Εκκλησία: Διάλογος με τους αναγνώστες μας – Μία αναγνώστριά μας μάς έγραψε μεταξύ άλλων το εξής σχόλιο στο άρθρο μας «Καλύτερα άσωτος με ράσα, παρά αράσωτος».
Του Γιάννη Παπανικολάου – ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
«Η πρόταση που γράψατε «Αυτοί όμως είχαν καταλάβει ότι καλύτερα να ζουν άσωτοι με ράσα παρά αράσωτοι…» δεν με βρίσκει συμφωνη. Διοτι δεν μπορεις να εισαι ασωτος και να φορας ρασα ιεροσυνης ή μοναχισμου. Απλώς γιατι το ενα ακυρωνει το άλλο. Υποτιθεται οτι, οταν φορας ρασα ιερομοναχου, αρχιμανδριτη, τοτε εχεις δεσμευτει να τηρεις πιστα το τριπτυχο ακτημοσυνη, αγαμία, υπακοή.
Ενας ρασοφόρος ασωτος προσωπικα με σοκάρει. Το να βγαλει ομως καποιος τα ρασα πιστευω ειναι δικαίωμά του, αν εχει μετανιώσει. Δεν σημαινει πως ειναι ασωτος. Ειναι σε άλλη φάση της προσωπικής του εξέλιξης.».
Θα θέλαμε να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα, για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις και σύγχυση.
Συμφωνούμε απόλυτα με την αναγνώστριά μας ότι, «οταν φορας ρασα ιερομοναχου, αρχιμανδριτη, τοτε εχεις δεσμευτει να τηρεις πιστα το τριπτυχο ακτημοσυνη, αγαμία, υπακοή», απλά διορθώνουμε την λέξη «αγαμία», που αφορά την δυτική ιερωσύνη (ρωμαιοκαθολικισμό), με τον όρο «παρθενία».
Ο όρος «παρθενία» σημαίνει στην ουσία ότι, ακόμη και έγγαμος να ήταν κάποιος, όταν γίνεται ιερομόναχος ή αρχιμανδρίτης, πρέπει να ζει καθαρά, απέχοντας από τις σαρκικές σχέσεις, σωματικά και πνευματικά.
Όταν κάποιος που έχει ιερωσύνη πέσει σε κάποιο από τα λεγόμενα θανάσιμα αμαρτήματα, όπως για παράδειγμα, πορνεία, μοιχεία (εάν είναι έγγαμος ιερεύς), φόνο κ.λπ., τότε είναι υποχρεωμένος να σταματήσει να ιερουργεί.
Ωστόσο, όχι μόνο δεν είναι υποχρεωμένος να βγάλει τα ράσα, αλλά οφείλει να παραμείνει ρασοφόρος και να συνεχίσει να τηρεί τις τρεις αυτές υποσχέσεις, που έχει δώσει.
Το καλύτερο για αυτόν τον (άγαμο) ιερέα θα ήταν να αποσυρθεί σε ένα μοναστήρι και να ζήσει εκεί εν μετανοία το υπόλοιπο της ζωής του, τηρώντας το παραπάνω τρίπτυχο.
Εάν δεν μπορεί να πάει σε μοναστήρι, μπορεί να μείνει στον κόσμο, τηρώντας πάλι το κατά δύναμη: αντί για την ακτημοσύνη την αφιλαργυρία, αντί για την απόλυτη υπακοή του μοναχού την υπακοή στον πνευματικό του και στην Εκκλησία. Ωστόσο το θέμα της παρθενίας είναι απόλυτο: ή παρθενεύει κάποιος ή όχι, δεν υπάρχει ενδιάμεση κατάσταση. Όπως δεν υπάρχει «ολίγον έγκυος» γυναίκα.
Εάν πρόκειται για απλό ρασοφόρο μοναχό, και όχι ιερομόναχο, η πτώση του, είτε μοναδική είτε επαναλαμβανόμενη, δεν τον εμποδίζει σε τίποτε να συνεχίσει την μοναχική του ζωή.
Πρέπει να συνεχίσει κανονικά, σαν να μην έχει συμβεί τίποτε, και ο Θεός θα τον ευλογήσει και θα τον αγιάσει.
Υπήρχε στο Άγιον Όρος ένας μοναχός. Δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που εκοιμήθη.
Ο μοναχός αυτός ζούσε άσωτα, με την κοσμική έννοια του όρου.
Για διάφορους λόγους, που πιθανόν δεν έφταιγε και ο ίδιος, ο Θεός γνωρίζει, ήταν μέθυσος.
Μάλιστα τον είχαν καταγγείλει πολλάκις ότι πήγαινε σε ταβέρνες έξω στον κόσμο και γλεντούσε με τα ράσα, σκανδαλίζοντας τους άλλους, που έβλεπαν έναν Αγιορείτη να ζει άσωτα και κοσμικά.
Ο μοναχός αυτός όμως δεν ακύρωσε την μοναχική ζωή του: παρέμεινε μοναχός.
Όταν πέθανε ο Γέροντάς του, συγκλονίστηκε.
Άρχισε να διαβάζει κάθε μέρα τους χαιρετισμούς της Παναγίας πολλές φορές.
Και είχε ένα οσιακό τέλος. Πέθανε με το όνομα της Παναγίας στα χείλη του.
Γράφει η αναγνώστριά μας:
«Το να βγαλει ομως καποιος τα ρασα πιστευω ειναι δικαίωμά του, αν εχει μετανιώσει. Δεν σημαινει πως ειναι ασωτος. Ειναι σε άλλη φάση της προσωπικής του εξέλιξης».
Φυσικά κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος. Η Εκκλησία δεν υποχρεώνει κανέναν να ακολουθήσει τον Ιδρυτή της, τον Χριστό. Όπως και ο ίδιος ο Χριστός, ο Οποίος είπε στους Αποστόλους: εάν θέλετε κι εσείς να φύγετε, μπορείτε να φύγετε.
Η ελευθερία αυτή όμως για την οποία γράφει η αναγνώστριά μας, είναι η προτεσταντική ελευθερία, δεν είναι η πραγματική ελευθερία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που πηγάζει μέσα από την στενή και τεθλιμμένη οδό.
Η Εκκλησία μας έχει αποφανθεί διά μέσου της αιωνόβιας εμπειρίας της ότι δεν υπάρχει πισωγύρισμα στην οδό αυτήν του αφιερωμένου κληρικού, είτε μοναχού είτε ιερομονάχου. Δεν το προβλέπουν οι Κανόνες της.
Γιατί όταν ένας άνθρωπος δίνει υποσχέσεις στον Θεό, και μάλιστα δημόσια, ούτε η ίδια η Εκκλησία παρεμβαίνει.
Αρνείται να παρέμβει ανάμεσα στον άνθρωπο που έδωσε την υπόσχεση και στον Θεό που την δέχθηκε. Μόνο ο άνθρωπος που έδωσε την υπόσχεση μπορεί να πισωγυρίσει. Για την Εκκλησία δεν υπάρχει αυτή η οδός, ούτε προβλέπεται η ευλογία της. Άσχετα το τί γίνεται ή τί οικονομία ενίοτε εφαρμόζεται. Δεν υπάρχει καμία τελετή αποσχηματισμού.
Στην περίπτωση αυτήν, που γράφει η αναγνώστριά μας, όπου ο άνθρωπος βγάζει τα ράσα επειδή μετάνιωσε, στην εσωτερική πάλη για την πνευματική ελευθερία, κερδίζει την νίκη η φυσική λογική, όπως γράφει ο άγιος Σωφρόνιος Σαχάρωφ σε έναν αρχιμανδρίτη, ο οποίος μετά έβγαλε τα ράσα, αλλά εν τέλει πέθανε (λαϊκός) εν μετανοία. Κερδίζει η ανθρώπινη λογική και όχι η θεϊκή.
Όταν η φυσική λογική αφεθεί στον εαυτό της και αυτό συμβεί στην ψυχή ενός χριστιανού, ο οποίος δεν θέλει να αρνηθεί τον Χριστό, τότε αυτός θα οδηγηθεί στον προτεσταντικό ορθολογισμό ή σε έναν πνευματισμό, μυστικιστικά συγγενή προς τον πανθεϊσμό.
Η απόρριψη της Εκκλησίας συνεπάγεται την απόρριψη του κηρύγματος των Αποστόλων.
«Ὅ ἧν ἀπ’ ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς· καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον».
Τα δόγματα και οι Κανόνες της Εκκλησίας δεν είναι ένας νεκρός τύπος.
Μέσα από αυτά η Εκκλησία κηρύττει τον σαρκωθέντα Λόγο, που Τον είδαμε, Τον ακούσαμε, Τον ψηλαφήσαμε.
Η υπέρτατη βαθμίδα της συγκεκριμένης πραγματικότητας είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού την ώρα της Λειτουργίας, γράφει ο ίδιος μεγάλος σύγχρονος θεολόγος και άγιος της Εκκλησίας μας Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος.
Άραγε αυτός ο ιερέας που αφήνει την ιερουργία, δεν το έζησε αυτό κατά την τέλεση της Λειτουργίας;
Η πείρα διδάσκει ότι η θετική ενέργεια, δηλαδή η αύξηση στο αγαθό, που αποτελεί θετική μορφή αγάπης, βρίσκεται αναγκαστικά στα όρια της ζωής αυτής με την αρνητική μορφή της ασκητικής δραστηριότητας, δηλαδή την πάλη ενάντια στον νόμο της αμαρτίας, που διενεργείται μέσα μας.
Η διαδικασία της αναγέννησης, της μεταμόρφωσης της ζωής μας, πραγματοποιείται με την συνέργεια δύο παραγόντων, της ενέργειας του Θεού και της ασκητικής δράσης του ίδιου του ανθρώπου.
Η δεύτερη, ως άσκηση, προσλαμβάνει αρνητική μορφή: νηστεία, εγκράτεια, σωφροσύνη, αγρυπνία, ακτημοσύνη, υπακοή ως εκκοπή του ιδίου θελήματος, άρνηση της φιλαρχίας.
Κατά τον Άγιο Σωφρόνιο υπάρχουν τρία πράγματα που είναι αδιανόητα:
1. Πίστη χωρίς δόγμα.
2. Χριστιανισμός έξω από την Εκκλησία.
3. Χριστιανισμός χωρίς άσκηση.
Μέσα στην Εκκλησία ζήσαμε και ζούμε χιλιάδες στενοχώριες, αλλά τις υπομένουμε, γιατί έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία.
Extra Ecclesiam nulla salus.