ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ: Το πρωί της Παρασκευής, 22 Αυγούστου 2025, τελέστηκε στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη Μάδηβα, η Εξόδιος Ακολουθία του μακαριστού Αρχιμανδρίτου π. Ιννοκεντίου του Αγιοταφίτου.
Στην εξόδιο ακολουθία προεξήρχε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος, πλαισιωμένος από Αρχιερείς του Πατριαρχείου: τον Μητροπολίτη Καπιτωλιάδος κ. Ησύχιο, τον Μητροπολίτη Βόστρων κ. Τιμόθεο, τον Αρχιεπίσκοπο Αβήλων κ. Δωρόθεο, τον Πατριαρχικό Επίτροπο Αμμάν, Αρχιεπίσκοπο Κυριακουπόλεως κ. Χριστοφόρο, και τον Πατριαρχικό Επίτροπο Άκκρης, Μητροπολίτη Πτολεμαΐδος κ. Μακάριο.
Παρέστησαν επίσης ιερείς του Πατριαρχείου από τις γύρω περιοχές της Ιορδανίας, μαζί με τον Αρχιδιάκονο π. Μάρκο, τον Ιεροδιάκονο π. Πρόδρομο, καθώς και άλλους ιερείς που τίμησαν τη μνήμη του εκδημήσαντος.
Κατά την ακολουθία εκφωνήθηκε ο επιμνημόσυνος λόγος του Πρωτοσυγκέλλου, ο οποίος εξήρε την προσφορά, το ήθος και την αφοσίωση του μακαριστού Αρχιμανδρίτου Ιννοκεντίου στην Αγιοταφική Αδελφότητα και στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.
Διαβάστε τον λόγο:
«Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες άρτι, ίνα αναπαύσωνται εκ των κόπων αυτών», (Αποκ. 14,13), «Επειδάν μεταστώσι του βίου, ουκ αφανίζονται, αλλά παρά Θεώ τετήρηνται και λαμβάνουσιν αθάνατον τιμήν», (Κύριλλος Αλεξανδρείας, PG 74, 273) «Οίδασι γάρ ότι αέναός εστιν ο λυτρούμενος αυτούς» (πρβλ. Ιώβ 19,25).
Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα,
Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς,
Αγαπητοί εν Χριστώ Πατέρες και αδελφοί,
Ευρισκόμεθα εις την περίοδον της Θείας Μεταμορφώσεως, ότε ο Χριστός εφανέρωσε την δόξαν της Θεότητός Του επί του Θαβωρίου Όρους, και πορευόμεθα, ίνα εορτάσωμεν την ένδοξον Κοίμησιν και την εις ουρανούς Μετάστασιν της Κυρίας Θεοτόκου. Εντός αυτής της ιεράς και πνευματικής ατμοσφαίρας, η Αγιοταφιτική Αδελφότης, συναχθείσα εις τον εν Μαδηβά ΙερόνΝαόν τούτον, πενθηφορούσα και δακρύουσα, «ποιούσα κοπετόν μέγαν» (Πράξ. 8,2) και στενάζουσα «επί τώ περί αυτήν γενομένω μυστηρίω», αποχαιρετά εν εκλεκτόν τέκνον της, τον Πανοσιολογιώτατον Αρχιμανδρίτην Ιννοκέντιον Έξαρχον.
Η Αγιοταφιτική Αδελφότης και ο ευσεβής λαός θρηνούσιν τον αδελφόν και πατέρα, ός έσπευσε να αποδώση «εν χειρί Θεού την ψυχήν αυτού», (Σοφ. Σολ. 3,1) και «εις λιμένα ασφαλή ανάγεται» (Ιω. Χρυσόστομος PG 50,511). Γνωρίζομεν όμως καλώς ότι «ο του Χριστού δούλος, κάν αποθάνη, ζή· το γάρ εν Κυρίω τελευτάν ουκ έστι θάνατος, αλλά μετοικεσία» (Ιω. Χρυσόστομος PG 50,533). Διά τούτο, μας λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «μή κλαίετε τους εν Κυρίω τελευτήσαντας· έλαβον γάρ το τέλος των πόνων και ανέπαυσαν εν ειρήνη», (PG 62, 204).
Ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης Ιννοκέντιος, κατά κόσμον Ιωάννης Έξαρχος, εγεννήθη εν Κεραμίτσα Θεσπρωτίας τώ 1952. Ήλθεν εις τα Ιεροσόλυμα τώ 1966 και απεφοίτησεν εκ της Πατριαρχικής Σχολής τώ 1970. Την 28ην Ιουνίου 1970 εκάρη μοναχός υπό του μακαριστού Πατριάρχου κυρού Βενεδίκτου και έλαβε το όνομα Ιννοκέντιος, μετ’ ολίγον δε εχειροτονήθη διάκονος εν τώ Ιερώ Κουβουκλίω του Παναγίου Τάφου υπό του Αρχιεπισκόπου Λύδδης κ. Υμεναίου, τώ δε 1975 Πρεσβύτερος υπό του Αρχιεπισκόπου Σεβαστείας Γερμανού. Συνέχισε τας σπουδάς του εις την Θεολογικήν Σχολήν Αθηνών, και ακολούθως προέβη εις Μεταπτυχιακάς σπουδάς εν Βελγίω. Τώ δε 1978 έλαβε το οφφίκιον τούΑρχιμανδρίτου.
Διηκόνησε πολυτρόπως το Πατριαρχείον: ως εισηγητής και διάκονος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Βενεδίκτου, επόπτης του περιοδικού «Νέα Σιών», ηγούμενος εν Ρέμλη και Ιόππη, Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος των εκκλησιαστικών δικαστηρίων εν Ιεροσολύμοις, Ιόππη και Αμμάν. Τώ 1989 ανέλαβε την προϊσταμενίαν του Καθεδρικού Ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου εν Αμμάν, και από του 1994 υπηρέτησεν ως Πατριαρχικός Επίτροπος εν Μαδηβά.
Τώ 1996 εξελέγη Επίσκοπος Ιαμνείας, αλλ’ εν ταπεινώσει ουκ απεδέχθη την τιμήν ταύτην, θεωρών εαυτόν «ελάχιστον εν τώ οίκω του πατρός αυτού» (Κριτ. 6,15), προτιμήσας να συνεχίση την έως τότε διακονίαν του. Εν Μαδηβά έκτισε ξενώνα φιλοξενίας, ανήγειρε Ιερόν Ναόν και το σχολικόν συγκρότημα «Διόδωρος ΣΤ΄», ανέδειξε δε ποικιλοτρόπως το Προσκύνημα. Έδωκε νέαν ζωήν εις την Κοινότητα της Χανίνα, όπου έκτισε περικαλλή Εκκλησίαν, σχολείον και χώρους πνευματικής και κοινωνικής αναπτύξεως. Υπηρέτησεν επίσης ως υπεύθυνος των σχολείων της Δυτικής και Ανατολικής Όχθης, αντιλαμβανόμενος ότι «τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών εστίν η των ψυχών καθοδήγησις» (Γρηγόριος ο Θεολόγος, PG 35, 437), καθιστάς εαυτόν ένθερμον παιδαγωγόν και πνευματικόν καθοδηγητήν, γενόμενος δηλονότι «ως λύχνος άνωθεν ιστάμενος την οδόν δεικνύων» (Γρηγόριος Νύσσης, PG 46, 301Β) και «υπόδειγμα των πιστών εν λόγω, εν έργω, εν αναστροφή, εν αγάπη, εν πίστει» (Α΄ Τιμ. 4,12).
Η ζωή αυτού υπήρξεν έργον θυσίας, ταπεινώσεως και φιλοπονίας. Ο λόγος του ήτο πραύς, η παρουσία του σεμνή, η αγάπη του γνησία. Εκέρδισε την εκτίμησιν και τον σεβασμόν όσων συνεζήτησαν μετ’ αυτού και εγαλουχήθησαν υπό της πνευματικής και παιδαγωγικής μερίμνης του.
Μακαριώτατε,
Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει· «Ο θάνατος ανδρός δικαίου εστίν ώσπερ ύπνος προς έγερσιν άλυπον» (PG 70, 893). Και ο Μάξιμος ο Ομολογητήςμαρτυρεί·: «Ο θάνατος ούκ έστιν αφανισμός, αλλά μετάβασις εκ των παρόντων προς τα μέλλοντα», (PG 90, 629Α).
Ο πεφιλημένος αδελφός ημών Αρχιμανδρίτης Ιννοκέντιος εξεμέτρησε τον βίον καί, μετά από μίαν εξαιρετικά οδυνηράν και μακράν δοκιμασίαν, απηλλάγη των προσκαίρων και επορεύθη προς τα αιώνια. Ως δε λέγουν σύγχρονοι Όσιοι Πατέρες ημών: «ο άνθρωπος που υποφέρει από καρκίνο και δοξάζει τον Θεόν, εκείνος γίνεται ίσα με μάρτυρα» (Άγ.Παΐσιος, ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, Λόγοι Ε΄, σελ. 240) και «όποιος υπομένει την αρρώστιάν του με δοξολογίαν, γίνεται άγιος», (αγ. Πορφυρίου ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΝ ΛΟΓΩΝ, σελ.212). Εν τη βεβαιότητι ταύτη της πίστεως, υπερβαίνομεν την ανθρωπίνην λύπην επί τώ χωρισμώ του αγαπητού αδελφού ημών και προπέμπομεν αυτόν εις την μόνιμον ουράνιον κατοικίαν αυτού αξιοχρέως.
Και νύν, το «Αιωνία σου η μνήμη» δεν είναι ψίθυρος επιτύμβιος, αλλά σφραγίς και παιάν της , ότι ο αδελφός ημών Ιννοκέντιος μετέστη προς την κοινωνίαν των Αγίων. Η ψυχή αυτού, ως περιστερά ησύχιος, ανέρχεται προς τον Ήλιον της Δικαιοσύνης, όπου «λύπη και στεναγμός ουκ έσται έτι».
Είη η μνήμη αυτού Αιωνία!»