ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ: Η σημερινή συνάντηση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου με τον Πρόεδρο της Λετονίας Edgars Rinkēvičs στη Ρίγα δεν είναι μια απλή εθιμοτυπία. Για πολλούς, αποτελεί κίνηση που μπορεί να ανοίξει νέο μέτωπο στην Ορθοδοξία, με τη Μόσχα να παρακολουθεί ανήσυχη κάθε βήμα του Φαναρίου.
Ρεπορτάζ: Γιάννης Παπανικολάου
Στο επίκεντρο βρίσκεται η Εκκλησία της Λετονίας, μια μικρή αλλά ιστορικά σημαντική τοπική Εκκλησία, η οποία μέχρι πρότινος ανήκε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας.
Πολιτική ή εκκλησιαστική ατζέντα;
Η επίσημη επίσκεψη συνοδεύεται από επαφές με τον Πρόεδρο, την Πρωθυπουργό Evika Siliņa, την Πρόεδρο της Βουλής Daiga Mieriņa και την Υπουργό Εξωτερικών Baiba Braže. Η παρουσία σύσσωμης της πολιτειακής ηγεσίας φανερώνει ότι δεν μιλάμε απλώς για θρησκευτική επίσκεψη, αλλά για πολιτική πρωτοβουλία με στόχο να ενισχυθεί η θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου εις βάρος της ρωσικής εκκλησιαστικής παρουσίας.
Όμως, σε μια χώρα με πολυάριθμο ρωσόφωνο πληθυσμό, η αποδυνάμωση των δεσμών με τη Μόσχα μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνει. Η Ρίγα καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην επιθυμία να αποδείξει την ανεξαρτησία της και στην πραγματικότητα ότι για δεκαετίες οι ενορίες της λειτουργούσαν υπό την πνευματική καθοδήγηση της ρωσικής Εκκλησίας.
Το νομικό προηγούμενο και η ρωσική ανησυχία
Το 2022 η Βουλή της Λετονίας ψήφισε νόμο που κηρύσσει την «ανεξαρτησία» της τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από τη Μόσχα. Για το Πατριαρχείο Μόσχας, αυτή η κίνηση θεωρήθηκε κατάφωρη πολιτική παρέμβαση στο εκκλησιαστικό σώμα. Παράλληλα, πολλοί πιστοί θεώρησαν ότι τους αφαιρείται το δικαίωμα να συνεχίσουν την παράδοση που ακολουθούσαν γενιές ολόκληρες.
Στη Μόσχα υπάρχει φόβος ότι το Φανάρι θα επιχειρήσει να επαναλάβει το «ουκρανικό μοντέλο», δηλαδή τη χορήγηση καθεστώτος αυτοκεφαλίας σε μια τοπική Εκκλησία με την υποστήριξη δυτικών κυβερνήσεων. Ένα τέτοιο βήμα θα θεωρηθεί από τη ρωσική πλευρά όχι απλώς εκκλησιαστική πράξη αλλά γεωπολιτική πρόκληση.
Ο ρόλος της Ε.Ε. και η επιρροή της Δύσης
Η Λετονία, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβάλλει το αφήγημα της «εκκλησιαστικής ανεξαρτησίας» ως μέρος της πολιτικής της εθνικής ασφάλειας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κατ’ επανάληψη στηρίξει τις χώρες της Βαλτικής απέναντι σε κάθε ρωσική επιρροή. Ωστόσο, για τους πιστούς που νιώθουν δεμένους με τη ρωσική παράδοση, αυτό μοιάζει περισσότερο με πολιτικό παιχνίδι παρά με γνήσια εκκλησιαστική φροντίδα.
Η Μόσχα υποστηρίζει ότι η Δύση χρησιμοποιεί την Εκκλησία ως εργαλείο πολιτικής αποδυνάμωσης της ρωσικής ταυτότητας στη Βαλτική. Η ρωσική πλευρά προειδοποιεί πως αν συνεχιστεί αυτός ο δρόμος, θα πληγεί η ενότητα της Ορθοδοξίας και θα ενταθεί ο διχασμός μέσα στις ίδιες τις κοινότητες.
Οι πιστοί ανάμεσα σε δύο κόσμους
Οι ενορίες της Λετονίας ζουν το δίλημμα ανάμεσα σε Φανάρι και Μόσχα. Για πολλούς απλούς ανθρώπους, το ζήτημα δεν είναι γεωπολιτικό αλλά πνευματικό: πού θα λειτουργηθούν, ποια γλώσσα θα ακούν στη Θεία Λειτουργία, ποιοι θα είναι οι επίσκοποί τους. Το εκκλησιαστικό σώμα της χώρας είναι βαθιά διχασμένο και η άφιξη του Πατριάρχη, αντί να φέρει γαλήνη, ίσως φουντώσει τη διαμάχη.
Τι μπορεί να ακολουθήσει
Η συνάντηση στη Ρίγα μπορεί να ανοίξει τρεις δρόμους:
1. Ενίσχυση δεσμών με το Φανάρι – Η κυβέρνηση μπορεί να ζητήσει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να «ευλογήσει» την ανεξαρτησία της Εκκλησίας της Λετονίας. Αυτό θα θεωρηθεί νίκη για τη Δύση, αλλά πρόκληση για τη Μόσχα.
2. Διατήρηση ισορροπίας – Μια πιο μετριοπαθής προσέγγιση θα μπορούσε να αφήσει χώρο σε διπλή επιρροή, αποφεύγοντας το οριστικό «διαζύγιο» με το Πατριαρχείο Μόσχας.
3. Κλιμάκωση αντιπαράθεσης – Αν το Φανάρι κινηθεί μονομερώς, η Μόσχα ενδέχεται να αντιδράσει σκληρά, ίσως και με διακοπή σχέσεων, όπως έγινε στην περίπτωση της Ουκρανίας.
Η επίσκεψη Βαρθολομαίου στη Ρίγα δεν είναι ουδέτερη· είναι φορτωμένη με πολιτικά και εκκλησιαστικά μηνύματα. Για τη Λετονία, είναι βήμα ενίσχυσης της εθνικής ταυτότητας. Για τη Μόσχα, είναι κίνηση που απειλεί να ξαναγράψει τον εκκλησιαστικό χάρτη της Βαλτικής. Και για την Ορθοδοξία συνολικά, είναι ακόμη ένα επεισόδιο στη μεγάλη αντιπαράθεση Κωνσταντινουπόλεως – Μόσχας.
Αυτό που κρύβει η συνάντηση είναι το διακύβευμα της επόμενης ημέρας: θα υπάρξει συνεννόηση ή θα οδηγηθούμε σε νέο σχίσμα;