε πέμποντες…».
(ε) Τέλος, αδελφοί, ο Χρυσόστομος λέει στους χριστιανούς του, όταν έρχονται στην θεία Λειτουργία, να μην έχουν μνησικακία στην καρδιά. Να μην έχουν δηλαδή εχθρότητα με κανένα, αλλά να έχουν συγχωρήσει τους εχθρούς τους. Γιατί αν δεν έχουν συγχωρήσει τους εχθρούς τους, δεν θα συγχωρεθούν και αυτοί από τον Θεό. Στο «Πάτερ ημών…» λέγουμε: «Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Αυτό, όπως το ερμηνεύει ο Χρυσόστομος, είναι σαν να λέμε: «Θεέ μου, συγχώρησα, συγχώρησέ με και Συ». Αυτό όμως που λέμε σημαίνει ότι αν δεν συγχωρήσουμε, δεν συγχωρούμεθα. «Έλυσα, λύσον. Συγχώρησα, συγχώρησον». Αλλά, αν δεν συγχωρούμε τότε ισχύει το: «Αφού εκράτησα, κράτησον. Αφού δεν έλυσα τα πταίσματα του πλησίον μου, ούτε και συ, Θεέ, να λύσεις τα δικά μου αμαρτήματα».
4. Τελειώνοντας την ομιλία του ο Χρυσόστομος προτρέπει τους χριστιανούς να σκεφθούν ότι τα ανθρώπινα είναι όλα προσωρινά και μάταια. Γι᾽ αυτό, μας λέγει, ας φροντίσουμε, τώρα που έχουμε ακόμη καιρό, να αρχίσουμε μια ζωή κατά Θεόν, αντίθετα από την αμαρτωλή ζωή που ζήσαμε πρώτα. Και μάλιστα στην προτροπή του αυτή βάζει και τον εαυτό του μεταξύ των αμαρτωλών, μιλώντας μας στο α´ πληθυντικό πρόσωπο. Μας λέει: «Εζήσαμεν τη σαρκί, ζήσωμεν λοιπόν και τω πνεύματι· εζήσαμεν ταίς ηδοναίς, ζήσωμεν λοιπόν και ταίς αρεταίς. Εζήσαμεν τη αμελεία, ζήσωμεν και τη μετανοία».
Όλα είναι μάταια, λέει τελευταία. Έρχεται ο θάνατος και τότε, που είναι η χαρούμενη όψη του προσώπου; Που τα ωραία μάτια; Που η καλοκαμωμένη μύτη; Που τα βαμμένα κόκκινα χείλη; Που τα ωραία μάγουλα; Όλα έγιναν στάχτη, όλα σκουριά. Όλα βρωμιά και δυσωδία.
Έχοντας όλα αυτά υπ᾽ όψιν μας, αδελφοί, ας θυμούμεθα την ώρα του θανάτου μας και την κρίση μας ενώπιον του Θεού και όσο έχουμε ακόμη καιρό ας μετανοήσουμε. Ας επιστρέψουμε από τον πλανεμένο δρόμο μας, για να απαλλαγούμε από την φρικτή βάσανο της κόλασης και να αξιωθούμε της Βασιλείας των ουρανών, με την Χάρη και την φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ΑΜΗΝ.
Με πολλές ευχές,
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας