Ερντογάν: Σε μία δήλωση που επαναφέρει στο προσκήνιο ένα από τα πλέον ευαίσθητα ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υποσχέθηκε ότι η χώρα του «θα πράξει ό,τι της αναλογεί» στο θέμα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Ρεπορτάζ: Γιάννης Παπανικολάου
Η δήλωση αυτή έγινε κατά τη συνάντησή του με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, μία συνάντηση με βαριά διπλωματική ατζέντα που περιλάμβανε από το ζήτημα των F-35 και F-16 μέχρι τη γεωπολιτική ισορροπία στη Μέση Ανατολή.
Η αναφορά του Τούρκου προέδρου στην ιστορική Σχολή της Χάλκης –η οποία παραμένει κλειστή από το 1971– θεωρείται από πολλούς διεθνείς αναλυτές ως κίνηση με υψηλό πολιτικό και διπλωματικό συμβολισμό, ιδίως σε μια περίοδο κατά την οποία η Άγκυρα επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με τη Δύση και να εξομαλύνει τις σχέσεις της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. «Θα κάνουμε ό,τι μας αναλογεί», δήλωσε ο Ερντογάν, προσθέτοντας πως σκοπεύει να συζητήσει το θέμα προσωπικά με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο.
Από την πλευρά του, ο Ντόναλντ Τραμπ, απαντώντας στη σχετική αναφορά, τόνισε ότι «η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία ήταν εδώ (στον Λευκό Οίκο) και θα ήθελαν πραγματικά να έχουν κάποια βοήθεια», υπογραμμίζοντας την αμερικανική ευαισθησία στο θέμα των θρησκευτικών ελευθεριών και της προστασίας των μειονοτήτων.
Η Χάλκη ως σύμβολο και διπλωματική δοκιμασία
Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, η οποία ιδρύθηκε το 1844 και υπήρξε για περισσότερο από έναν αιώνα κορυφαίο κέντρο θεολογικών σπουδών της Ορθοδοξίας, παραμένει κλειστή εδώ και πάνω από πέντε δεκαετίες, μετά την αναστολή λειτουργίας της από τις τουρκικές αρχές το 1971. Η επαναλειτουργία της αποτελεί διαχρονικό αίτημα της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ενώ έχει τεθεί επανειλημμένως και από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως προϋπόθεση σε ζητήματα που αφορούν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας.
Η υπόσχεση του Ερντογάν, αν και δεν συνοδεύτηκε από σαφές χρονοδιάγραμμα, θεωρείται από πολλούς ως θετικό σήμα, σε μια περίοδο όπου η Άγκυρα βρίσκεται υπό πίεση τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από τις Βρυξέλλες για τον σεβασμό των θρησκευτικών ελευθεριών και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων.
Τι γράφουν τα διεθνή πρακτορεία
Το πρακτορείο Reuters μετέδωσε ότι η αναφορά του Ερντογάν στη Χάλκη «σηματοδοτεί πιθανή στροφή στην πολιτική της Τουρκίας απέναντι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο», ενώ επισημαίνει ότι η επαναλειτουργία της Σχολής θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «σημαντικό βήμα αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στις σχέσεις Άγκυρας – Ουάσιγκτον».
Το Associated Press (AP) υπογραμμίζει πως «το θέμα της Χάλκης υπήρξε αγκάθι στις σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ για δεκαετίες» και ότι «η υπόσχεση Ερντογάν συνδέεται ευθέως με τις ευρύτερες επιδιώξεις της Άγκυρας για επανεκκίνηση των αμυντικών σχέσεων και πιθανή επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35».
Το Bloomberg, σε ανάλυσή του, σημειώνει ότι η αναφορά του Τούρκου προέδρου στη Χάλκη έγινε «σε ένα κρίσιμο χρονικό σημείο, λίγο πριν από τη νέα φάση διαπραγματεύσεων με την Ουάσιγκτον για τα F-16», προσθέτοντας ότι η Άγκυρα επιχειρεί να δείξει «καλή θέληση» προς τη Δύση σε θέματα που σχετίζονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θρησκευτικές ελευθερίες.
Οι στρατηγικοί υπολογισμοί της Άγκυρας
Η τοποθέτηση του Ερντογάν δεν πρέπει να ιδωθεί αποκομμένα από το ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο. Η Τουρκία αναζητά ένα νέο σημείο ισορροπίας στις σχέσεις της με τη Δύση, ειδικά μετά την επιδείνωση των δεσμών της με τις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια λόγω ζητημάτων όπως η αγορά του ρωσικού συστήματος S-400 και η απομάκρυνσή της από το πρόγραμμα των F-35. Η επαναλειτουργία της Χάλκης θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «χείρα φιλίας» προς τη Δύση και ως ένδειξη διάθεσης συνεργασίας.
Παράλληλα, η Άγκυρα προσπαθεί να διατηρήσει ισορροπίες και στο εσωτερικό της χώρας, καθώς το ζήτημα της Χάλκης παραμένει ιδιαίτερα ευαίσθητο στο εθνικιστικό ακροατήριο. Ωστόσο, αναλυτές σημειώνουν ότι μια τέτοια κίνηση δεν θα απαιτούσε θεσμικές αλλαγές αλλά κυρίως πολιτική βούληση, κάτι που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο υλοποίησής της μέσα στους επόμενους μήνες.
Οι αντιδράσεις στην Ελλάδα και την Ορθοδοξία
Στην Αθήνα, κύκλοι της Εκκλησίας και της πολιτείας υποδέχθηκαν με συγκρατημένη αισιοδοξία τις δηλώσεις του Τούρκου προέδρου, τονίζοντας πως το ζητούμενο είναι να υπάρξουν πράξεις και όχι μόνο λόγια. Παράλληλα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφεύγει δημόσια σχόλια, επιμένοντας στη γραμμή της διαλόγου και της συνεργασίας με την Άγκυρα.
Η επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης δεν αποτελεί μόνο ζήτημα θεολογικής εκπαίδευσης αλλά και ένα κρίσιμο βήμα για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, της θρησκευτικής ελευθερίας και της πολυφωνίας, όπως επισημαίνει και η τελευταία έκθεση της UNESCO για τα δικαιώματα των θρησκευτικών κοινοτήτων.
Η δήλωση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Λευκό Οίκο δεν ήταν μια τυχαία αναφορά, αλλά μια στρατηγικά υπολογισμένη κίνηση με πολλαπλά μηνύματα προς την Ουάσιγκτον, την Αθήνα, το Φανάρι και τη διεθνή κοινότητα. Αν η Τουρκία προχωρήσει πράγματι στην επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, θα πρόκειται για μια ιστορική εξέλιξη που μπορεί να αναβαθμίσει τις σχέσεις της με τη Δύση, να ενισχύσει το διεθνές της προφίλ και να αποκαταστήσει ένα από τα πιο εμβληματικά σύμβολα της Ορθοδοξίας.
Μέχρι τότε, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με προσοχή. Και όπως σημειώνει το Reuters, «η Χάλκη θα παραμείνει βαρόμετρο των πραγματικών προθέσεων της Άγκυρας ως προς τον σεβασμό των θεμελιωδών ελευθεριών».