Λες και δεν ήταν αρκετός ο μέχρι τώρα διασυρμός της Εκκλησίας και της Ορθόδοξης Πίστης γενικά με τα οδυνηρά διαμειφθέντα και διαμειβόμενα στην ιστορική Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά, με τον ηγούμενο της από τη μια και τους μοναχούς από την άλλη, μπήκαν στην ανίερη διαμάχη και δύο Πατριαρχεία, το Οικουμενικό της Κωνσταντινουπόλεως και των Ιεροσολύμων και συμπληρώθηκε ο τραγέλαφος.
Το μεν πρώτο δίνει αναφανδόν στήριξη στον ηγούμενο Δαμιανό παρόλα τα επισήμως εγγράφως και ενυπογράφως αποκαλυφθέντα και καταγγελθέντα από τα πνευματικά του τέκνα, το δε δεύτερο τάχθηκε με το μέρος των μοναχών κι έτσι επήλθε άλλη μία ρηγματώδης κατάσταση ανάμεσα σε Πατριαρχεία ιστορικά και κορυφαία.
Βέβαια τα μέχρι τώρα αποκαλυφθέντα και διαρκώς δημοσιοποιούμενα εκατέρωθεν δημιουργούν πλείστα όσα ερωτηματικά τόσο για τον ηγούμενο Δαμιανό ο οποίος βρίσκεται σ’ αυτή τη θέση μισό αιώνα, όσο και για τους ενιστάμενους μοναχούς με πιο βασικό ερώτημα πού ήταν όλα αυτά τα χρόνια οι μοναχοί; Από τις αποκαλυφθείσες καταγγελίες τους προκύπτει ότι γνώριζαν πολύ καλά και με λεπτομέρειες την κατάσταση γιατί όμως σιωπούσαν και βγήκαν τώρα ξαφνικά και τα έβγαλαν;
Ο αντίλογος σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι έκαναν υπομονή, αλλά και υπακοή στον ηγούμενο και πνευματικό τους πατέρα γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα τους «αποκεφάλιζε» αφού αυτός είχε την απόλυτη εξουσία. Δεν διαφεύγει της γνώσης μας το μέγεθος της τοξικότητας που εκτρέφεται και επικρατεί σε τέτοια περιβάλλοντα, συμπεριλαμβανομένων και Πατριαρχείων, Αρχιεπισκοπών και Μητροπόλεων. Μιλούμε για ολόκληρα κυκλώματα τα οποία καλύπτονται πίσω από θεσμούς μεγάλους και ιερούς.
Κι όσοι βέβαια έχουν γνώση και γνώμη περί προσώπων, θεσμών και καταστάσεων και οφείλω να πω ότι δεν είναι λίγοι, απλώς θλίβονται για το κατάντημα, διότι για κατάντημα πρόκειται. Κι είναι αναμφίβολα «θαύμα» το γεγονός ότι η Εκκλησία εξακολουθεί να πορεύεται μέσα στον χρόνο και την ιστορία γιατί πηδαλιούχος της είναι ο Αρχηγός και Ιδρυτής της, ο Χριστός. Αν, ο μη γένοιτο, εξαρτιόταν από Πατριάρχες, Μητροπολίτες, Ηγουμένους και λοιπούς μεγαλόσχημους ή έστω και μικρόσχημους θα είχε διαλυθεί όπως διαλύονται καθημερινώς συλλογικοί φορείς και οργανώσεις που έχουν ανίκανους και διεφθαρμένους προϊσταμένους τους.
Δεν παύει όμως να ισχύει το παράπονο του Χριστού «δι’ υμών βλασφημείται το όνομα μου εν τοις έθνεσι», κι αυτό ακριβώς συμβαίνει για άλλη μία φορά και στην προκειμένη περίπτωση.
Ανοιξε μία ακόμα πληγή η οποία ως συνήθως τέτοιες πληγές δύσκολα επουλώνονται. Σήμερα μάλιστα με την αστραπιαία ταχύτητα μετάδοσης των ειδήσεων «πάντα τα έθνη» πληροφορήθηκαν αυτοστιγμεί ότι δύο Προκαθήμενοι ιστορικών Εκκλησιών αλληλοξιφουλκούνται δημόσια, αντί να διαλεχθούν και να συνεννοηθούν για να βρεθεί τρόπος εύρεσης λύσης να σταματήσει ο διασυρμός της Εκκλησίας και ο σκανδαλισμός των ανθρώπων σε μία μάλιστα εποχή στην οποία «η αγάπη των πολλών εψύγη» αυτοί βγήκαν το μεϊντάνι και παίζουν μικροπολιτική.
Είναι να απορεί κανείς γιατί και προς τι αυτό το ανακοινωθέν του Φαναρίου ή αν προτιμάτε της Πρωτόθρονης Εκκλησίας «επί τη αναγνώσει γράμματος του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Σιναίου κ. Δαμιανού, εξεφράσθη η συμπαράστασις προς αυτόν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίον θεωρεί αυτόν νόμιμον και κανονικόν Αρχιεπίσκοπον και Ηγούμενον, ενώ εξακολουθεί να αναγνωρίζη το από αιώνων καθεστώς της Ιεράς Μονής Σινά». Σεβαστικά να πούμε πως ήταν άκαιρο και αδόκιμο, γιατί θα προσθέσει δυστυχώς άλλο ένα αρνητικό «στίγμα» (εδώ ο όρος έχει διττή σημασία) στην υστεροφημία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ο οποίος θα ήταν κρίμα και άδικο να περάσει στην ιστορία ως ο Πατριάρχης των ρηγμάτων και διαιρέσεων και όχι της συναίνεσης και τα ενότητας.
Κι από την άλλη ο Πατριάρχης Θεόφιλος της Σιωνίτιδος Εκκλησίας δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη αλλά μπήκε κι αυτός στα γρήγορα στο χορό του αδειάσματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της επικράτησης με το ανακοινωθέν να λέγει πως «το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων στηρίζει πλήρως την Σιναϊτική Αδελφότητα, αναγνωρίζοντας τα δικαιώματα των Πατέρων της Ιεράς Μονής, όπως αυτά έχουν κατοχυρωθεί από τους θεμελιώδεις κανονισμούς της και διαφυλαχθεί στη μακραίωνη μοναστική της παράδοση.
Η στήριξη αυτή εκφράζεται εντός του πλαισίου της πνευματικής και κανονικής δικαιοδοσίας που ασκεί το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων επί της Ιεράς Μονής Σινά».
Κι έτσι ο λαός και ιδιαίτερα οι νέοι παρακολουθούν αποκαρδιωμένοι και με το δίκιο τους τα γενόμενα και λεγόμενα από εκείνους οι οποίοι όφειλαν να είναι πατέρες και διδάσκαλοι εν τη πίστη, εν τη αγάπη, εν τη ενότητι, εν τω φρονήματι της Εκκλησίας και τον «νουν» Χριστού.
Αλήθεια, εδώ που έφτασαν τα πράγματα τι να πει κανείς και τι να σχολιάσει; Πού να ελπίσει και ποίον να εμπιστευθεί;
Θεόδωρος Καλμούκος – Εθνικός Κήρυξ