ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ: Οι συνταξιούχοι δεν χρειάστηκαν τη φετινή ΔΕΘ για να καταλάβουν τι συμβαίνει∙ απλώς πήραν άλλη μια επιβεβαίωση.
Ρεπορτάζ: Γιάννης Παπανικολάου
News: Η «προσωπική διαφορά» παραμένει το μεγάλο αγκάθι: ο Πρωθυπουργός εξήγγειλε μείωση κατά 50% το 2026 και κατάργηση το 2027 για 671.000 δικαιούχους, όμως μέχρι τότε δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι συνεχίζουν να βλέπουν στον τραπεζικό τους λογαριασμό «αυξήσεις» που εξαφανίζονται στα χαρτιά.
Κι όταν το κόστος ζωής εκτινάσσεται σε τρόφιμα, ενέργεια και υπηρεσίες, η απόσταση ανάμεσα στις εξαγγελίες και στην πραγματικότητα γίνεται αβάσταχτη.
Παράλληλα, το επίδομα των 250€ παρουσιάστηκε ως ανακούφιση, αλλά η ουσία είναι πως περίπου 1,1 εκατ. συνταξιούχοι μένουν εκτός κριτηρίων. Και για όσους θα το λάβουν, πρόκειται για μια ετήσια ένεση που εξαϋλώνεται μέσα σε λίγες αποδείξεις σούπερ μάρκετ και λογαριασμούς. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, επιμένει και το αίτημα για επιστροφή του ΕΚΑΣ, όχι ως «φιλοδώρημα» αλλά ως σταθερή μηνιαία ενίσχυση με κοινωνικά κριτήρια, που να στηρίζει σταθερά τους χαμηλοσυνταξιούχους.
Γιατί η «προσωπική διαφορά» ακυρώνει τις αυξήσεις
Με απλά λόγια, η προσωπική διαφορά είναι η απόσταση ανάμεσα στη «νέα» θεωρητική σύνταξη (μετά τον επανυπολογισμό) και στο ποσό που ήδη λαμβάνει ο συνταξιούχος. Αν η θεωρητική σύνταξη είναι μικρότερη, η διαφορά κρατάει το παλιό ποσό αλλά ροκανίζει τις μελλοντικές αυξήσεις. Έτσι, όταν ανακοινώνονται ποσοστιαίες αυξήσεις για όλους, εκείνοι με προσωπική διαφορά συχνά δεν βλέπουν ούτε 1€ στο καθαρό τους. Γι’ αυτό το σωρευτικό 13,15% των τριετών αυξήσεων δεν μπήκε ποτέ στην τσέπη μεγάλου μέρους των συνταξιούχων, ενώ ο πραγματικός πληθωρισμός στην καθημερινότητα ξεπερνά κατά πολύ τα επίσημα νούμερα.
Οι συνταξιούχοι δικαιούνται καθαρή και διαφανή απάντηση: πότε και πώς θα αποκατασταθεί η απώλεια εισοδήματος των ανθρώπων που δεν είδαν αυξήσεις, παρότι πληρώνουν το ίδιο καλάθι με όλους; Μέχρι να υπάρξει πράξη, η δυσπιστία θεριεύει.
Τα «ψίχουλα» με παραδείγματα
Παρακάτω παρατίθενται ρεαλιστικά σενάρια που μας μεταφέρουν συνταξιούχοι, για να αποτυπωθεί πώς λειτουργεί η προσωπική διαφορά, οι αυξήσεις και τα επιδόματα στην πράξη. Τα ποσά είναι ενδεικτικά, όμως το μήνυμα είναι καθαρό.
1. Χαμηλοσυνταξιούχος γήρατος (πριν το 2016):
Μικτή σύνταξη 780€, καθαρά ~720€. Προσωπική διαφορά 55€. Η ποσοστιαία αύξηση «τρώγεται» από τη διαφορά. Τελικό όφελος: 0€ μηνιαίως, με πιθανό ετήσιο «μπάλωμα» 250€ αν πιάνονται τα εισοδηματικά κριτήρια. Με την τρέχουσα ακρίβεια, το 250άρι ισοδυναμεί με 2–3 γεμάτα καλάθια σούπερ μάρκετ.
2. Συνταξιούχος με 35ετία – καθαρά 1.020€:
Προσωπική διαφορά 90€. Ανακοινώνεται γενική αύξηση, αλλά στην πράξη παίρνει 0€ γιατί η αύξηση συμψηφίζεται. Ετήσιο όφελος μόνο αν μπει στο 250€—συχνά μένει εκτός.
3. Χηρείας + χαμηλή επικουρική:
Κύρια 620€, επικουρική 120€, σύνολο 740€. Προσωπική διαφορά μικρή (18€), αλλά η αύξηση αποδίδει 5–8€ καθαρά/μήνα μετά από κρατήσεις. Ουσιαστικά «ψίχουλα».
4. Αναπηρίας (67%) με υψηλά ιατρικά έξοδα:
Καθαρά 850€, προσωπική διαφορά 70€. Μηδενική ουσιαστική αύξηση. Το 250€ εφάπαξ δεν καλύπτει ούτε ένα 3μηνο φαρμακευτικής δαπάνης.
5. Πρώην ΔΕΚΟ – μέσο ετήσιο εισόδημα 16.000€:
Ωφέλεια από μείωση συντελεστών φόρου: περίπου 120€ ετησίως (10€/μήνα). Με την τρέχουσα ακρίβεια, αυτό αντιστοιχεί σε λίγες ημέρες βασικών αγορών.
6. Συνταξιούχος αγροτικής ασφάλισης (ΟΓΑ):
Καθαρά 500–560€. Στο ταμείο μένει οριακά εντός κριτηρίων για το 250€, όμως η ετήσια ενίσχυση δεν αλλάζει τη μεγάλη εικόνα: το καλάθι «καίει», το πετρέλαιο θέρμανσης πιέζει, οι λογαριασμοί ρεύματος δεν περιμένουν.
7. Επικουρική με περικοπές μνημονίων:
Κύρια 890€, επικουρική 150€ (με περικοπές). Προσωπική διαφορά 40€. Καθαρό όφελος από αυξήσεις 1–3€ τον μήνα. Η προσδοκία για «ανάσα» μετατρέπεται σε απογοήτευση.
8. Χαμηλοσυνταξιούχος με ενοίκιο:
Καθαρά 780€, ενοίκιο 420€. Με αυξήσεις «στον αέρα» λόγω προσωπικής διαφοράς, απομένουν ~360€ για λογαριασμούς και τρόφιμα. Το 250€ ετησίως είναι λιγότερο από έναν μισθωμένο μήνα θέρμανσης.
Τα παραδείγματα δεν είναι «στατιστική». Είναι η καθημερινότητα ανθρώπων που εργάστηκαν 30 και 40 χρόνια και σήμερα ζουν με αριθμούς που δεν «βγαίνουν»—ιδίως όταν αυξάνει διαρκώς το κόστος της ανάγκης.
Τι ζητούν σήμερα οι συνταξιούχοι
1. Δίκαιο μηχανισμό άρσης της προσωπικής διαφοράς με ορατό χρονοδιάγραμμα, ώστε οι αυξήσεις να φτάσουν πραγματικά στο πορτοφόλι.
2. Στοχευμένη επαναφορά ΕΚΑΣ για χαμηλά εισοδήματα, ως μηνιαία ενίσχυση με κριτήρια, όχι «λοταρία» 250€ τον χρόνο.
3. Αναπλήρωση απωλειών για όσους δεν είδαν αυξήσεις 2023–2025, με τρόπο διαφανή και εφαρμόσιμο.
4. Καθαρές απαντήσεις για τη φορολογική πολιτική: ποιος κερδίζει τι, σε ευρώ, ανά κλίμακα εισοδήματος.
Πού κολλάνε οι λύσεις
Η διοίκηση του e-ΕΦΚΑ (e-ΕΦΚΑ) οφείλει σαφή χάρτη εφαρμογής—ποιοι, πόσο και πότε. Το Υπουργείο Εργασίας (Υπουργείο Εργασίας — επίσημη ενημέρωση/ανακοινώσεις) χρειάζεται να πει την αλήθεια για την απορρόφηση των αυξήσεων από την προσωπική διαφορά και να παρουσιάσει πακέτο μέτρων που στοχεύει στους χαμηλοσυνταξιούχους. Και η ΑΑΔΕ (ΑΑΔΕ) οφείλει να δείξει, με πρακτικά παραδείγματα, τι σημαίνει στην πράξη η μείωση συντελεστών για κάθε κλιμάκιο—όχι θεωρίες, αλλά καθαρά ποσά μετά φόρων.
Χωρίς αυτά, οι εξαγγελίες μένουν κενό γράμμα. Οι ηλικιωμένοι της χώρας δεν είναι «στατιστικό υπόμνημα». Είναι οι άνθρωποι που σήκωσαν το βάρος κρίσεων και μνημονίων, που είδαν συντάξεις να κόβονται έως και 50%, που πλήρωσαν με φόρους και «ειδικές εισφορές» την προσαρμογή. Το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια δεν μπορεί να εξαντλείται σε μια ετήσια «επιδότηση καλπάζουσας ακρίβειας» και σε υποσχέσεις για μελλοντική άρση ενός τεχνικού φρένου.
Το ελάχιστο δίκαιο
Αν πράγματι το δημοσιονομικό περιθώριο υπάρχει—όπως διακηρύσσεται—τότε το ελάχιστο δίκαιο είναι: (α) χρονικά εγγυημένη άρση της προσωπικής διαφοράς με μεταβατικό σχήμα που δίνει χειροπιαστό ποσό κάθε χρόνο, (β) στοχευμένη επανεκκίνηση ΕΚΑΣ με μηνιαίο ποσό έως 250€ για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, (γ) εξορθολογισμό φορολογίας ώστε να προκύπτει πραγματικό όφελος άνω των 10€ τον μήνα για τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Όλα τα άλλα είναι επικοινωνία.
Διαφορετικά, θα συνεχίσουμε να μετράμε «αυξήσεις» που δεν τις είδε κανείς. Και θα μιλάμε για «στήριξη» που τελειώνει πριν καν αρχίσει—την ώρα που η ακρίβεια μετράει σε ευρώ, όχι σε ποσοστά.