Τραμπ: Ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίζεται βέβαιος ότι η οικονομική πολιτική του θα δικαιωθεί από τον χρόνο, όμως ταυτόχρονα παραδέχεται δημόσια ότι οι ενδιάμεσες εκλογές του 2026 αποτελούν ένα εξαιρετικά δύσκολο στοίχημα για τους Ρεπουμπλικάνους.
Ρεπορτάζ: Γιάννης Παπανικολάου
Σε συνέντευξή του από το Οβάλ Γραφείο, ο Αμερικανός πρόεδρος υποστήριξε ότι έχει «δημιουργήσει τη μεγαλύτερη οικονομία στην ιστορία», αναγνωρίζοντας ωστόσο πως «στατιστικά είναι πολύ δύσκολο» να διατηρηθεί ο έλεγχος της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Η τοποθέτησή του δεν ήρθε σε πολιτικό κενό. Αντίθετα, καταγράφεται σε μια περίοδο όπου, σύμφωνα με αναλύσεις διεθνών πρακτορείων όπως το Reuters, η αμερικανική κοινή γνώμη εμφανίζεται επιφυλακτική έως αρνητική απέναντι στα αποτελέσματα της οικονομικής του πολιτικής, ιδιαίτερα στους πρώτους μήνες της νέας θητείας του.
Η αυτοπεποίθηση Τραμπ και η «καθυστέρηση» της κοινωνίας
«Έχω δημιουργήσει τη μεγαλύτερη οικονομία στην ιστορία, αλλά χρειάζεται χρόνος για να το συνειδητοποιήσουν οι άνθρωποι», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τραμπ. Ο ίδιος απέδωσε την απόσταση ανάμεσα στους μακροοικονομικούς δείκτες και την κοινωνική αίσθηση ευημερίας στο γεγονός ότι οι επενδύσεις –ιδίως σε τεχνητή νοημοσύνη, αυτοκινητοβιομηχανία και βιομηχανικές υποδομές– δεν έχουν ακόμη μεταφραστεί σε απτό όφελος για τον μέσο ψηφοφόρο.
Αυτή η «καθυστέρηση αντίληψης», όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος, αποτελεί βασικό άξονα της πολιτικής του επιχειρηματολογίας: η οικονομία, κατά τον Τραμπ, λειτουργεί ήδη υπέρ των ΗΠΑ, απλώς η κοινωνία δεν το έχει νιώσει ακόμη στην καθημερινότητά της.
Τι καταγράφουν τα διεθνή πρακτορεία για την απήχηση
Η εικόνα αυτή, ωστόσο, δεν επιβεβαιώνεται από τις μετρήσεις. Σύμφωνα με ανάλυση του Associated Press σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Σικάγο, μόλις 31% των Αμερικανών δηλώνουν ικανοποιημένοι από την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ. Το ποσοστό θεωρείται χαμηλό για πρόεδρο που τοποθετεί την οικονομία στο επίκεντρο της πολιτικής του ταυτότητας.
Το AP σημειώνει ότι η ακρίβεια, το κόστος ζωής και η αίσθηση κοινωνικής ανασφάλειας παραμένουν κυρίαρχες ανησυχίες, παρά τις μειώσεις φόρων και τα επιμέρους μέτρα ανακούφισης. Η μείωση φόρων σε περισσότερα από 200 τρόφιμα τον Νοέμβριο δεν φαίνεται να άλλαξε ουσιαστικά το κλίμα, καθώς δεν συνοδεύτηκε από σαφή δέσμευση για επέκταση του μέτρου.
Οι δασμοί και το ρίσκο της σύγκρουσης
Κεντρικός πυλώνας της οικονομικής στρατηγικής Τραμπ παραμένει η επιβολή υψηλών δασμών στις εισαγωγές. Ο πρόεδρος επιμένει ότι οι δασμοί προστατεύουν την αμερικανική παραγωγή, δημιουργούν θέσεις εργασίας και ενισχύουν το χρηματιστήριο. Ωστόσο, σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές που επικαλείται το Bloomberg, η πολιτική αυτή έχει διττό αποτέλεσμα.
Από τη μία πλευρά, ορισμένοι βιομηχανικοί κλάδοι πράγματι επωφελούνται. Από την άλλη, οι αυξημένες τιμές εισαγόμενων αγαθών μετακυλίονται στον καταναλωτή, ενισχύοντας τον πληθωρισμό σε συγκεκριμένους τομείς. Το Bloomberg σημειώνει ότι αυτή η αντίφαση δυσκολεύει την πολιτική αφήγηση του Λευκού Οίκου, ειδικά σε προεκλογικό περιβάλλον.
«Μπορεί να χάσουμε» – μια σπάνια παραδοχή
Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε η ωμή παραδοχή του Τραμπ ότι οι Ρεπουμπλικάνοι ενδέχεται να χάσουν τη Βουλή στις εκλογές του 2026. «Πρέπει να κερδίσουμε, αλλά στατιστικά είναι πολύ δύσκολο», είπε, θυμίζοντας ότι ακόμη και πρόεδροι με επιτυχημένες θητείες υπέστησαν ήττες στις ενδιάμεσες εκλογές.
Για διεθνείς αναλυτές, αυτή η δήλωση συνιστά έμμεση αναγνώριση ότι η οικονομία, παρά τους δείκτες, δεν έχει μετατραπεί σε πολιτικό πλεονέκτημα. Όπως σχολιάζει το Reuters, οι ενδιάμεσες εκλογές συχνά λειτουργούν ως «δημοψήφισμα δυσαρέσκειας» και όχι ως επιβράβευση μακροπρόθεσμων σχεδίων.
Δημοσκοπήσεις, Truth Social και σύγκρουση αφηγήσεων
Ο Τραμπ απορρίπτει συστηματικά τις δημοσκοπήσεις, θέτοντας το ερώτημα: «Πότε οι μετρήσεις θα αντικατοπτρίζουν το μεγαλείο της Αμερικής;». Μέσα από αναρτήσεις στο Truth Social, κατηγορεί τα ΜΜΕ και τους αναλυτές ότι υποβαθμίζουν συνειδητά τα οικονομικά επιτεύγματα της κυβέρνησής του.
Ωστόσο, η διεθνής εικόνα παραμένει σύνθετη. Τα μεγάλα πρακτορεία συμφωνούν ότι ο Τραμπ έχει πετύχει αυξημένες επενδύσεις και ισχυρούς δείκτες σε συγκεκριμένους τομείς, αλλά ταυτόχρονα επισημαίνουν το χάσμα εμπιστοσύνης με μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.
Ο χρόνος ως πολιτικός αντίπαλος
Στην ουσία, ο Ντόναλντ Τραμπ ποντάρει στον χρόνο: ότι μέχρι το 2026 οι πολίτες θα «δουν» αυτό που –κατά τον ίδιο– έχει ήδη επιτευχθεί. Το ερώτημα, όμως, παραμένει ανοιχτό και πολιτικά κρίσιμο:
θα προλάβει η οικονομία να μετατραπεί σε κοινωνική εμπειρία πριν μετατραπεί σε εκλογική τιμωρία;
Οι πρώτοι μήνες της διακυβέρνησής του δείχνουν ότι η μάχη δεν θα δοθεί μόνο στους αριθμούς, αλλά κυρίως στην καθημερινή αντίληψη των ψηφοφόρων – εκεί όπου, μέχρι στιγμής, τα διεθνή πρακτορεία καταγράφουν περισσότερη αμφισβήτηση παρά ενθουσιασμό.



















