Οι συνταξιούχοι βρίσκονται ξανά στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, καθώς οι τελευταίες κυβερνητικές ανακοινώσεις φέρνουν σημαντικές αλλαγές στις αποδοχές τους από το 2026 και μετά. Οι εξελίξεις που δρομολογούνται αφορούν την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, τις ετήσιες αυξήσεις, αλλά και τη διατήρηση του επιδόματος των 250 ευρώ. Οι αποφάσεις αυτές δεν έχουν μόνο οικονομική διάσταση αλλά και κοινωνική, καθώς επηρεάζουν πάνω από 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχους στη χώρα μας.
Η μεγαλύτερη τομή είναι η κατάργηση της λεγόμενης «προσωπικής διαφοράς». Σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινωθεί, από την 1η Ιανουαρίου 2026 περίπου 670.000 συνταξιούχοι θα δουν τις αποδοχές τους να αυξάνονται οριστικά, καθώς η προσωπική διαφορά που κρατούσε τις συντάξεις τους καθηλωμένες θα ενσωματωθεί στο ποσό που λαμβάνουν. Οι αυξήσεις που θα προκύψουν κυμαίνονται από 12 έως 55 ευρώ τον μήνα, ένα ποσό που μπορεί να φαίνεται μικρό, αλλά για πολλούς ηλικιωμένους με χαμηλά εισοδήματα αποτελεί σημαντική ανάσα στην καθημερινότητά τους. Η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς παρουσιάστηκε από το New Money ως μία διαρθρωτική αλλαγή που έρχεται να αποκαταστήσει την ισονομία μεταξύ παλαιών και νέων συνταξιούχων.
Η συζήτηση αυτή δεν είναι τυχαία, αφού τα τελευταία χρόνια υπήρχε συνεχής πίεση από φορείς συνταξιούχων, οι οποίοι υποστήριζαν ότι η προσωπική διαφορά δημιουργούσε αδικίες, αφήνοντας χιλιάδες ανθρώπους εκτός των γενικών αυξήσεων που δόθηκαν. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης ότι η προσωπική διαφορά θα μειωθεί κατά 50% το 2026 και θα καταργηθεί πλήρως το 2027. Αυτή η σταδιακή διαδικασία, που αναδείχθηκε μέσα από το ERT News, δείχνει ότι η πολιτεία επιχειρεί μια ισορροπία ανάμεσα στη δημοσιονομική σταθερότητα και την ανάγκη στήριξης των συνταξιούχων.
Παράλληλα, οι συντάξεις θα συνεχίσουν να αυξάνονται ετησίως με βάση το ποσοστό ανάπτυξης της οικονομίας και τον πληθωρισμό. Για το 2026 έχει υπολογιστεί ότι οι αυξήσεις θα κυμανθούν στο 2,6% με 2,7%. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι συνταξιούχοι θα έχουν όφελος, είτε μέσα από την πλήρη αύξηση είτε μέσα από τον περιορισμό της προσωπικής διαφοράς στο μισό. Όπως ανέφερε η Ημερησία, πρόκειται για μια γενικευμένη παρέμβαση που αφορά τόσο τους νέους όσο και τους παλαιούς συνταξιούχους, με διαφοροποιήσεις ανάλογα με το ύψος της σύνταξης και την ύπαρξη προσωπικής διαφοράς.
Ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα είναι το εφάπαξ επίδομα των 250 ευρώ. Το βοήθημα αυτό θεσπίστηκε για να στηρίξει χαμηλοσυνταξιούχους που δυσκολεύονται περισσότερο, και σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες παραμένει ανέπαφο. Αναμένεται να καταβληθεί κανονικά προς το τέλος του έτους, πιθανότατα τον Νοέμβριο, σε περίπου 1,1 εκατομμύριο δικαιούχους. Η είδηση αυτή επιβεβαιώθηκε από το D-News, που διευκρίνισε ότι δεν υπάρχει καμία πρόθεση περικοπής ή κατάργησης του συγκεκριμένου μέτρου, παρά τις συζητήσεις για περιορισμό δαπανών.
Η εικόνα που διαμορφώνεται για τους συνταξιούχους την επόμενη διετία είναι μικτές αλλά θετικές: από τη μία πλευρά, οι αυξήσεις είναι μετριοπαθείς και σε πολλές περιπτώσεις δεν καλύπτουν πλήρως την ακρίβεια και το υψηλό κόστος ζωής· από την άλλη, όμως, η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς δίνει ένα σαφές μήνυμα ότι το κράτος αναγνωρίζει την αδικία των τελευταίων ετών και επιχειρεί να την αποκαταστήσει. Η ανακούφιση για δεκάδες χιλιάδες οικογένειες είναι δεδομένη, καθώς ακόμη και 30 ή 40 ευρώ επιπλέον τον μήνα μπορούν να κάνουν διαφορά όταν το εισόδημα είναι οριακό.
Πέρα από τα καθαρά οικονομικά δεδομένα, οι αλλαγές αυτές έχουν και πολιτική διάσταση. Οι συνταξιούχοι αποτελούν μια πολυπληθή και δραστήρια κοινωνική ομάδα, με σημαντική επιρροή στις εκλογικές αναμετρήσεις. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται για τις συντάξεις τους δεν επηρεάζουν μόνο τα νοικοκυριά αλλά και τη γενικότερη κοινωνική σταθερότητα. Το επόμενο διάστημα, αναμένεται ότι οι ενώσεις και οι οργανώσεις τους θα παρακολουθούν στενά τις εξαγγελίες, ζητώντας διασφάλιση ότι τα μέτρα θα εφαρμοστούν χωρίς καθυστερήσεις και παρερμηνείες.
Συνοψίζοντας, τα νέα των συνταξιούχων σήμερα φέρνουν ελπίδα αλλά και επιφυλάξεις. Η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς από το 2026 ανοίγει τον δρόμο για δικαιότερη κατανομή των αυξήσεων, οι ετήσιες προσαρμογές εξασφαλίζουν μια σταθερή βελτίωση, ενώ το επίδομα των 250 ευρώ συνεχίζει να λειτουργεί ως δίχτυ προστασίας για τους πιο ευάλωτους. Το στοίχημα πλέον είναι η συνέπεια στην εφαρμογή των μέτρων και η προσαρμογή τους στις πραγματικές ανάγκες των συνταξιούχων. Σε μια εποχή που η ακρίβεια πιέζει τα εισοδήματα, κάθε ενίσχυση, όσο μικρή κι αν φαίνεται, μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική.