ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ: Με καθαρό μήνυμα ενότητας και έμπρακτης στήριξης προς την ομογενειακή εκπαίδευση εμφανίστηκε ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ. Ελπιδοφόρος, σε συνέντευξή του στον δημοσιογράφο Θανάση Τσίτσα στο ANT1 Satellite TV.
Επιμέλεια: ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Αφορμή ήταν η ένταση που έχει προκληθεί γύρω από την οικονομική κατάσταση της κοινότητας και του σχολείου του Αγίου Δημητρίου Αστόριας, με τον Προκαθήμενο να διαλύει σκιές και να βάζει, με ψύχραιμο ύφος, τις προτεραιότητες της Εκκλησίας στην πρώτη γραμμή.
Από την αρχή έθεσε το πλαίσιο: «Η Εκκλησία δεν είναι του Ελπιδοφόρου. Οι κληρικοί είμαστε υπηρέτες». Η δήλωση δεν ήταν απλώς αποστροφή· λειτούργησε ως άξονας για όσα ακολούθησαν: τόνισε την ανάγκη να ξεπεραστούν οι προσωπικές επιθέσεις, να επιλεγεί η συνεννόηση αντί της εσωστρέφειας και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη με γνώμονα το συμφέρον της κοινότητας και της ελληνικής παιδείας.
Σε αυτό το κλίμα, ο Αρχιεπίσκοπος σημείωσε ότι η Αρχιεπισκοπή έχει ήδη αποδείξει πως μπορεί να διαχειρίζεται κρίσεις, παραπέμποντας στην αποκατάσταση των οικονομικών της τα τελευταία χρόνια και σε σειρά παρεμβάσεων σε ιδρύματα και ενορίες.
Κεντρικό ζήτημα της συζήτησης ήταν το σχολείο της Αστόριας. «Δεν υπάρχει περίπτωση να σκεφθεί κανείς κλείσιμο», υπογράμμισε κατηγορηματικά, καταλογίζοντας σε «μύθους» και παραπληροφόρηση τις σχετικές φήμες. Εξήγησε ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η χρηματοδότηση της κοινότητας, η Αρχιεπισκοπή εξασφάλισε γραμμή πίστωσης (line of credit) με κανόνες και εποπτεία στη διάθεση των πόρων: «Δεν μπορείς να ξοδεύεις περισσότερα από όσα κερδίζεις. Η εποπτεία είναι υποχρέωσή μας απέναντι σε όσους συνεισφέρουν». Παράλληλα, υπενθύμισε πως για πρώτη φορά όλα τα προϋπολογιστικά και απολογιστικά στοιχεία είναι αναρτημένα και προσβάσιμα στην ιστοσελίδα της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, στο πλαίσιο μιας πολιτικής διαφάνειας που, όπως είπε, έχει ήδη αποδώσει καρπούς.
Στο μέτωπο της παιδείας, ο Αρχιεπίσκοπος ανακοίνωσε ότι έχει ζητήσει εκ νέου επαφή με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, ώστε να επανεκκινήσει διάλογος για σημαντική ενίσχυση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στις ΗΠΑ, λαμβάνοντας υπόψη τα σημερινά δεδομένα. Αποκάλυψε επίσης ότι υπάρχει ήδη ταμείο εκκίνησης ύψους 1 εκατ. δολαρίων για την ελληνική παιδεία, το οποίο μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός για ένα ευρύτερο fund, με σαφείς κανόνες λογοδοσίας. «Κανείς δεν δίνει χρήματα χωρίς όρους — και σωστά. Οι όροι διασφαλίζουν ότι κάθε δολάριο πιάνει τόπο», σημείωσε, δείχνοντας πως το ζητούμενο είναι η αποτελεσματικότητα και η διαρκής απόδοση.
Ο κ. Ελπιδοφόρος απέρριψε ως «fake news» τα σενάρια περί πώλησης ακινήτων ή αλλαγής χρήσης χώρων του Αγίου Δημητρίου. «Δεν είναι ούτε ρεαλιστικά ούτε υπεύθυνα», είπε, επιμένοντας ότι η στρατηγική δεν είναι «εύκολες λύσεις» αλλά η παραμονή «μέσα στο πρόβλημα» μέχρι να βρεθεί βιώσιμη λύση. Εξίσου σαφής ήταν και για τα περί αποκλειστικής ροής πόρων προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο: «Μύθος. Αν συνέβαινε αυτό, δεν θα λειτουργούσαν ministries, κατασκηνώσεις, προγράμματα, ούτε θα στηριζόταν η Θεολογική Σχολή. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική και αποτυπωμένη στα δημόσια οικονομικά στοιχεία».
Στο πρακτικό σκέλος, το σχέδιο εξυγίανσης της κοινότητας προβλέπει βήματα που έχουν εφαρμοστεί και αλλού με επιτυχία: ευθυγράμμιση εσόδων-εξόδων, ενίσχυση διοικητικών διαδικασιών, διαφανείς αναθέσεις, έλεγχο δαπανών και αξιοποίηση της διαθεσιμότητας δωρητών υπό κοινά αποδεκτούς κανόνες. Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο, η συζήτηση για μακροπρόθεσμη στήριξη μπορεί να συμπεριλάβει φορείς και πρωτοβουλίες με καταγεγραμμένο αποτύπωμα, όπως το Leadership 100, που χρηματοδοτεί εθνικές διακονίες και λειτουργεί ως συγκολλητική ουσία για την ενότητα της Αρχιεπισκοπής.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά του Αρχιεπισκόπου στη «μοναδική φυσιογνωμία» της κοινότητας της Αστόριας — μια κοινότητα πρώτης γενιάς Ελλήνων μεταναστών που βρίσκεται σε μεταίχμιο: «Χρειάζεται μετεξέλιξη σε άλλο επίπεδο διακυβέρνησης, χωρίς να χαθεί το ήθος της». Εδώ ο κ. Ελπιδοφόρος έκανε και την αυτοκριτική του, παραδεχόμενος ότι θα μπορούσε να υπάρχει πυκνότερη ενημέρωση και άμεση επαφή με την τοπική κοινωνία, ειδικά σε κρίσιμες φάσεις. Η αναγνώριση αυτού του κενού ίσως είναι το κλειδί για το «restart» εμπιστοσύνης.
Όσο για την πρόσφατη ένταση και τους βαρείς χαρακτηρισμούς προς κληρικούς, ο Αρχιεπίσκοπος μίλησε για «πληγωτικό λόγο» που, ωστόσο, δεν πρέπει να αποπροσανατολίζει από την ουσία: «Το σημαντικό είναι ότι ο κόσμος νοιάζεται, συμμετέχει, φέρνει τα παιδιά του. Εκεί πατάμε για να χτίσουμε το επόμενο κεφάλαιο». Με ανάλογη έμφαση, ξεκαθάρισε ότι η συμμετοχή των πιστών στις διαδικασίες —γενικές συνελεύσεις, διαβούλευση, εθελοντισμός— είναι ζητούμενο και ευθύνη όλων.
Σε επίπεδο πεδίου, τα πρώτα σημάδια ανασυγκρότησης θα φανούν από τον τρόπο που η κοινότητα του Αγίου Δημητρίου Αστόριας θα αξιοποιήσει τη γραμμή πίστωσης: στη συντήρηση και αναβάθμιση υποδομών, στην παιδαγωγική ενίσχυση, στην προσέλκυση και στήριξη εκπαιδευτικών, αλλά και στη θέσπιση μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου που θα αποτρέπουν τη δημιουργία νέων ελλειμμάτων. Ταυτόχρονα, ένα ρεαλιστικό, πολυετές πλάνο δωρεών —με διαβαθμίσεις, matching schemes και καθαρούς δείκτες επίδοσης— μπορεί να ενεργοποιήσει ξανά τη μεγάλη, αλλά συχνά σιωπηλή, δύναμη της Ομογένειας.
Τελικά, η συνέντευξη του Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου δεν ήταν μια άσκηση επικοινωνίας, αλλά ένα πολιτικό (με την ευρεία έννοια) σήμα κατεύθυνσης: καθαρούς κανόνες, δημόσιους αριθμούς, ευθύνη στη διαχείριση, «όχι» στη συνωμοσιολογία, «ναι» στη συνεργασία με ιδρύματα και δωρητές, «ναι» στην τοπική κινητοποίηση. Αν αυτό το σήμα συναντήσει ανταπόκριση —και στους διαδρόμους της Αρχιεπισκοπής Αμερικής και στους διαδρόμους του σχολείου στην Αστόρια— τότε η φράση «η Εκκλησία δεν είναι του Ελπιδοφόρου» μπορεί να αποδώσει κυριολεκτικό καρπό: μια κοινότητα που θα ανήκει στους ανθρώπους της, με παιδεία ανθεκτική, διαχείριση έντιμη και ορίζοντα ανοιχτό προς το μέλλον.