Ερντογάν – Τραμπ: Σε μια από τις πιο κρίσιμες και πολυεπίπεδες επισκέψεις της τελευταίας δεκαετίας, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φτάνει σήμερα στον Λευκό Οίκο, για να συναντηθεί με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ.
Ρεπορτάζ: Γιώργος Θεοχάρης
Η ατζέντα είναι βαριά και καθοριστική: από την επιστροφή της Άγκυρας στο πρόγραμμα των F-35, μέχρι τη στάση της Τουρκίας απέναντι στη Ρωσία, την κρίση στη Γάζα, και την επιδίωξη της Άγκυρας να αναδειχθεί σε ρυθμιστή ισχύος στη Μέση Ανατολή και τη Μαύρη Θάλασσα.
Σύμφωνα με το Reuters, η συνάντηση αποτελεί «δοκιμασία για την επανεκκίνηση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων», που είχαν παγώσει τα τελευταία χρόνια λόγω της αγοράς των ρωσικών S-400, της παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία και των σκληρών επιθέσεων του Ερντογάν κατά του Ισραήλ.
Οι F-35 και οι προσδοκίες της Άγκυρας
Η συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των μαχητικών F-35 ανεστάλη το 2019, όταν η Άγκυρα προχώρησε στην αγορά του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400. Οι ΗΠΑ εξέφρασαν φόβους ότι η χρήση ρωσικού εξοπλισμού θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του αμερικανικού stealth αεροσκάφους, παρέχοντας τεχνολογικά δεδομένα στη Μόσχα.
Ο Ερντογάν δηλώνει ότι η άρση του εμπάργκο αποτελεί προϋπόθεση για «πραγματική στρατηγική συνεργασία» και υπενθυμίζει ότι η Άγκυρα έχει ήδη καταβάλει 1,4 δισεκατομμύρια δολάρια για τα μαχητικά. «Δεν θεωρώ ότι αυτή η κατάσταση είναι αντάξια μιας στρατηγικής εταιρικής σχέσης», είπε χαρακτηριστικά στο Fox News.
Ο Τραμπ, από την πλευρά του, επιδιώκει να εμφανιστεί ως ο ηγέτης που μπορεί να αποκαταστήσει τις σχέσεις με την Τουρκία. Σε πρόσφατη ανάρτησή του, δήλωσε πως «δουλεύουμε πάνω σε πολλές εμπορικές και στρατιωτικές συμφωνίες με τον πρόεδρο Ερντογάν», μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται προμήθειες F-16, η συνέχιση των συνομιλιών για τα F-35, καθώς και μια μεγάλης κλίμακας συμφωνία για αεροσκάφη Boeing, αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ρωσία και Ουκρανία: Το διπλό παιχνίδι της Άγκυρας
Ένα από τα πιο ακανθώδη θέματα είναι οι στενοί δεσμοί της Τουρκίας με τη Ρωσία. Η Άγκυρα διατηρεί σχέσεις τόσο με τη Μόσχα όσο και με το Κίεβο και επιχειρεί να παίξει ρόλο μεσολαβητή στη μεταπολεμική ασφάλεια της Μαύρης Θάλασσας.
Το BBC σημειώνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν μεν θετικά την τουρκική διαμεσολάβηση, αλλά παραμένουν επιφυλακτικές για τις φιλορωσικές κινήσεις του Ερντογάν, ο οποίος «ισορροπεί» μεταξύ της συμμαχίας του ΝΑΤΟ και των συμφερόντων του Κρεμλίνου. Το Κογκρέσο έχει ήδη εκφράσει έντονες αντιρρήσεις για την επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35, επικαλούμενο τόσο τις σχέσεις της με τη Ρωσία όσο και τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό της χώρας.
Η «γενοκτονία» της Γάζας και η ρήξη με το Ισραήλ
Η πιο εκρηκτική παράμετρος της επίσκεψης είναι η στάση της Τουρκίας απέναντι στο Ισραήλ και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στη Γάζα. Στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ο Ερντογάν κατηγόρησε ευθέως το Ισραήλ για «γενοκτονία», λέγοντας ότι «αυτό δεν είναι μάχη κατά της τρομοκρατίας, αλλά κατοχή, εκδίωξη και καταστροφή ζωών».
Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ απέρριψαν κατηγορηματικά τον όρο «γενοκτονία», όμως ο Ερντογάν επιμένει ότι η Τουρκία «θα συνεχίσει να καταγγέλλει την πολιτική μαζικής καταστροφής που επικαλείται την 7η Οκτωβρίου ως πρόσχημα».
Η ρητορική αυτή, σύμφωνα με το Associated Press, «ενισχύει τη δημοφιλία του Ερντογάν στον μουσουλμανικό κόσμο, αλλά δυσχεραίνει την προσέγγιση με το Κογκρέσο και επηρεάζει αρνητικά την πορεία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων».
Η Τουρκία ως «μεσολαβητής» στη νέα τάξη πραγμάτων
Ο Τούρκος πρόεδρος επιδιώκει να εμφανιστεί ως αναγκαίος μεσολαβητής σε όλες τις μεγάλες κρίσεις – από την Ουκρανία και τη Συρία μέχρι τη Γάζα. Η Άγκυρα θεωρεί ότι η γεωπολιτική της θέση και οι σχέσεις της με αντιμαχόμενες πλευρές την καθιστούν «μοναδικό δίαυλο επικοινωνίας».
Στη Συρία, οι αντάρτικες δυνάμεις που υποστήριξε η Τουρκία ανέλαβαν την εξουσία τον Δεκέμβριο του 2024, γεγονός που άλλαξε τους συσχετισμούς ισχύος και προκάλεσε νέες εντάσεις με το Ισραήλ. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο συναντήθηκε αυτή την εβδομάδα με τον νέο πρόεδρο της Συρίας Άχμαντ αλ-Σάρα, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, αναγνωρίζοντας εμμέσως τον ρόλο της Άγκυρας στις εξελίξεις.
Παράλληλα, ο Τραμπ θεωρεί τον Ερντογάν «κρίσιμο συνομιλητή» για την επίτευξη εκεχειρίας στην Ουκρανία και τον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα, ενόψει και της προεκλογικής του εκστρατείας στις ΗΠΑ. Οι δύο ηγέτες συμμετείχαν ήδη σε πολυμερή συνάντηση με οκτώ αραβικές και μουσουλμανικές χώρες, συζητώντας για τις προϋποθέσεις μιας μελλοντικής ειρηνευτικής συμφωνίας.
Οικονομία, Boeing και στρατηγικές συμμαχίες
Εκτός από τα γεωπολιτικά, η οικονομική διάσταση της επίσκεψης είναι εξίσου σημαντική. Η Άγκυρα και η Ουάσιγκτον συζητούν για πώληση περίπου 200 επιβατικών αεροσκαφών Boeing, σε μια συμφωνία που θα εκτόξευε τον όγκο των εμπορικών συναλλαγών στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Παράλληλα, συζητείται η ενίσχυση της συνεργασίας στην αμυντική βιομηχανία, με την Τουρκία να επιδιώκει άρση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν το 2020.
Η επίσκεψη στον Λευκό Οίκο, η πρώτη μετά το 2019, γίνεται υπό το βλέμμα των διεθνών αγορών και των θεσμικών φορέων. Η ΝΑΤΟ παρακολουθεί στενά την εξέλιξη των συζητήσεων, καθώς η ενίσχυση της τουρκικής αεροπορικής ισχύος θα επηρέαζε και την επιχειρησιακή διάταξη της Συμμαχίας.
Μια συνάντηση που μπορεί να αλλάξει ισορροπίες
Η επίσκεψη του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο δεν είναι απλώς ένα ακόμη διπλωματικό ραντεβού. Είναι μια κομβική στιγμή επαναπροσδιορισμού των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας, σε μια περίοδο κατά την οποία η Μέση Ανατολή, η Ουκρανία και η Μαύρη Θάλασσα βρίσκονται σε αναβρασμό.
Ο Ερντογάν επιδιώκει την επιστροφή της Τουρκίας στο δυτικό στρατόπεδο με τους δικούς του όρους, ενώ ο Τραμπ θέλει να εμφανιστεί ως ηγέτης που «γεφυρώνει χάσματα» και φέρνει ειρήνη. Το αν η προσωπική τους χημεία θα ξεπεράσει τα εμπόδια του Κογκρέσου, των σχέσεων με τη Ρωσία και της ρήξης με το Ισραήλ, θα φανεί στις επόμενες εβδομάδες.
Ένα είναι βέβαιο: όπως επισημαίνουν τα Reuters, BBC και AP, τα μάτια της διεθνούς κοινότητας είναι στραμμένα στην Ουάσιγκτον – εκεί όπου κρίνεται αν η Τουρκία θα επανέλθει ως στρατηγικός εταίρος της Δύσης ή θα συνεχίσει την πορεία της ως «ανεξάρτητος παίκτης» σε έναν κόσμο πολλών ταχυτήτων.