ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ: Ένα νέο ψηφιακό εργαλείο με σοβαρά ερωτήματα
Ρεπορτάζ: Γιάννης Παπανικολάου
Ο Προσωπικός Αριθμός (ΠΑ) εισάγεται επίσημα ως ο νέος πυλώνας της ταυτοποίησης των πολιτών στην Ελλάδα, σε μία προσπάθεια της κυβέρνησης να ενοποιήσει τα πολλαπλά μητρώα του Δημοσίου (ΑΜΚΑ, ΑΦΜ, ΑΔΤ κ.λπ.) κάτω από έναν κοινό 12ψήφιο αριθμό. Σύμφωνα με το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ο ΠΑ αποτελεί βασικό εργαλείο του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους. Ωστόσο, η ενσωμάτωσή του σε κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς σχετικά με την προστασία προσωπικών δεδομένων και την ψηφιακή επιτήρηση των πολιτών.
Τι αλλάζει για τον πολίτη
Ο κάθε πολίτης θα διαθέτει έναν μοναδικό αριθμό, στον οποίο θα ενσωματώνεται το ΑΦΜ και τρία ακόμα αλφαριθμητικά σύμβολα, εκ των οποίων τα δύο θα μπορεί να επιλέξει ο ίδιος. Αυτός ο αριθμός θα συνοδεύει τις συναλλαγές του πολίτη με κάθε δημόσιο ή σταδιακά και ιδιωτικό φορέα. Θα αποτελεί επίσης αναπόσπαστο μέρος της νέας ψηφιακής ταυτότητας, την οποία σχεδιάζει η κυβέρνηση να ενσωματώσει σταδιακά μέσω του gov.gr.
Ενώ η πρωτοβουλία υπόσχεται μείωση της γραφειοκρατίας και καλύτερη διαλειτουργικότητα, εντούτοις, η υποχρεωτική χορήγηση του ΠΑ σε κάθε πολίτη, χωρίς δυνατότητα εξαίρεσης ή εναλλακτικής, γεννά ερωτήματα για τον βαθμό αυτονομίας του πολίτη απέναντι στο κράτος.
Πού σταματά η εξυπηρέτηση και πού ξεκινά η παρακολούθηση;
Η βασική κριτική έγκειται στο γεγονός ότι ο ΠΑ λειτουργεί ως ένας οριζόντιος δείκτης ταυτοποίησης, ο οποίος μπορεί να συνδεθεί με κάθε κρατική βάση δεδομένων: από το Ε1 της Εφορίας, μέχρι τον φάκελο υγείας στον ΕΟΠΥΥ. Ειδικοί στα προσωπικά δεδομένα προειδοποιούν ότι η συγκέντρωση όλων των ψηφιακών ιχνών ενός ατόμου κάτω από έναν κωδικό αυξάνει δραματικά τον κίνδυνο κατάχρησης ή διαρροής πληροφοριών, ειδικά σε περιόδους πολιτικής αστάθειας ή κυβερνητικής αυθαιρεσίας.
Ο Συνήγορος του Πολίτη έχει επανειλημμένα επισημάνει την ανάγκη να διασφαλιστεί η αναλογικότητα και προστασία των ευαίσθητων δεδομένων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για πολίτες που δεν έχουν ψηφιακή εξοικείωση ή επιθυμούν μεγαλύτερο έλεγχο των στοιχείων τους. Το κράτος, όμως, δεν φαίνεται πρόθυμο να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις σε όσους θέλουν να διατηρήσουν ένα επίπεδο αναλογικής αποστασιοποίησης από τα συστήματα ψηφιακής παρακολούθησης.
Η υποχρεωτικότητα ως πολιτική στάση
Ορισμένοι νομικοί και τεχνολόγοι υποστηρίζουν ότι η ενσωμάτωση του ΠΑ στις νέες ταυτότητες, σε συνδυασμό με την κατάργηση σταδιακά όλων των παλιών, μετατρέπει τη «συναίνεση του πολίτη» σε αναγκαστική συμμόρφωση. Δεν πρόκειται πλέον για μια προαιρετική διευκόλυνση, αλλά για μια κρατικά επιβαλλόμενη υποδομή που προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντικά συστήματα διαχείρισης πληθυσμού.
Ακόμα και η δυνατότητα επιλογής των δύο ψηφίων που συνοδεύουν τον ΠΑ φαντάζει προσχηματική. Αν ο πολίτης δεν επιλέξει, το σύστημα θα το κάνει για αυτόν. Ουσιαστικά, η ελευθερία περιορίζεται σε μία προκαθορισμένη πρόσοψη επιλογής.
Αντί επιλόγου: ο ρόλος της κοινωνίας
Οι προειδοποιήσεις για «κοινωνική βαθμολόγηση» τύπου Κίνας ή για υπερσυγκεντρωτικά μητρώα δεν είναι υπερβολές, όταν ήδη προβλέπεται ότι ο ΠΑ θα χρησιμοποιείται ως βασικό εργαλείο ελέγχου της προσβασιμότητας σε δημόσιες και ενδεχομένως ιδιωτικές υπηρεσίες. Αν ληφθεί υπόψη και η παράλληλη επέκταση του ψηφιακού πορτοφολιού, η Ελλάδα φαίνεται να κινείται προς ένα πλήρως ψηφιοποιημένο μοντέλο πολίτη, με ταυτόχρονη μείωση των θεσμικών «βαλβίδων προστασίας».
Η κοινωνία των πολιτών, οι δημοσιογράφοι, οι δικηγόροι, αλλά και οι ίδιοι οι πολίτες, οφείλουν να ζητήσουν από το κράτος μεγαλύτερη λογοδοσία και δικλίδες ασφαλείας, προτού ένα φαινομενικά αθώο 12ψήφιο νούμερο εξελιχθεί σε απόλυτο εργαλείο ελέγχου.
Όπως επισημαίνουν αναλυτές στην πλατφόρμα Αρχής Προστασίας Δεδομένων, η «ψηφιακή ταυτότητα» μπορεί να είναι μέσο προόδου – αλλά μόνο εφόσον ελέγχεται συνεχώς από δημοκρατικούς θεσμούς και όχι από αλγορίθμους.