Με ιδιαίτερη λαμπρότητα το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων τίμησε τη μνήμη του Αγίου Πορφυρίου Επισκόπου Γάζης στον Ιερό Ναό που είναι αφιερωμένος στον Αγιο στην ομώνυμη περιοχή.
Το ανακοινωθέν του Πατριρχείου αναφέρει:
Την Κυριακήν, 29ην Φεβρουαρίου/ 13ην Μαρτίου 2016, Κυριακήν της Τυρινής, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η μνήμη του Αγίου Πορφυρίου Επισκόπου Γάζης εις τον εν Γάζη ιερόν Ναόν αυτού.
Συμφώνως προς τον βιογράφον αυτού διάκονον Μάρκον, ο άγιος Πορφύριος προσήλθεν εκ Θεσσαλονίκης, πόλεως της καταγωγής αυτού, περί το έτος 380 μ.Χ. εις την Αγίαν Γην και εμόνασεν εις τινα Ιεράν Μονήν αυτής παρά τον Ιορδάνην ποταμόν διακριθείς εις την άσκησιν και πάσαν αρετήν.
Ασθενήσας, ανήλθεν εις Ιεροσόλυμα και εθεραπεύθη διά της Χάριτος του Θεού. Το 392 μ.Χ. εχειροτονήθη Πρεσβύτερος και Σταυροφόρος του Ναού της Αναστάσεως. Το 395 μ.Χ. εχειροτονήθη επισκόπος Γάζης. Προσελθών εις Γάζαν συνήντησεν οξείαν αντίδρασιν παρά των Ελλήνων ειδωλολατρών, καθ᾽ ότι η Γάζα παρέμενεν εισέτι ισχυρόν προπύργιον του ειδωλολατρικού Ελληνισμού. Η αντίδρασις των ειδωλολατρών εναντίον των Χριστιανών της Γάζης ήτο ισχυρά, εις σημείον εκκινήσεως διωγμών και απαγορεύσεως ανεγέρσεως Εκκλησιών. Μεταβάς εις Κωνσταντινούπολιν, έλαβε διάταγμα παρά του αυτοκράτορος Αρκαδίου, τη εισηγήσει και βοηθεία της αυτοκρατείρας Ευδοξίας, δυνάμει του οποίου εκήρυξε τον Χριστιανισμόν εις Γάζαν, κατέστρεψεν ειδωλολατρικούς ναούς, και κυρίως τον Ναόν του Μάρνα ίδρυσε χριστιανικούς Ναούς και εργασθείς ιεραποστολικώς, εγκατέστησεν τον Χριστιανισμόν, προσελκύσας χιλιάδας ψυχών εις αυτόν.
Έκτοτε η Γάζα παρέμεινε μία των Επισκοπών της Εκκλησίας Ιεροσολύμων με λατρευτικόν κέντρον αυτής Ιερόν Ναόν αφιερωμένον εις το όνομα του Αγίου Πορφυρίου και οικοδομηθέντα πέριξ και άνω του τάφου αυτού.
Ο τάφος ούτος του Αγίου και ο Ιερός Ναός αυτού αποτελούν το λατρευτικόν κέντρον της Ελληνορθοδόξου Αραβοφώνου Κοινότητος του Πατριαρχείου, αριθμούσης περί τας τρεις χιλιάδας μέλη και επιβιούσης των δεινών συνθηκών, συνεπεία της διαμάχης και των συρράξεων μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών υπό τον πνευματικόν ποιμένα αυτής Πατριαρχικόν Επίτροπον Σεβασμιώτατον Αρχιεπίσκοπον Τιβεριάδος κ. Αλέξιον.
Εις τον Ιερόν Ναόν τούτον κατά την ως άνω ημέραν ετελέσθη η θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος της Α.Θ.Μ. του Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων Αυτώ του Πατριαρχικού Επιτρόπου Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, του εν Γάζη Πατριαρχικού Επιτρόπου Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Τιβεριάδος κ. Αλεξίου και του Γέροντος Αρχιγραμματέως Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου και του εν Γάζη εφημερίου του Ι. Ναού του Αγίου Πορφυρίου Αρχιμανδρίτου π. Αμφιλοχίου, του Αρχιδιακόνου π. Ευλογίου και του διακόνου π. Μάρκου, ψάλλοντος βυζαντινώ και κατανυκτικώ τω τρόπω όλου του ευσεβούς εκκλησιάσματος, προσευχομένου και εν κατανύξει μετέχοντος της θείας Λειτουργίας.
Προς το ευσεβές εκκλησίασμα τούτο εκήρυξε τον θείον Λόγον ο Μακαριώτατος, έχοντα ως έπεται ελληνιστί:
«Εν πέτρα της πίστεως ερησμένος σοφέ, την πέτραν επόθησας, ην είδε Δανιήλ, Χριστόν τον Θεόν ημών, ύψωσας την φωνήν σου, και τον νούν προς τον Κτίστην. Έβαλες τους οχλούντας, τη σαρκί πολεμίους, τη ση σφενδόνη Γάζης ο σεπτός, πρόβολος Πάτερ Πορφύριε»
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί,
Χάρις υμίν και ειρήνη από Θεού Πατρός ημών και Κυρίου Ιησού Χριστού, (Α´ Κορ.1,3). Ευχαριστούμεν τω Αγίω Τριαδικώ Θεώ, τω καταξιώσαντι ημάς της μεθ᾽ υμών κοινωνίας εν τω τιμίω σώματι και ζωηρώ αίματι του Θεού και Σωτήρος ημών Χριστού, κατά την σημερινήν ευχαριστιακήν σύναξιν, ην ετελέσαμεν επί τη πανιέρω μνήμη του εν αγίοις Πατρός ημών Προσφυρίου εν τη επωνύμω αυτού ιερά Μονή και δη εν τω τόπω της Επισκοπής αυτού, δηλονότι της ιστορικής υμών πόλεως Γάζης, της ανέκαθεν τελούσης υπό την πνευματικήν μέριμναν και Εκκλησιαστικήν δικαιοδοσίαν του Παλαιφάτου Πατριαρχείου της Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης.
Ο Πατήρ ημών Πορφύριος όχι μόνον οσίως και θαυματουργικώς διέπρεψεν εν τη εκκλησιαστική αυτού επισκοπή, δηλονότι εν Γάζη, αλλά και κατώρθωσε να απαλλάξη αυτήν εκ της ειδωλολατρίας, καταστρέφων πάντας τους ναούς αυτής. Επί πλέον δε αντεμετώπισε με τρόπον αποτελεσματικόν τους αιρετικούς, τους οποίους και απήλασν εκ της Γάζης. Τούτο επέτυχε, διότι, ως λέγει ο υμνωδός αυτού: «ήτο ερησμένος εν τη πέτρα της πίστεως», δηλαδή τω Χριστώ. «Η δε πέτρα ην ο Χριστός», (Α’ Κορ. 10,4), κηρύττει ο θείος Παύλος λέγων: «επιμένετε τη πίστει τεθεμελιωμένοι και εδραίοι και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του Ευαγγελίου», (Κολ. 1,23).
Η εις Χριστόν βεβαίως πίστις, η οποία είναι ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων, (Εβρ. 11,1), θεωρείται νεκρά και αργή, εάν δεν εκφράζηται εις αγαθά έργα, ως διδάσκει ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος: «Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν πίστιν λέγη τις έχειν, έργα δε μη έχη; μη δύναται η πίστις σώσαι αυτόν;» (Ιακ. 2,14). «Η πίστις, εάν μη έργα έχη, νεκρά εστι καθ᾽ εαυτήν» (Ιακ. 2,17) … ώσπερ γαρ το σώμα χωρίς πνεύματος νεκρόν εστιν, ούτω και η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστι», (Ιακ. 2,26).
Κατά τον Άγιον Ιωάννην τον Δαμασκηνόν, η πίστις την οποίαν δεχόμεθα εξ ακοής από τας Αγίας Γραφάς, δηλονότι εκ της διδασκαλίας του Αγίου Πνεύματος, τελειοποιείται διά της εφαρμογής των εντολών του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού: «Εστι γαρ πίστις εξ ακοής». Ακούοντες γαρ των θείων Γραφών πιστεύομεν τη διδασκαλία του Αγίου Πνεύματος. Αύτη δε τελειούται πάσιν τοις νομοθετείσιν υπό Χριστού έργω πιστεύουσα, ευσεβούσα και τας εντολάς πράττουσα του ανακαινίσαντος ημάς. Ο γαρ μη κατά την παράδοσιν της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας πιστεύων ή κοινωνών διά των ατόπων έργων, τω διαβόλω, άπιστός εστιν».
Αύτη ακριβώς η πίστις, η οποία εκδηλώνεται με έργα φανερούντα ευσέβειαν και την τήρησιν των εντολών του ανακαινίσαντος ημάς Χριστού, αποτελεί θησαυρόν, τον οποίον καλούμεθα να θησαυρίσωμεν εν Ουρανώ. «Θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν», Ματθ. (6, 20), λέγει ο Κύριος.
Τον θησαυρόν τούτον εφύλαξεν ο Πατήρ ημών άγιος Πορφύριος υψώνοντας, δηλονότι έχοντας σταθερόν και αμετάπτωτον κοινωνίαν προς τον Κύριον και Θεόν ημών μετά της φωνής και του νοός αυτού. Με άλλα λόγια, ο Άγιος Πορφύριος εφύλαξε την πρώτην και μεγάλην εντολήν του Κυρίου: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου», (Ματθ. 22,37). Και βεβαίως την δευτέραν και ομοίαν τη πρώτη εντολή: «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν», (Ματθ. 22,39).
Αγαπητοί μου αδελφοί, ο Πατήρ ημών Πορφύριος όντως ανεδείχθη λειτουργός και ιερεύς του ζωής και θανάτου δεσπόζοντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Τούτο επέτυχε διά θανατώσεως των παθών πάντων, έχων ως τρόπον και μέσον την άσκησιν και την νηστείαν, μιμούμενος το παράδειγμα του Ιησού Χριστού, του νηστεύσαντος εις την έρημον ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα, (Ματθ. 4, 1-2).
Νυν ο καιρός των αρετών, δηλονότι της νηστείας, της μετανοίας, της κατανύξεως και της ελεημοσύνης, ανακράζει ο μελωδός της Εκκλησίας λέγων: «Το στάδιον των αρετών ηνέωκται, οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε, αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα. Οι γαρ νομίμως αθλούντες δικαίως στεφανούνται. Και αναλαβόντες την πανοπλίαν του Σταυρού, τω εχθρώ αντιμαχησώμεθα, ως τείχος άρρηκτον κατέχοντες την πίστιν και ως θώρακα την προσευχήν και περικεφαλαίαν την ελεημοσύνην. Αντί μαχαίρας την νηστείαν, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν. Ο ποιων ταύτα τον αληθινόν κομίζεται στέφανον εν τη ημέρα της κρίσεως παρά του Παμβασιλέως Χριστού», του ειπόντος «το εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν. Ότι τον ερχόμενον προς με, ου μη εκβάλλω έξω».
Εις τούτο ακριβώς αποβλέπει ο σκοπός της νηστείας και μάλιστα της Αγίας και μεγάλης Τεσσαρακοστής του Πάσχα. Εις την συνανάστασιν ημών μετά του Αναστάντος Σωτήρος Θεού ημών Κυρίου Ιησού Χριστού.
Ο Απόστολος Παύλος μας παραγγέλει λέγων: «Και τούτο, ειδότες τον καιρόν, ότι ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι· νυν γαρ εγγύτερον ημών η σωτηρία η ότε επιστεύσαμεν. η νυξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν. αποθώμεθα ούν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός», (Ρωμ. 13. 11-12).
Αυτά ταύτα τα όπλα του φωτός της του Χριστού αγάπης, ειρήνης, δικαιοσύνης και συνδιαλλαγής ευαγγελίζεται η Αγία των Ιεροσολύμων Εκκλησία διά πρεσβειών της Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας και των ικεσιών του εν αγίοις Πατρός και Προστάτου της παραλίου πόλεως ημών Γάζης.
Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού είη μετά παντων ημών».
Ενταύθα ο Μακαριώτατος προσεφώνησε και πάλιν το εκκλησίασμα διά της κάτωθι προσφωνήσεως Αυτού ελληνιστί:
«Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε, πάλιν ερώ χαίρετε», (Φιλιπ. 4,4).
Ιερώτατε Αρχιεπίσκοπε Τιβεριάδος και Πατριαρχικέ ημών Επίτροπε εν Γάζη κ. Αλέξιε,
Αξιότιμε Πρόεδρε της Κοινότητος,
Η μεθ᾽ ημών συναναστροφή σήμερον μας προκαλεί χαράν μεγάλην. Και τούτο διότι ποιμήν και ποιμαινόμενοι ομού μαρτυρούμεν την καλήν εν Χριστώ τω Θεώ ημών μαρτυρίαν. Η μαρτυρία δε αύτη εστίν ίνα ποιώμεν τα κατά Θεόν καλά έργα, «ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς», (Ματθ. 5,16).
Η αγία των Ιεροσολύμων Εκκλησία, δηλονότι το ημέτερον Παλαίφατον Rum Orthodox Πατριαρχείον χαίρεται και εν ταυτώ καυχάται εν Κυρίω ότι διά μέσου των αιώνων διεφύλαξεν ανόθευτον την θρησκευτικήν, πολιτισμικήν και εθνικήν ταυτότητα των εν Μέση Ανατολή και δη εν τη περιοχή της Αγίας Γης διαβιούντων Χριστιανών. Η κοινοτική Χριστιανική παρουσία εν αυτή ταύτη τη πόλει υμών Γάζη αποτελεί απτήν και αναντίρρητον απόδειξιν του γεγονότος τούτου.
Τούτο δε οφείλεται εις την πνευματικήν αποστολήν του Πατριαρχείου της διαφυλάξεως αφ᾽ ενός, των μαρτυρίων της πίστεως ημών, δηλονότι των Παναγίων Προσκυνημάτων, των αποδεδειγμένως αποτελούντων την εγγύησιν της εν τοις αγίοις τόποις παρουσίας των Χριστιανών. Και αφ᾽ ετέρου εις την ποιμαντικήν αυτού (του Πατριαρχείου) μέριμναν της ακαταπαύστου λειτουργίας των ενοριακών και κοινοτικών ναών, των τελούντων υπό την Εκκλησιαστικήν αυτού δικαιοδοσίαν. Περιττόν να είπωμεν ότι πρωτογενής πηγή της αποστολής του Πατριαρχείου είναι αι εντολαί του Κυρίου: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν», (Ματθ. 19,19) και «αγαπάτε τους εχθρούς υμών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς», (Ματθ. 5,43).
Η κατ᾽ ανατολάς Ορθόδοξος Εκκλησία ημών εμφορουμένη και εμπνευσμένη εκ του καθαρού Πνεύματος της αγάπης του Χριστού ου ζητεί τα εαυτής, αλλά το κοινόν αγαθόν όλων των συνανθρώπων και συγκατοίκων και συμπολιτών αυτής. Το κοινόν δε τούτο αγαθόν διατρανούται κατά τον πλέον δυνατόν και ορατόν τρόπον εν τη αρμονική και αδελφική συνυπάρξει και συμβιώσει μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών. Τούτο απεδείχθη ουχί θεωρητικώς αλλά εν τη πράξει κατά τας ημέρας της δοκιμασίας των κατοίκων της πόλεως υμών, όπου ῾Ιερά Μνοή του αγίου Πορφυρίου εγένετο το καταφύγιον προστασίας και περιθάλψεως πολλών παιδίων και γυναικών.
Εις την σημερινήν τελεσθείσαν θείαν λειτουργίαν θερμώς εδεήθημεν του Θεού της ειρήνης και της δικαιοσύνης υπέρ επικρατήσεως και της μεταξύ ημών των ανθρώπων ειρήνης και δικαιοσύνης εν τη περιοχή ημών.
Τέλος, θέλομεν θερμώς να ευχαριστήσωμεν τόσον τον αγαπητόν ημών αδελφόν Ιερώτατον Αρχιεπίσκοπον Αλέξιον , όσον και τους συνεργάτας Επιτρόπους και το ευσεβές ημών ποίμνιον διά την θερμήν υποδοχήν και φιλοξενίαν, της οποίας ετύχομεν Ημείς προσωπικώς και η τιμία συνοδεία Ημών.
Έτη πολλά και καλή και ευλογημένη Τεσσαρακοστή. Αμήν.
Μετά ταύτα ο Μακαριώτατος επεσκέφθη το σχολείον του Πατριαρχείου και το πολιτιστικόν κέντρον της Κοινότητος.
Την μεσημβρίαν ο Πατριαρχικός Επίτροπος κ. Αλέξιος, ο οποίος ανέπτυξε λίαν σημαντικόν έργον προστασίας των ενδεών κατά την διάρκειαν της τελευταίας συρράξεως μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών, παρέθεσε γεύμα εις παραθαλάσσιον εστιατόριον της πόλεως.
Μετά ταύτα η Πατριαρχική Συνοδεία, διελθούσα τα σύνορα της Γάζης και του Ισραήλ, έφθασε τη βοηθεία του Θεού και του Αγίου Πορφυρίου εις Ιεροσόλυμα, δοξάζουσα τον Θεόν επί τα θαυμάσια Αυτού.







