Προς το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ – Υπό του Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΙΒΗΡΙΤΗΣ: Μετά την παρακοήν των πρωτοπλάστων Αδάμ και Εύας και την επί πέντε και ήμισυ ως έγγιστα χιλιάδων ετών πικρίας και λύπης, η παγκόσμιος μεταβολή είχεν ως πρώτην και κυρίαν την εκ των Ιωακείμ και Άννης γεννηθείσαν πηγήν της ζωής, την προ πάντων των αιώνων προωρισμένην και κεχαριτωμένην Παρθένον Μαρίαν.
Ο αείμνηστος Προσμονάριος της Παναγίας Πορταιτίσσης Ιερομόναχος Αθανάσιος Ιβηρίης (†1973), έλεγεν επί τούτου: «…Ο Θεός υπέγραψε σύμφωνον ̔ ̔προ του τον κόσμον είναι ̓ ̓ με την αγέννητον εισέτι Παρθένον, αλλ’ εν τη διανοία Αυτού ευρισκομένην, να δημιουργήση δι’ Εκείνην πάσαν την κτίσιν και Εκείνη να δανείση εις τον Υιόν Του σαρκός το πρόσλημμα… ».
Η Γέννησις ή το Γενέθλιον της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας είναι μία Θεομητορική εορτή της Εκκλησίας, εορταζομένη κατ’ έτος την 8 Σεπτεμβρίου και καθιερωθείσα διά πρώτην φοράν εις τα Ιεροσόλυμα εις τα τέλη του 5ου με 6ου αιώνος.
Τα περί της Θεοτόκου Μαρίας, της Παρθένου Μητρός του Ιησού Χριστού, γνωρίζομεν εκ των ολίγων σχετικώς μαρτυριών της Καινής Διαθήκης, καθώς και εξάλλων μαρτυριών της ήδη Αποστολικής εποχής και δη εκ χριστιανικών των Ιουδαικών κύκλων, καθώς και εξ αποκρύφων βιβλίων εκκλησιαστικού και αντιαιρετικού χαρακτήρος, όπως είναι το Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου.
Εις το απόκρυφον τούτο βιβλίον περιεσώθησαν και γνήσια στοιχεία της αρχεγόνου παραδόσεως, τα οποία συνιστούν την ιδίαν εκκλησιαστικήν συνείδησιν. Ενταύθα εξιστορούνται λεπτομερώς τα της Γεννήσεως της Θεοτόκου και παρέχονται στοιχεία διά την παιδικήν και νεανικήν αυτής ηλικίαν.
Κατά την αρχαίαν παράδοσιν της Εκκλησίας, η Θεοτόκος εγεννήθη εξ επαγγελίας περί το 16 ή 17 έτος προ της Χριστού Γεννήσεως, εκ στειρευόντων και προβεβηκότων την ηλικίαν γονέων, του Ιωακείμ και της Άννης· εκ των οποίων, ομεν Ιωακείμ κατήγετο εκ του βασιλικού γένους του Δαβίδ της φυλής του Ιούδα, η δε Άννα εκ της ιερατικής φυλής του Λευί, θυγάτηρ ούσα του ιερέως Ματθάν και της Μαρίας της γυναικός αυτού.
Οι Προφήται της Παλαιάς Διαθήκης σαφώς προεφήτευσαν περί της Θεοτόκου και σαφέστερον πάντων ο Δαβίδ και ο Ησαίας. Κατ’ οικονομίαν, η Θεία χάρις μόνον εις αυτήν επέτρεψε την είσοδον εις τον εν Ιεροσολύμοις Ναόν κατά το τρίτον έτοςτης ηλικίας της. Μετά την εκεί διαμονήν της εις τα Άγια των Αγίων μέχρι το δωδέκατον έτος της ηλικίας της υπό την επίβλεψιν των ιερέων του Ναού, παρεδόθη διά προστασίαν, φροντίδι του αρχιερέως Ζαχαρίου, εις τον εν χηρεία Ισραηλίτην και εκλεκτόν δούλον του Θεού Ιωσήφ.
Η Παρθένος Μαρία, ανατραφείσα εις τον Ναόν εν Κυρίω και εξελθούσα εξ αυτού ως κόρη τελεία, εδέχθη μόνη εκείνη εκ πασών των γυναικών τον χαιρετισμόν του Αρχαγγέλου Γαβριήλ εις την πόλιν της Γαλλιλαίας Ναζαρέτ, με την προσηγορίαν: «Χαίρε κεχαριτωμένη», και εκ των αγνών αυτής αιμάτων σαρκωθείς ο Υιός του Θεού υπό την επενέργειαν του Αγίου Πνεύματος, εγεννήθη εν τω Κόσμω ως τέλειος και αναμάρτητος άνθρωπος.
Διά της Παρθένου Μαρίας επεφάνη εις τον Κόσμον το ζωοποιόν του Σωτήρος Πρόσωπον, διό και ονομάζεται η Θεοτόκος «Πηγή της ζωής». Η Θεοτόκος εγέννησε την χαράν του ανθρωπίνου γένους, εγέννησε τον Ελευθερωτήν και Σωτήρα πάντων των ανθρώπων και κατέστη η γλυκυτάτη Μήτηρ της ανθρωπίνης ζωής και
η πηγή της παρηγορίας διά κάθε άνθρωπον.
Η αναγέννησις του Κόσμου ήρχισεν ευθύς από την στιγμήν της Γεννήσεως της Θεοτόκου, και ιδία από την στιγμήν του Ευαγγελισμού αυτής υπό του Αρχαγγέλου Γαβριήλ. Από εκείνης της στιγμής ανελκύσθη η πάσα γυνή εκ του βυθού της ευτελείας και κακουργούσης αχρηστίας και εξηγνίσθη με το Αίμα του Εσταυρωμένου Ιησού. Με το αίμα εκείνο δι’ ου περιελούσθησαν αι Μυροφόροι γυναίκες κάτωθεν του Σταυρού, ότε ο αναμάρτητος Κύριος υπέστη φρικτόν θάνατον εις τον Γολγοθάν υπό των ανόμων Ιουδαίων, Φαρισαίων τε και Γραμματέων.
Η παντοδύναμος του εν Τριάδι Θεού χάρις ετέλεσε μόνον εν αυτή το μέγιστον των θαυμάτων, να υπάρξη και να αναδειχθή ώσπερ προ τόκου, ούτω και εν τόκω και μετά τόκον Παρθένος και να τιμάται ως Αειπάρθενος. Η δε Υμνολογία της Εκκλησίας μας την τοποθετεί μετά την Αγίαν Τριάδα, λέγουσα: «Χαίροις μετά Θεόν η Θεός, τα δευτερεία της Τριάδος η έχουσα…». Και δικαίως, καθότι μόνη η Κυρία Θεοτόκος, «σταθείσα αναμέσον Θεού και ανθρώπων, τον μεν Θεόν υιόν ανθρώπου εποίησε, τους δε ανθρώπους υιούς Θεού», κατά τον Όσιον Νικόδημον τον Αγιορείτην.
Η Θεοτόκος έτεκε Θεόν και κατέστη νέας δημιουργίας τέκνων της Βασιλείας των ουρανών. Το Πρόσωπον της Παναγίας γλυκαίνει την καρδίαν των ευσεβών χριστιανών, ταπεινοί τον νούν αυτών και τον φέρει πλησίον εις την απειροτελείαν Αγάπην του εν Τριάδι Θεού, εις τον οποίον πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις.
Από του προσώπου της κεχαριτωμένης αειπαρθένου Μαρίας αι γυναίκες παρθενεύουν και μένουν παρθένοι, όσαι εξ αυτών έχουν την άνωθεν κλήσιν· αλλά και αι ύπανδροι ακόμη, μαρτυρικώς αγωνιζόμεναι εν τω οίκω αυτών, άγιαι ως παρθένοι αναδεικνύονται· όθεν και πληρούται το εμπνευσμένον του Θεολόγου Γρηγορίου ρήμα: «Χριστός εκ παρθένου, γυναίκες παρθενεύσατε».
Από το θείον και πανάγιον Πρόσωπον της Υπεραγίας Θεοτόκου διά μέσου των αιώνων, αμέτρητα πλήθη εξέλεξαν την αγαθήν μερίδα της πνευματικής ζωής, όπως η ισταμένη εις το πλευρόν Κυρίου αδελφή του Λαζάρου Μαρία. Αμέτρητα πλήθη απέκτησαν την προς τον Χριστόν αγίαν αφοσίωσιν και της άλλης αδελφής
Μάρθρας, και παρθένοι αγναί και άμωμοι ανεδείχθησαν.
Αμέτρητα πλήθη γυναικών έχουσαι την ψυχήν και το πνεύμα αυτών εις το περίλαμπρον και εκθαμβωτικόν Πρόσωπον της κεχαριτωμένης Παναγίας, υπήρξαν εφάμιλλοι μητέρες της Σαλώμης.
Η Θεοτόκος Μαρία, είλκυσε και ενεθάρρυνε διά μέσου των αιώνων τας γυναικείας καρδίας εις ταπείνωσιν και αυταπάρνησιν και αληθινήν σωφροσύνην. Και εξηγιάσθη και εξαγιάζεται η γυνή δι’ αυτής, και ανυψούται από του εξευτελισμού της ανηθικότητος εις την περιωπήν της τιμής και της δόξης· εφ’ όσον παραμένει πιστή και αφωσιωμένη εις την προστάτιδα αυτής Παναγίαν, μέσω της οποίας δύναται να έχη παρρησίαν ενώπιον του Ιησού Χριστού.
Η αειπάρθενος Θεοτόκος, κοιμηθείσα κατά το ανθρώπινον εν ηλικία 59 ετών, μετέστη συνοδεία ουρανίων στρατιών Αγγέλων μετά τριήμερον εις τον Ουρανόν της αφθαρσίας παρά τον Θρόνον της Αγίας Τριάδος, και παρίσταται με όλην την πανάχραντον αυτής προσωπικότητα, τιμιωτέρα και ενδοξοτέρα των Χερουβίμ και των Σεραφίμ.
Εις τον Ουρανόν ευρισκομένη, πρεσβεύει και ικετεύει την θαυματουργικήν παντοδυναμίαν του εν Τριάδι προσκυνουμένου Αγίου Θεού, και επικαλείται επί παντός όστις καθίσταται άξιος της χάριτος Αυτού διά της αληθινής Μετανοίας και της θερμής και σταθεράς Πίστεως, διά της οποίας γεννώνται ( Ιω. α ́, 12-14) και
πληθύνονται τα γνήσια τέκνα του αληθινού Θεού, και εν έργοις και λόγοις δοξάζουν το Πανάγιον Αυτού όνομα.
Η Θεοτόκος Μαρία-η Παναγία, υπήρξεν η μοναδική εκπρόσωπος του ανθρωπίνου γένους, ήτις κατέστησε τον εαυτόν της άξιον της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος. Απέβη το όντως εκλεκτόν σκεύος του Τριαδικού Θεού, συνδέσασα αρρήκτως το όνομα αυτής με το όνομα του Υιού του Θεού. Ανεδείχθη «τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα των Σεραφίμ».
Η Αγία κόρη της Ναζαρέτ «η υψηλοτέρα των ουρανών και καθαρωτέρα λαμπηδόνων ηλιακών», ηξιώθη να βαστάση «τον βαστάζοντα πάντα»· να γαλουχήση «τον εκτρέφοντα την οικουμένην άπασαν»· να λικνίση «τον επιβλέποντα την γην και ποιούντα αυτήν τρέμειν».
Εις την Μητέρα του Θεού, αλλά και την Μητέρα όλων των ανθρώπων, πλήθος ανθρώπων εις το διάβα των αιώνων έκλινε και συνεχίζει να κλίνη γόνυ με σεβασμόν ενώπιόν της. Εορταί και πανηγύρεις έχουν την αναφοράν εις την Αγίαν Μνήμην αυτής. Αναρίθμητοι πιστοί εορτάζουν με αγαλλίασιν την Μητέρα του Φωτός.
Σκιρτούν από χαράς εις την Γέννησιν και τον Ευαγγελισμόν αυτής. Ψάλλουν εξοδίους ύμνους εις την Αγίαν Κοίμησιν και Μετάστασιν αυτής.
Προσκυνούν και τιμούν αναριθμήτους Εικόνας της. Εις άνω των πέντε χιλιάδων ανέρχονται τα Θεοτοκωνύμια της μοναδικής Κυρίας του σύμπαντος Κόσμου. Εις μυριάδας ανέρχονται οι προς τιμήν της ανεγερθέντες Ιεροί Ναοί, αι Ιεραί Μοναί και τα διάσπαρτα Εξωκκλήσια και Προσκυνητάρια ανά την Οικουμένην.
Σύμπας ο Ορθόδοξος Κόσμος, και ιδία ο Ελληνισμός, τιμούν εξόχως την Θεοτόκον Μαρίαν. Οι Μοναχοί κυρίως του Αγίου Όρους, στηριζόμενοι και εις τας γνωστάς υποσχέσεις, τας οποίας έδωκεν εις τον πρώτον οικιστήν του Άθω, Όσιον Πέτρον τον Αθωνίτην, καλλιεργούν ένα ιδιαίτερον σεβασμόν και αγάπην προς το Πρόσωπον της Θεοτόκου, την οποίαν θεωρούν Προστάτιδα και ελπίδα διά την σωρηρίαν των· εγγίζοντες ενίοτε και τα όρια της «λατρείας», αποδιδομένης μόνον εις τον Θεόν.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, γράφει δογματικώ τω τρόπω διά την Θεοτόκον: «Ζωήν της φύσεως κρείττονος έξεις. Έξεις γαρ ου σαυτή· ου γαρ σαυτής ένεκα γεγένησο. Όθεν έξεις Θεώ, δι’ ον εις τον βίον ελήλυθας· δι’ ον τη παγκοσμίω εξυπηρετήσω σωτηρία, όπως η αρχαία βουλή του Θεού, της του λόγου σαρκώσεως, και της ημών θεώσεως, διά σου πληρωθή» (Ιω. Δαμασκηνού PG. 96, 676).
Το δε κατανυκτικόν Απολυτίκιον της εορτής περιλαμβάνει και τούτο εν βραχύ όλην την διδασκαλίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, περί του Προσώπου της Θεοτόκου: ( Ήχος δ ́). «Η Γέννησίς σου Θεοτόκε, χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη· εκ σου γαρ ανέτειλεν ο Ήλιος της δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών· και λύσας την κατάραν, έδωκε την ευλογίαν· και καταργήσας τον θάνατον, εδωρήσατο ημίν ζωήν την αιώνιον».
[Προεόρτια Γεννήσεως της Θεοτόκου, 2023]