Του Μανώλη Κείου
Για την ενότητα των Χριστιανών και τον οικουμενισμό μίλησε σε διάλεξή του ο Πρόεδρoς του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας στα Πανεπιστήμια του Winchester (5 Φεβρουαρίου 2015) και του Cambridge (6 Φεβρουαρίου 2015).
“Η ενότητα των Χριστιανών έχει μια υπερφυσική διάσταση, και ως εκ τούτου απαιτεί επίσης υπερφυσικές προσπάθειες για τη διατήρηση της” τόνισε ο κ. Ιλαρίων.
Αφού έκανε αναφορά στα τρία σχίσματα κατά την πορεία της ιστορίας. με τους μονοφυσίτες, το διαχωρισμό Δύσης-Ανατολής και τον Προτεσταντισμό (Μεταρρύθμιση) σημείωσε πως “ο εικοστός αιώνας χαρακτηρίστηκε από την εμφάνιση της λεγόμενης «οικουμενικής κίνησης», της οποίας αρχικός στόχος ήταν η αποκατάσταση της χαμένης ενότητας μεταξύ των Χριστιανών ” και συμπλήρωσε “Η κίνηση αυτή έγινε ένα από τα πιο σημαντικά φαινόμενα στην ιστορία του χριστιανισμού κατά τον εικοστό αιώνα. Η Εκκλησία έχει πάντοτε επίγνωση του γεγονότος ότι η αδιαφορία για το θέμα της χριστιανικής ενότητας ή η απόρριψή της είναι μια αμαρτία ενάντια στη θέληση του Θεού”.
Σύμφωνα με τον Ρώσο Μητροπολίτη η αναζήτηση για την ενότητα των Χριστιανών έχει αποκτήσει μια συστηματική προσέγγιση και έχει δομηθεί με τη μορφή ενός αριθμού οργανισμών, Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, ενώ ως “σημαντικό στάδιο στην ιστορία της οικουμενικής κίνησης” χαρακτήρισε τη Δεύτερη Βατικάνεια Σύνοδο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (1962-1965), μετά την οποία η Καθολική Εκκλησία ξεκίνησε διάλογο με την Ορθόδοξη, αλλά και με την Αγγλικανική Εκκλησία και τις διάφορες προτεσταντικές ομολογίες. Οι διάλογοι συνεχίζονται μέχρι σήμερα.
Οπως σχολίασε πάντως ο κ. Ιλαρίων μετά από πολλές δεκαετίες διαλόγου θα περίμενε κανείς μια σημαντική συνάντηση θέσεων. “Και όμως αυτή η συγχώνευση δεν έχει συμβεί δεδομένου ότι η αποκατάσταση της ενότητας μεταξύ των Χριστιανών, όπως επιτάσσει ο Θεός δεν έχει συμβεί. Αντιθέτως, κατά την παρούσα στιγμή οι διαφορές μεταξύ, από τη μία πλευρά, Ορθόδοξων και Καθολικών, και από την άλλη πλευρά μέσα στον ίδιο το προτεσταντικό κόσμο, έχουν γίνει πιο σοβαρές από ό, τι ήταν πενήντα ή εβδομήντα χρόνια πριν, όταν η οικουμενική κίνηση ήταν στα σπάργανα” σημείωσε.
“Σήμερα οι αποκλίσεις αγγίζουν τη σφαίρα της ηθικής – την ίδια σφαίρα στην οποία η χριστιανική μαρτυρία δεν μπορεί αναγκαστικά να εξαρτάται από τη δογματική διαφορά” σχολιασε ο Ρώσος Ιεράρχης, ενώ στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα της εκκοσμίκευσης. “Σήμερα το κοσμικό κράτος στην Ευρώπη φέρει ένα μαχητικό χαρακτήρα υπό την έννοια ότι δυσφημεί τα θρησκευτικά ιερά ζητήματα και σύμβολα. Μία από τις κύριες κατευθύνσεις της δραστηριότητας αυτής επί του παρόντος είναι η συστηματική καταστροφή του γάμου και της οικογένειας” είπε και αντιτάχθηκε στα σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών, αλλά και το θέμα της ευθανασίας.
“Η λατρεία της κατανάλωσης, η ηθική του χάους, η σεξουαλική ανεκτικότητα και μια εσφαλμένη αντίληψη της ελευθερίας δικαιολογείται από το γεγονός ότι κάθε άνθρωπος υποτίθεται ότι έχει το δικαίωμα στην προσωπική ευτυχία.Από τη σκοπιά της βιβλικής διδασκαλίας όλα αυτά μαρτυρούν την βαθιά πνευματική κρίση στο σύγχρονο πολιτισμό” τόνισε.
Συν τοις άλλοις ο κ. Ιλαρίωνα επέκρινε “ορισμένες χριστιανικές Εκκλησίες που προτιμούν να καθοδηγούνται από άλλα κριτήρια στην προσέγγισή τους με ηθικά ζητήματα. Δεν είναι θεολογικές, αλλά κοινωνικές και ακόμη και πολιτικές οι επιταγές που έχουν επίδραση στην ηθική του δόγματος” επισήμανε.
Ο πραγματικός διαχωρισμός
Πολύ σημαντικές ήταν οι παρατηρήσεις του Ρώσου Μητροπολίτη σχετικά με την ουσία του διαχωρισμού των Χριστιανών. “Οι Χριστιανοί μπορούν να χωριστούν σε δύο ομάδες, την παραδοσιακή και τη φιλελεύθερη. Και είναι ολόκληρο χάσμα που τους χωρίζει όχι τόσο σχετικά με το αν είναι ορθόδοξοι και καθολικοί ή Καθολικοί και Προτεστάντες, αλλά ως «παραδοσιακοί» και «φιλελεύθεροι». Μερικοί χριστιανοί ηγέτες ισχυρίζονται ότι η Εκκλησία θα έπρεπε να είναι «χωρίς αποκλεισμούς», αρκεί να αναγνωρίζει εναλλακτικά πρότυπα συμπεριφοράς και να τα ευλογεί επίσημα. Οι παραδοσιακοί, με τη σειρά τους, κατηγορούν τους φιλελεύθερους για την απόρριψη των θεμελιωδών κανόνων της χριστιανικής ηθικής και διδασκαλίας” σχολίασε και συμπλήρωσε πως “Σήμερα είμαστε διχασμένοι όσον αφορά την ίδια την ουσία της μαρτυρίας που καλούμαστε να φέρουμε στον εξω κόσμο”.
Στο πλαίσιο αυτό ο Μητροπολίτης Ιλαρίων αφιέρωσε ένα μεγάλο κομμάτι της ομιλίας του στις σχέσεις και τις διαφορές μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Αγγλικανών.
Για τις γυναίκες επισκόπους
Σχολίασε την εκλογή γυναίκας επισκόπου λέγοντας: “Για εμάς η απόφαση της Γενικής Συνόδου της Εκκλησίας της Αγγλίας να επιτρέψει στις γυναίκες να χειροτονούνται επίσκοποι έχει έρθει περίπου όχι ως θεολογική ή εκκλησιαστική-πρακτική αναγκαιότητα, αλλά από την αποφασιστικότητα να ακολουθηθούν κοσμικές έννοιες όπως της ισότητας των φύλων σε όλους τους τομείς της ζωής. Αυτό με τη σειρά του συνδέεται με το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν τώρα πιο αυξημένους ρόλους στη βρετανική κοινωνία. Με άλλα λόγια, η γυναίκα επίσκοπος, όπως και το θηλυκό ιερατείο, είναι αποτέλεσμα των επιτυχιών του φεμινιστικού κινήματος, το οποίο προέκυψε και αναπτύχθηκε σε ένα κοσμικό περιβάλλον, και δεν ήταν το αποτέλεσμα της φυσιολογικής ανάπτυξης της χριστιανικής διδασκαλίας και της εκκλησιαστικής τάξης”
Περί ομοφυλοφίλων
Ο κ. Ιλαρίων στάθηκε και στις περιπτώσεις ομοφυλόφιλων ιερέων της Αγγλικανικής Εκκλησίας και σχετικά με την “ομοφοβία” τόνισε: “η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι κατά της ανοχής σε σχέση με τα άτομα του μη παραδοσιακού σεξουαλικού προσανατολισμού. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι και μεταξύ των Ορθοδόξων πιστών. Δουλεύουμε ποιμαντικά μαζί τους, όπως και με άλλες κατηγορίες των πιστών, χωρίς την υποβολή τους σε εξοστρακισμό, κοροϊδία ή προσβολή. Αλλά σε αυτή, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, αρνούμαστε κατηγορηματικά να αναγνωρίσουμε την αμαρτία ως νορμάλ συμπεριφορά. Βλέπουμε κάθε αμαρτία ως ασθένεια που απαιτεί θεραπεία”.
Σχετικά με τους Αγγλικανούς ο κ. Ιλαρίων κατέληξε: “Η Ορθόδοξη Εκκλησία παραμένει ανοικτή στη συνεργασία με τους εν λόγω εκπροσώπους της Αγγλικανικής πλευράς και του προτεσταντικού κόσμου που διατηρούν όμως πιστότητα στη διδασκαλία του Ευαγγελίου”.
Για το διάλογο Ορθοδόξων -Ρωμαιοκαθολικών
Για το Νο2 της Ρωσικής Εκκλησίας ο πιο πολλά υποσχόμενος διάλογος σήμερα είναι αυτός μεταξύ της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. “Η σημαντική βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των Εκκλησιών μας τα τελευταία χρόνια είναι συνδεδεμένη με μια μεγαλύτερη συνειδητοποίηση ότι είμαστε ενωμένοι με μια κοινή κληρονομιά, χάρη στην οποία οι δύο πλευρές, ορθόδοξοι και καθολικοί, μπορούν και πρέπει να μαρτυρούν μαζί με τον κόσμο”.
Ο κ. Ιλαρίων δεν μίλησε καθόλου σε αυτή τη διάλεξη περί των δογματικών διαφορών μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών, ούτε περί των εργασιών της Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Το μόνο που σχολίασε ήταν το εξής: “Θα ήθελα να πω ότι σήμερα Ορθόδοξοι και Καθολικοί αντιμετωπίζουν τις ίδιες προκλήσεις απέναντι στη σύγχρονη εποχή. Σε αυτή την περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με θεολογικά θέματα, αλλά με το παρόν και το μέλλον της ανθρώπινης κοινότητας. Αυτή ακριβώς είναι η περιοχή στην οποία μπορούμε να αλληλεπιδρούμε χωρίς να βλάπτουμε την εκκλησιαστική μας ταυτότητα. Με άλλα λόγια, χωρίς να είμαστε μία Εκκλησία, παραμένοντας διαιρεμένοι όσον αφορά διάφορα θεολογικά και εκκλησιολογικά ζητήματα, είναι δυνατόν για εμάς να βρούμε τρόπους αλληλεπίδρασης που μας επιτρέπουν να απαντήσουμε από κοινού τις προκλήσεις του κόσμου της σύγχρονης εποχής. Καλώ αυτή τη μορφή αλληλεπίδρασης μια «στρατηγική συμμαχία» μεταξύ της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας, αν και η λέξη «συμμαχία» μπορεί να φαίνεται σε κάποιους πάρα πολύ ισχυρή, καθώς θυμίζει στρατιωτική ρητορική. Ανησυχώ όχι για τον όρο, αλλά από το περιεχόμενο. Εμείς δεν μιλάμε για κάποια μορφή διαρθρωτικής ενοποίησης που είναι αδύνατο να συμβεί αυτή τη στιγμή, αλλά για το πώς, διατηρώντας την ανεξαρτησία και την αυτάρκεια των διοικητικών δομών, μπορούμε να μάθουμε πώς να ενεργούμε ως σύμμαχοι σε σχέση με τον εξωτερικό κόσμο. Πιστεύω βαθιά ότι αυτή η σχέση ως σύμμαχοι είναι απαραίτητη για τους δυο μας”.
Στον τομέα αυτό έφερε παραδείγματα κοινών δράσεων στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική και όπου γενκά διώκεται ο Χριστιανισμός….