ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ: Κατά το διάστημα από τις 2 έως και τις 5 Μαΐου 2025, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ανταποκρινόμενος σε ευγενική πρόσκληση, μετέβη στην πανηγυρίζουσα Ιερά Μονή Παντοκράτορος της Επισκοπής Αλεξανδρείας και Τελεορμάν του Πατριαρχείου Ρουμανίας, προκειμένου να συμμετάσχει και να προεξάρχει των εορταστικών λατρευτικών εκδηλώσεων προς τιμήν της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, η μνήμη της οποίας τιμάται πανηγυρικώς στην Ιερά Μονή κατά την Γ’ Κυριακή του Πάσχα.
Καθ’ όλη τη διάρκεια των ημερών, πλήθος ευσεβών προσκυνητών από κάθε γωνιά της Ρουμανίας, αλλά και από το εξωτερικό, κατέκλυσε την Ιερά Μονή για να συμμετάσχει στις ιερές ακολουθίες και να προσκυνήσει ευλαβικά το ιερό λείψανο της Αγίας Ισαποστόλου Ελένης, το οποίο μεταφέρθηκε από τη Βενετία για να συνεορτάσει με την Αγία Μαρία τη Μαγδαληνή.
Κατά την παραμονή του στην Ιερά Μονή, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει μουσική εκδήλωση βυζαντινής μουσικής, η οποία πραγματοποιήθηκε στον αύλειο χώρο της Μονής με τη συμμετοχή του βυζαντινού χορού της αδελφότητας και της καταξιωμένης χορωδίας «Βυζάντιον» από το Ιάσιο, προσφέροντας μια σπάνια μουσική εμπειρία με ύμνους της Αναστάσεως και της τιμωμένης Αγίας.
Το πρωί της Κυριακής, 4ης Μαΐου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων προεξήρχε και κήρυξε τον θείο λόγο στο Πολυαρχιεραρικό Συλλείτουργο και κήρυξε τον θείο λόγο. Στην πανηγυρική Θεία Λειτουργία συλλειτούργησαν ο οικείος Ιεράρχης, Αλεξανδρείας και Τελεορμάν κ. Γαλακτίων, καθώς και δέκα ακόμη Ιεράρχες από διάφορες Μητροπόλεις και Επισκοπές του Πατριαρχείου Ρουμανίας.
Τον Ποιμενάρχη συνόδευσαν στην εκκλησιαστική αποστολή ο Αρχιερατικός Επίτροπος περιχώρων Βεροίας Αρχιμανδρίτης Σωσίπατρος Πιτούλιας, ο Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων Παπαεμμανουήλ και ο Αρχιδιάκονος Κοσμάς Καραγιάννης, στέλεχος του Γραφείου Τύπου της Ιεράς Μητροπόλεως.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων κηρύττοντας τον θείο λόγο κατά το Πολυαρχιερατικό Συλλείτουργο, ευχαρίστησε για την ευγενή πρόσκληση και ανέφερε: «Χριστώ φέρουσιν αι Μαθήτριαι μύρα. Εγώ δε ταύταις, ύμνον ως μύρον φέρω». Κυριακή τρίτη από του Πάσχα και η Αγία μας Εκκλησία μνημονεύει σήμερα τις Μυροφόρες γυναίκες. Και αν εκείνες, όπως σημειώνει ο ιερός Συναξαριστής, έφεραν μύρα στον τάφο του Χριστού, εμείς προσφέρουμε προς αυτές τον ύμνο μας ως μύρο και τον ταπεινό μας λόγο ως έκφραση της τιμής και του σεβασμού μας. Τον προσφέρουμε στον ιερό αυτό τόπο, στην Ιερά Μονή του Παντοκράτορος Χριστού, όπου έχουμε τη χαρά να συνεορτάζουμε και πάλιν, κατόπιν ευγενούς προσκλήσεως των πατέρων της Μονής, την ετήσια πανήγυρή της.
Γιατί όμως η Εκκλησία μας τιμά τόσο ιδιαίτερα τις Μυροφόρες γυναίκες και μαζί με αυτές και τους δύο κεκρυμμένους μαθητές του Χριστού, τον ευσχήμονα βουλευτή Ιωσήφ και τον άρχοντα των Ιουδαίων Νικόδημο;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι δύσκολη, εάν θυμηθούμε τα περιστατικά που μας υπενθύμισε το ευαγγελικό ανάγνωσμα της περασμένης Κυριακής. Από τη μία πλευρά οι μαθητές του Χριστού συνηγμένοι στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «διά τον φόβον των Ιουδαίων», και από την άλλη πλευρά ο Θωμάς, ένας από τους δώδεκα μαθητές του, που αρνείται να πιστεύσει στην Ανάσταση του Κυρίου, εάν δεν ψηλαφήσει ο ίδιος τα χέρια του και την πλευρά του.
Οι μαθητές, τους οποίους τους επέλεξε ο Χριστός και οι οποίοι έζησαν τρία χρόνια δίπλα του, τον άκουσαν, τον είδαν, ένιωσαν την αγάπη του και την εμπιστοσύνη του, αμφιβάλλουν, φοβούνται, δειλιάζουν και κρύβονται.
Αντίθετα, οι γυναίκες που ήταν πάντα αφοσιωμένες αλλά πάντα διακριτικές, που ήταν παρούσες και στη Σταύρωση του Κυρίου, «μακρόθεν εστώσαι», υπακούοντας στις κοινωνικές συνθήκες της εποχής, τολμούν να εκδηλώσουν την πίστη τους και την αγάπη στον Διδάσκαλό τους στην πιό δύσκολη στιγμή, στο πιό δύσκολο σημείο: στη Σταύρωση και στον τάφο του.
Το ίδιο και ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος. Αναλαμβάνουν τον ρόλο που οι ένδεκα μαθητές δεν τόλμησαν να αναλάβουν. Δεν διστάζουν να διακινδυνεύσουν την κοινωνική θέση και την υπόληψή τους προκειμένου να εκφράσουν και αυτοί την πίστη και την αγάπη τους στον Διδάσκαλό τους, ζητώντας από τον Πιλάτο το άχραντο Σώμα του και ενταφιάζοντάς το με ευλάβεια στο κενό μνημείο που είχε ετοιμάσει ο Ιωσήφ.
Συγκλονιστικό και διδακτικό το παράδειγμά τους, γι᾽ αυτό και μας το υπενθυμίζει η Εκκλησία μας. Η πίστη και η αγάπη δεν υπολογίζεται με τα λόγια αλλά με τα έργα. Η πίστη και η αγάπη δεν είναι συνάρτηση της θέσεως που κατέχει κανείς μεταξύ των μαθητών του Χριστού, αλλά συνάρτηση της ψυχικής του δυνάμεως, συνάρτηση της θελήσεώς του να βρίσκεται κοντά στον Χριστό.
Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος, αν και δεν ανήκαν στον στενό κύκλο των μαθητών, τολμούν, κινούμενοι από την πίστη και την αγάπη τους, και αξιώνονται να κρατήσουν στα χέρια τους και να καταθέσουν στον τάφο τον αχώρητο Θεό, ενώ οι μαθητές του βασανίζονται από τον φόβο.
Οι Μυροφόρες γυναίκες, χωρίς φόβο, τολμούν και αξιώνονται να ακούσουν πρώτες το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως και να δούν τον αναστημένο Χριστό.
Οι κρυφοί μαθητές και οι Μυροφόρες γυναίκες κατακτούν μία προνομιακή σχέση με τον Χριστό, όχι ζητώντας την από τον Διδάσκαλό τους, όπως έκαναν ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης λίγο πρίν από το Πάθος του, αλλά με την αγάπη και τη αφοσίωσή τους. Και αυτό διδάσκουν και σε μας που τους τιμούμε σήμερα εδώ, στην Ιερά Μονή του Παντοκράτορος. Μάς διδάσκουν ότι η πίστη στον Χριστό δεν μπορεί να συνοδεύεται από τον φόβο, ούτε η αγάπη μας από δισταγμούς και αμφιβολίες. Η πίστη και η αγάπη μας στον Χριστό πρέπει να αποδεικνύονται με την τόλμη και τη γενναιότητά μας, ώστε να είμαστε αφοσιωμένοι σε Αυτόν, ανεξάρτητα από τις συνθήκες που επικρατούν γύρω μας.
Και ακόμη μας διδάσκουν ότι δεν θα πρέπει εφησυχάζουμε, επειδή έχουμε μία θέση μέσα στην Εκκλησία η επειδή έχουμε αφιερώσει τη ζωή μας στον Χριστό, άρα νομίζουμε ότι είμαστε κοντά του και έχουμε μία προνομιακή σχέση μαζί του. Ούτε βεβαίως θα πρέπει να υποτιμούμε τους αδελφούς μας που φαίνονται να βρίσκονται μακριά από τον Χριστό και την Εκκλησία, γιατί ο Θεός, όπως έλεγε ο σύγχρονος άγιος της Εκκλησίας μας, ο άγιος Παΐσιος, έχει σε κάθε χώρο και σε κάθε επάγγελμα τους δικούς του ανθρώπους, τους μαθητές του. Και περιμένει από εμάς να αποδεικνύουμε την αγάπη και την αφοσίωσή μας καθημερινά, με την τόλμη μας να τον ομολογούμε και να ζούμε με την ψυχή μας κοντά του, να ζούμε με την αγάπη του και μέσα στην αγάπη του.
Αυτό εύχομαι ταπεινά να μας αξιώσει όλους μας ο Θεός να ζήσουμε και εδώ στη γή, για να το απολαύσουμε στην πληρότητά του στον ουρανό, όπως το απολαμβάνει και η αγία και ισαπόστολος Ελένη, η μητέρα του αγίου και μεγάλου Κωνσταντίνου, η οποία σαν τις μυροφόρες, άφησε την ησυχία και την άνεση του αυτοκρατορικού της ανακτόρου για να πάει στους Αγίους Τόπους και να αναζητήσει μετά από τρείς αιώνες τον Σταυρό του Κυρίου μας. Και αξιώθηκε να τον βρεί με θαυμαστό τρόπο και να τον προσκυνήσει και να τον χαρίσει στην Εκκλησία του Χριστού.
Γι᾽ αυτό και αποτελεί μεγάλη ευλογία να ευρίσκεται εδώ, στην πανήγυρη της Ιεράς αυτής Μονής και στην εορτή των αγίων Μυροφόρων γυναικών το ιερό λείψανο της αγίας Ελένης, για να συνεορτάσει μαζί μας, αλλά και για να το προσκυνήσουμε και να λάβουμε τη χάρη και την ευλογία της.
Ιδιαιτέρως το εύχομαι στους πατέρες της Μονής, τους οποίους θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδίας, με πρώτο τον Καθηγούμενο, για την αγάπη τους, για την πρόσκλησή τους και για τη χαρά που μας προσέφεραν με αυτήν να βρεθούμε και πάλι στον ευλογημένο αυτόν τόπο, να συμπανηγυρίσουμε μαζί τους και να προσφέρουμε τον ύμνο μας στον Αναστάντα Κύριό μας, στις Μυροφόρες και τους κεκρυμμένους μαθητές του Χριστού, Ιωσήφ και Νικόδημο.
Χριστός Ανέστη!