ΒΕΡΟΙΑ: Ο Παλαιός Μητροπολιτικός Ναός των Αγίων Αποστόλων Παύλου και Πέτρου του 11ου αι. Το πιο μεγάλο σωζόμενο μεσοβυζαντινό κτίσμα των Βαλκανίων και διατηρητέο μνημείο
Από τον ΣΩΤΗΡΗ ΛΕΤΣΙΟ
Ήταν στις 4 Ιουνίου 2016 όταν η πόλη της Βέροιας και το χριστεπώνυμο πλήθος ετοιμάζονταν να εορτάσουν με λαμπρότητα τα εγκαίνια του Παλαιού Μητροπολιτικού Ναού Βέροιας των Αγίων Αποστόλων Παύλου και Πέτρου. Επρόκειτο για ένα κορυφαίο γεγονός όχι μόνο για την ιστορία της Βέροιας αλλά για όλο τον κόσμο της Ορθοδοξίας, αφού έπειτα από 400 χρόνια αυτός ο ναός-κόσμημα επαναλειτουργούσε έχοντας προηγηθεί πολλές προσπάθειες και συνεργασίες των αρμόδιων φορέων για την υλοποίηση αυτού του έργου. Εκείνη την ημέρα μετά την κατάθεση των ιερών λειψάνων καθαγιασμού της Αγίας Τράπεζας από τον Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονα ακολούθησε πολυαρχιερατική θεία λειτουργία με την παρουσία εκπροσώπων όλων των Ορθόδοξων Εκκλησιών, αλλά και πλήθους κόσμου.
Η ανέγερση του εμβληματικού αυτού ναού χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 11ου αιώνα. Είναι μάλιστα τόσο μεγάλη η καλλιτεχνική αξία της Παλαιάς Μητρόπολης, ώστε η Αγγελική Κοτταρίδη, μία εκ των κορυφαίων Ελλήνων αρχαιολόγων, την έχει χαρακτηρίσει «βυζαντινή Καπέλα Σιξτίνα» (σ.σ.: το γνωστό παρεκκλήσι στο Βατικανό). Αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα μεγαλύτερα σωζόμενα μεσοβυζαντινά κτίσματα στον χώρο των Βαλκανίων και από τους μεγαλύτερους επισκοπικούς ναούς που χτίστηκαν στη Μακεδονία. Ενα άλλο σημαντικό γεγονός είναι ότι παρουσιάζει ομοιότητες στο σχήμα με τον παλαιοχριστιανικό ναό του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη. Ο Παλαιός Μητροπολιτικός Ναός έχει μήκος 45 μ. και πλάτος 21 μ. Στο μαρμάρινο υπέρθυρο της δυτικής εισόδου οι επισκέπτες παρατηρούν την κτητορική επιγραφή, στην οποία αναγράφεται: «Και τούτο έργον Νικήτα θυηπόλου». Το όνομα αυτό πιθανώς ταυτίζεται με τον ομώνυμο Επίσκοπο της πόλης κατά την περίοδο από το 1070 έως το 1080.
Από αρχιτεκτονικής σκοπιάς η Παλαιά Μητρόπολη ήταν τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με υποτυπώδες εγκάρσιο κλίτος και νάρθηκα. Ο διαχωρισμός των κλιτών γινόταν με διαδοχή πεσών και κιόνων, τα οποία φέρουν επίστεψη ιωνικών κιονοκράνων -ανόμοιων μεταξύ τους-, καθώς αποτελούν πέτρες από παλαιότερες κατασκευές οι οποίες στη συνέχεια επαναχρησιμοποιήθηκαν. Σε κάποια ιστορική περίοδο, που δεν έχει ωστόσο τεκμηριωθεί χρονολογικά πότε ακριβώς ήταν, ολόκληρο το νότιο κλίτος κατέρρευσε. Η διακόσμηση στο εσωτερικό του ναού διήρκεσε από τον 12ο έως τον 14ο αιώνα. Επρόκειτο για μια ζωγραφική παράγωγη η οποία έγινε από διαφορετικούς ζωγράφους που μάλλον προέρχονταν από την Ηπειρο. Μία από τις πιο εικαστικά άρτιες αγιογραφίες είναι και αυτή του Χριστού Χαλκίτου, η οποία βρίσκεται στον βόρειο πεσσό του ιερού βήματος.
Η περίοδος από το 1387, όταν πρώτη φορά η Βέροια έπεσε στα χέρια των Οθωμανών, μέχρι την οριστική της κατάληψη το 1433 ήταν εξαιρετικά ταραγμένη. Ο Μητροπολιτικός Ναός των Αποστόλων Παύλου και Πέτρου όλη αυτή την περίοδο υπέστη κάποιες καταστροφές. Ωστόσο είναι πια βέβαιο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αρχαιολόγων, ότι εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται ως χριστιανική εκκλησία μέχρι τα τέλη του 16ου ή τις αρχές του 17ου αιώνα. Τότε το νότιο κλίτος κατεδαφίστηκε, η αντίστοιχη κιονοστοιχία έκλεισε με τοίχο, η αψίδα απομονώθηκε και οι αγιογραφίες σκεπάστηκαν με παχύ σοβά. Η μητρόπολη μετατράπηκε στο κεντρικό τζαμί της πόλης. Παράθυρα και πόρτες άλλαξαν για να εξυπηρετήσουν τις νέες ανάγκες και λίγο αργότερα ένα κομψό προστώο -φτιαγμένο από αρχαίες κολόνες- υπογράμμισε με την παρουσία του την κύρια είσοδο του τεμένους, που έβλεπε στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Καταστροφές σημειώθηκαν και στην εσωτερική διακόσμηση του ναού, αφού οι Οθωμανοί κατακτητές κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό και επίχρισαν τον εσωτερικό τοιχογραφικό διάκοσμο. Το βόρειο τμήμα του εγκάρσιου κλίτους αντικαταστάθηκε από έναν μιναρέ. Ο μιναρές, λιτής μορφολογίας και συνολικού ύψους 22 μέτρων, διασώζεται εν μέρη έως σήμερα. Πριν από το τέλος του 19ου αιώνα ο δυτικός τοίχος του κτιρίου κατεδαφίζεται και ξαναχτίζεται.
Ο αρχαιολόγος Γιώργος Σκιαδαρέσης στην εμπεριστατωμένη και πλήρη στοιχείων διατριβή του σχετικά με το ναό της παλαιάς μητρόπολης αναφέρεται μεταξύ άλλων και σε ένα περιστατικό που το είχε καταγράψει ένας Γάλλος περιηγητής που επισκέφθηκε τη Βέροια στα μέσα του 19ου αιώνα. Κατά την κατάληψη της Βέροιας από τους Οθωμανούς οι κάτοικοι της πόλης μαζί με τον Επίσκοπό τους κλείστηκαν στον ναό για να γλιτώσουν από τους κατακτητές. Όταν οι Τούρκοι έσπασαν την πόρτα και εισήλθαν στον ναό, ο Επίσκοπος, προκειμένου να κατευνάσει την οργή τους, μπήκε μπροστά και ανέλαβε την ευθύνη για τη συγκεκριμένη ενέργεια, με αποτέλεσμα να αποκεφαλιστεί. Χάρη όμως στην αυτοθυσία του κατέστη δυνατόν να σωθεί ο λαός της Βέροιας.
Μετά την απελευθέρωση της Βέροιας από τον Ελληνικό Στρατό κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο του 1912 τα εσωτερικά λειτουργικά στοιχεία του τζαμιού αφαιρέθηκαν και το 1924 η Παλαιά Μητρόπολη της Βέροιας ανακηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Επαναλειτούργησε για κάποιο διάστημα ως ναός, ενώ μετά την παρέλευση κάποιου χρονικού διαστήματος η Παλαιά Μητρόπολη μετατράπηκε σε χώρο συγκέντρωσης των αρχαιοτήτων της πόλης. Έγινε δηλαδή το πρώτο -έστω άτυπο- μουσείο της Βέροιας.
ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΔΙΑΣΩΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Τα δεινά του ναού όμως δεν είχαν ακόμη τελειώσει, αφού τον Φεβρουάριο του 1941 οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής πέταξαν κυριολεκτικά έξω στις λάσπες τα αρχαία αντικείμενα και χρησιμοποίησαν το πολύπαθο αυτό μνημείο ως στάβλο! Μετά το τέλος του Β΄ Π.Π. άρχισαν οι πρώτες προσπάθειες για την αποκατάσταση και τη διάσωση του ναού. Το καλοκαίρι του 2010 εγκρίθηκε η μελέτη για την αποκατάσταση της Παλαιάς Μητρόπολης Βέροιας και το έργο εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ της περιόδου 2007-2013. Το 2016 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης.
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”