ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ: Με την αίγλη και την ευλάβεια που ταιριάζει στη μεγάλη εορτή, η Ελληνορθόδοξη Κοινότητα της πόλεως Σαχνίν στη βόρεια Γαλιλαία τίμησε το Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2025 (κατά το παλαιό εορτολόγιο) το Γενέθλιο της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Επιμέλεια – ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Η πανήγυρη τελέστηκε στον μεγαλοπρεπή και παμμεγέθη Ιερό Ναό του Γενεθλίου της Θεοτόκου — έναν ναό-ορόσημο που ανεγέρθηκε τα τελευταία έτη χάρη στις προσφορές της τοπικής κοινότητας και ευλαβών δωρητών, με τη σημαντική οικονομική συμβολή του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και την ακούραστη μέριμνα του εκ Σαχνίν ιατρού κ. Μάτζιντ Γαντούς.
Η υποδοχή της Α.Θ.Μ. του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου υπήρξε θερμή και συγκινητική· οι Πρόσκοποι της πόλεως προπορεύτηκαν με σημαιώματα και τύμπανα, ενώ στο προαύλιο τον ανέμεναν πλήθη πιστών από όλη τη Βόρεια Γαλιλαία. Στη Θεία Λειτουργία συλλειτούργησαν ο Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίνης κ. Αρίσταρχος, ο Πτολεμαίδος κ. Μακάριος και ο Αρχιεπίσκοπος Πέλλης κ. Φιλούμενος, πλαισιωμένοι από Αραβόφωνους ιερείς της περιοχής και τον προϊστάμενο του ναού π. Ανδρέα. Η χορωδία της πόλης έψαλε δεξιά και αριστερά, δημιουργώντας μια ζεστή, λειτουργική αγκαλιά για τους πολλούς προσκυνητές που κατέφθασαν «μετ’ ευλαβούς προσευχής».
Κατά το Κοινωνικό, ο Μακαριώτατος έλαβε τον λόγο και, αντλώντας από τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, υπογράμμισε ότι «η γέννηση της Παναγίας είναι το πιο χαρούμενο όνομα και γεγονός, απ’ όπου ανατέλλει στον κόσμο ο Χριστός, το ιατρείο της αδαμιαίας λύπης». Με γλώσσα θεολογικά ευκρινή, ανέδειξε το Γενέθλιο της Θεοτόκου ως σφραγίδα του «αποκεκρυμμένου μυστηρίου» της Θείας Οικονομίας, που προανήγγειλαν προφήτες όπως ο Ησαΐας και ο Δαυίδ και ερμήνευσαν μεγάλοι Πατέρες — από τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας έως τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά. Η Παναγία, «μεθόριον κτιστού και ακτίστου», παρουσιάστηκε ως ο «έμψυχος ναός» όπου ενώθηκε «αδιαιρέτως» η θεία με την ανθρώπινη φύση, ώστε «να γνωρίσουμε τον Ήλιο της Δικαιοσύνης».
Η ομιλία δεν έμεινε μόνο στη δογματική ακρίβεια· συνδέθηκε με το σήμερα της κοινότητας. Ο Πατριάρχης ευχαρίστησε τους ανθρώπους του Σαχνίν που «έχτισαν με κόπο και πίστη» έναν ναό αντάξιο της Θεομητορικής τιμής, κάνοντας ειδική μνεία στην προσφορά του κ. Γαντούς και όλων όσοι «δωρίζουν από το υστέρημα και το περίσσευμα», αλλά και στη συμπαράσταση του Πατριαρχείου στα έργα υποδομής, catechesis και νεολαίας. Τόνισε δε ότι τέτοιες εστίες χριστιανικής παρουσίας στη Γαλιλαία είναι «φάροι ειρήνης» για ολόκληρη την περιοχή — μήνυμα πολύτιμο μέσα σε ένα ευρύτερο περιβάλλον αστάθειας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Μετά την Απόλυση, ο Πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου και άλλοι επίσημοι προσφώνησαν τον Μακαριώτατο, εκφράζοντας ευγνωμοσύνη για τη στήριξη στην ανέγερση του περικαλλούς ναού και για το ποιμαντικό ενδιαφέρον του Πατριαρχείου στους τομείς παιδείας, νεολαίας και κοινωνικής συνοχής. Ακολούθησε λιτανεία πέριξ του ναού με τα ιερά λάβαρα και την εικόνα του Γενεθλίου, και τελέστηκε δέηση για ειρήνη «στην περιοχή ημών και σε όλον τον κόσμο». Το εορταστικό κλίμα σφράγισε τράπεζα αγάπης που παρέθεσαν ο αρχιμανδρίτης π. Ανδρέας και το Κοινοτικό Συμβούλιο στον Πατριάρχη, τη συνοδεία του και πολλούς προσκυνητές — μια χειρονομία φιλοξενίας που χαρακτηρίζει τις ελληνορθόδοξες κοινότητες της Γαλιλαίας.
Η φετινή πανήγυρη είχε και έναν διακριτό «κοινωνικό παλμό»: η παρουσία νέων οικογενειών, προσκόπων και μαθητών κατέδειξε ότι ο ναός δεν είναι απλώς μνημείο αλλά ζωντανό κύτταρο ταυτότητας, παιδείας και αλληλεγγύης. Σε αυτό το πλαίσιο, η τοπική κοινότητα συνεργάζεται με θεσμικούς εταίρους, κρατώντας ανοικτούς διαύλους με τις αρμόδιες αρχές του Κράτους του Ισραήλ – gov.il για ζητήματα πολιτιστικής κληρονομιάς, αδειοδοτήσεων και κοινωνικής μέριμνας, ενώ διατηρεί σταθερές επαφές με το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας για θέματα που άπτονται της ελληνόγλωσσης παιδείας, της επαφής με την ομογένεια και της προστασίας των προσκυνημάτων.
Ως προς τη θεολογική ουσία, η ημέρα υπενθύμισε ότι η «εκ τῆς στείρας Άννης» γέννηση της Παναγίας σηματοδοτεί την απαρχή της σωτηρίας. Η Παναγία δεν προβάλλεται μόνο ως πρόσωπο τιμής αλλά και ως τρόπος ζωής: ταπείνωση, γνώση, υπακοή στο θέλημα του Θεού. Αυτήν την τριπλή πυξίδα ο Πατριάρχης πρότεινε στους πιστούς του Σαχνίν, ώστε η καθημερινότητα —εργασία, οικογένεια, σπουδές— να μεταμορφώνεται σε πράξη πίστης και αγάπης «προς τον πλησίον», ανεξαρτήτως γλώσσας ή εθνότητας.
Η εικόνα της λιτανείας γύρω από τον νέο ναό, με τα παιδιά να ακολουθούν, τις μητέρες να κρατούν κεριά και τους ηλικιωμένους να ψιθυρίζουν τον «Άξιον εστίν», συμπύκνωσε τον λόγο: μια μικρή πόλη της Γαλιλαίας γίνεται σκηνή μεγάλης χαράς, εκεί όπου «ο Θεός προητοίμασε θρόνον άγιον επί γης». Και αυτή η χαρά, όπως ειπώθηκε, δεν είναι ευφορία στιγμής αλλά κάλεσμα επιμονής — να συντηρηθεί ο ναός, να ενισχυθούν τα κατηχητικά, να στηριχθούν οι αδύναμοι, να κρατηθεί ζωντανή η φλόγα της κοινότητας.
Στο τέλος, η ευχή «Έτη πολλά και ειρηνικά» δεν ήχησε τυπικά. Στη Γαλιλαία, όπου τα μονοπάτια των θρησκειών διασταυρώνονται καθημερινά, η ορθόδοξη μαρτυρία από το Σαχνίν υπενθυμίζει ότι η ειρήνη δεν είναι μόνο διπλωματικός στόχος αλλά κτήμα καρδιάς και κοινότητας. Και όταν αυτή η καρδιά χτυπά στον ρυθμό της Θεομητορικής χαράς, τότε και ο λιτός πρόναος γίνεται «ουρανός έμψυχος» — ένα σπίτι για όλους.