Η πίστις και η συνείδησις της αρχαίας Εκκλησίας ότι ο σατανάς θέλει να έχει υπό την εξουσία του τον άνθρωπο δημιούργησε την αγιαστική πράξη των εξορκισμών.
Κατ’ αυτήν γινόταν η απελάσις του δαίμονα και η απελευθέρωσις του ανθρώπου από την κυριαρχία του, άλλοτε με επίκληση ενός των προσώπων της Αγίας Τριάδος, άλλοτε με τη δύναμη του Σταυρού, με χρήση ελαίου, με απλό εμφύσημα που γίνεται φωτιά για το διάβολο, άλλοτε «με αρεστάς εις τον Θεόν προσευχάς» και κυρίως με τη δύναμη του ονόματος του Χριστού.
Η πράξις αυτή από τον γ’ αιώνα, σύμφωνα με τη μαρτυρία των απόκρυφων «Πράξεων του Θωμά», εντάχθηκε και στην προετοιμασία των κατηχουμένων για το βάπτισμα. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής σε καθημερινή βάση η ειδική τάξις των εξορκιστών διάβαζε στους φωτιζόμενους τους εξορκισμούς, τις επιτιμήσεις του διαβόλου στο όνομα του Ιησού Χριστού, για να βγει από τον βαπτιζόμενο. Οι εξορκισμοί αρχικά ήταν «εκ θείων Γραφών συνεκλελεγμένοι», και αργότερα διαμορφώθηκαν οι τρεις ευχές που διαβάζονται μέχρι και σήμερα και στις οποίες φαίνεται έντονα το ότι ο διάβολος θέλει να εξουσιάζει τον άνθρωπο.
Η σύνδεσις των εξορκισμών με το βάπτισμα δεν είναι τυχαία. Το βάπτισμα είναι τύπος του θανάτου και της αναστάσεως του Χριστού. Και η προετοιμασία του κατηχουμένου για το βάπτισμα δεν είναι παρά μια πορεία από το θάνατο στη ζωή και την ανάσταση. Οι εξορκισμοί λοιπόν διώχνοντας με τη δύναμη του Χριστού τον εχθρό δαίμονα αποτρέπουν την εσχάτη προσπάθεια του να κρατήσει την ψυχή κάτω από την εξουσία του, ανοίγουν την ελπίδα για την αιώνια ζωή, καθαρίζουν τη διάνοια του φωτιζόμενου, ώστε να είναι έτοιμη, καθαρή και άξια «της βασιλέως παρουσίας».
Στην ουσία με τους εξορκισμούς η Εκκλησία κάνει αυτό που έκανε και ο Χριστός, ο πρώτος εξορκιστής των δαιμόνων, ο οποίος «εξέβαλεν τα πνεύματα λόγω και πάντας τους κακώς έχοντας εθεράπευσε». Το ίδιο έκαναν και οι απόστολοι στο όνομα του Χριστού, σύμφωνα μάλιστα και με το λόγο του· «Εν τω ονόματι μου δαιμόνια εκβαλούσι».
Η νίκη του Χριστού πάνω στο δαίμονα και κατά συνέπεια η απελευθέρωσις του δαιμονοκρατούμενου ανθρώπου αποτελούν δείγματα της νέας εποχής που αρχίζει με το έργο του Χριστού, ιδίως με το Σταυρό και την Ανάσταση Του. Κατατροπώνοντας ο Μεσσίας τον σατανά εγκαινιάζει τον καινούργιο κόσμο της βασιλείας του Θεού. Ταυτόχρονα οι δαιμονισμοί δείχνουν «πόσο πραγματικό είναι το κακό μέσα στον κόσμο και πόσο αποπροσανατολιστική της πραγματικότητας είναι η άποψις όσων, παραγνωρίζοντας τις συγκεκριμένες δαιμονικές καταστάσεις της ζωής, εξακολουθούν να φαντάζονται τον σατανά μόνο με τις τερατόμορφες παραστάσεις προγενεστέρων εποχών.
Η Εκκλησία όμως είχε και έχει πλήρη συνείδηση αυτής της πραγματικότητας και της τακτικής του διαβόλου να καταρρακώσει την προσωπικότητα του ανθρώπου ως εικόνας του Θεού. Και η εποχή στην οποία ζούμε φέρνει έντονα τα σημάδια του δαιμονισμού, της αλλοτρίωσης και της άρνησης της ζωής. Ο αντίχριστος παρουσιάζεται στον κόσμο ως Μεσσίας. Στην ουσία «ως λέων ωρυώμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη». Θέλει να αφανίσει τον άνθρωπο. Του δημιουργεί πνευματική μέθη, έτσι ώστε να πάψει να αμύνεται με την πίστη, την προσευχή, τη μυστηριακή ζωή, την αγάπη.
Σε καμιά όμως περίπτωση η Εκκλησία δεν φοβάται αυτή τη σκληρή πραγματικότητα γιατί κύριος του κόσμου και της Ιστορίας είναι ο Χριστός που «εξήλθε νικών και ίνα νικήση». Το μυστήριο του σταυρού του Χριστού συντρίβει και αφανίζει το μυστήριο του Aντιχρίστου. Αυτό το μήνυμα περνά και μέσα από τη συγκεκριμένη τελετή των βαπτισματικών εξορκισμών και τις υπέροχες πράγματι ευχές. Ο σατανάς εξορκίζεται στο όνομα του σταυρού, «του ξύλου της ζωής», και στο όνομα «του σωτηριώδους πάθους του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του τιμίου αυτού σώματος και αίματος», να αναγνωρίσει τη μάταιη δύναμη του και να εγκαταλείψει τον σφραγισθέντα με το σημείο τού σταυρού στρατιώτη του Χριστού. Τον Σταυρό άλλωστε ο διάβολος τον φοβάται όσο τίποτε άλλο.
Έτσι, λοιπόν, ο φωτιζόμενος πορεύεται ελεύθερος και καθαρός προς το βάπτισμα, το οποίο δεν είναι μία κοινωνική εκδήλωσις αλλά έκφρασις της νίκης του Χριστού κατά του σατανά, απαλλαγή από κάθε ειδωλολατρική συμπεριφορά και στάσι, μεταμόρφωσις της μάταιης αμαρτωλής ζωής, αναγέννησις και απελευθέρωσις του ανθρώπου από κάθε εμπειρία δαιμονική και καταστροφική για τη ζωή του.
Παναγιώτης Σκαλτσής
Καθηγητής Πανεπιστημίου