Ρεπορτάζ: Γιώργος Θεοχάρης- ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΜΕΓΑΡΟ ΜΑΞΙΜΟΥ-Σύμφωνα με πληροφορίες του vimaorthodoxias.gr, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης διαμήνυσε με σαφήνεια στον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Ευγένιο ότι η επίμαχη τροπολογία για το «αμετάθετο» των Μητροπολιτών της Εκκλησίας της Κρήτης δεν πρόκειται να αλλάξει.
«Εκλέξτε έναν νέο Μητροπολίτη που θεωρείτε άξιο και θα κλείσει με τον καλύτερο τρόπο το ζήτημα, τόσο για την Εκκλησία όσο και για την κοινωνία», είπε χαρακτηριστικά ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, απευθυνόμενος προς τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης.
Το μήνυμα αυτό, το οποίο μεταφέρθηκε ευθέως κατά τη συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου, ήρθε να κλείσει κάθε συζήτηση περί αναθεώρησης ή υπαναχώρησης από την πλευρά της κυβέρνησης.
Η τροπολογία που άναψε φωτιές
Η τροπολογία που εισήγαγε η Υπουργός Παιδείας Σοφία Ζαχαράκη απαγορεύει τη μετακίνηση εν ενεργεία Μητροπολίτη σε άλλη Μητρόπολη της Εκκλησίας της Κρήτης. Στην πράξη, μπλοκάρει την πιθανότητα μετακίνησης του Μητροπολίτη Κισσάμου Αμφιλοχίου στη Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου – μια θέση που παραμένει κενή και γύρω από την οποία είχαν οικοδομηθεί ισορροπίες συναίνεσης.
Εκκλησιαστικοί κύκλοι χαρακτηρίζουν την τροπολογία «φωτογραφική» και σημειώνουν ότι εξυπηρετεί συγκεκριμένες πολιτικές και εκκλησιαστικές σκοπιμότητες. Η απόφαση, λένε, υπονομεύει τη δυνατότητα της Εκκλησίας της Κρήτης να κινηθεί αυτόνομα στις εκλογές Ιεραρχών και φέρνει το Φανάρι σε δύσκολη θέση, καθώς η Αγία και Ιερά Σύνοδος είχε ήδη προγραμματίσει συζήτηση για την αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη.
Το αδιέξοδο για τον Αμφιλόχιο
Η διαβεβαίωση του κ. Μητσοτάκη σημαίνει ότι δεν υπάρχει πλέον καμία πιθανότητα να προχωρήσει η λύση με τον Μητροπολίτη Αμφιλόχιο ως κοινό πρόσωπο συναίνεσης. Αντίθετα, η Εκκλησία της Κρήτης βρίσκεται μπροστά σε ένα δύσκολο δίλημμα: είτε θα επιλέξει νέο υποψήφιο για τη Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου είτε θα αναζητήσει ένα «Plan B» με πρόσωπο πιο κοντά στις προτιμήσεις της κυβέρνησης.
Η επιλογή αυτή, ωστόσο, απειλεί να δημιουργήσει νέες εντάσεις. Ήδη στο παρασκήνιο ακούγεται έντονα το όνομα του Αρχιμανδρίτη Μελχισεδέκ, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που θυμίζουν πως το συγκεκριμένο πρόσωπο είχε βρεθεί ακόμα και στο στόχαστρο αναφορών για σχέσεις με αμφιλεγόμενα δίκτυα.
Η επίσημη εικόνα και η πραγματικότητα
Επισήμως, το Μέγαρο Μαξίμου έδωσε μια εξαιρετικά «θερμή» εικόνα της συνάντησης, κάνοντας λόγο για «εποικοδομητικό κλίμα» και «διάθεση συνεργασίας». Στη συνάντηση, εκτός του Πρωθυπουργού, συμμετείχαν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, η Υπουργός Παιδείας Σοφία Ζαχαράκη και ο Α΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής Γιάννης Πλακιωτάκης. Από την πλευρά της Εκκλησίας, τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης συνόδευαν οι Μητροπολίτες Γορτύνης και Αρκαδίας Μακάριος και Ιεραπύτνης και Σητείας Κύριλλος.
Όμως, πίσω από τις τυπικές δηλώσεις, η αλήθεια είναι πιο σύνθετη. Η κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη να επιβάλει το πλαίσιο της, ανεξαρτήτως των ενστάσεων που εκφράζουν οι Ιεράρχες. Αυτό εγείρει ερωτήματα για το κατά πόσο σεβαστήκεται η αυτονομία της Εκκλησίας της Κρήτης, η οποία, αν και ημιαυτόνομη, υπάγεται απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Γιατί έγινε η συνάντηση;
Το ερώτημα παραμένει: εφόσον η κυβέρνηση δεν επρόκειτο να κάνει πίσω στην τροπολογία, ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος της συνάντησης; Εκκλησιαστικοί κύκλοι εκτιμούν ότι επρόκειτο περισσότερο για μια «διαχείριση κρίσης» και μια προσπάθεια εκτόνωσης των αντιδράσεων, παρά για ουσιαστικό διάλογο.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση ήθελε να δείξει ότι διατηρεί ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με την Εκκλησία της Κρήτης, την ώρα που οι αποφάσεις είχαν ήδη ληφθεί. Το γεγονός ότι παρόντες ήταν και πολιτικά στελέχη με ισχυρή βάση στην Κρήτη, όπως ο κ. Πλακιωτάκης, δείχνει ότι η συνάντηση είχε και χαρακτήρα εσωτερικής κατανάλωσης.
Οι ευρύτερες προεκτάσεις
Η εμμονή στην τροπολογία δεν έχει μόνο εκκλησιαστικές αλλά και πολιτικές προεκτάσεις. Η Κρήτη αποτελεί παραδοσιακό προπύργιο της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και τόπο με έντονη εκκλησιαστική ζωή. Το μήνυμα που περνάει η κυβέρνηση είναι πως δεν πρόκειται να αφήσει περιθώρια «ανεξέλεγκτων» κινήσεων από την Ιεραρχία, ιδίως σε μια συγκυρία που η πολιτική σταθερότητα θεωρείται απαραίτητη.
Ωστόσο, η στάση αυτή εκλαμβάνεται από μερίδα πιστών ως υπερβολική κρατική παρέμβαση στα εκκλησιαστικά πράγματα. Το ερώτημα που αναδύεται είναι αν τελικά ο Πρωθυπουργός και το επιτελείο του επιδιώκουν να ελέγξουν και τις εσωτερικές ισορροπίες της Εκκλησίας, πέρα από την πολιτική σφαίρα.
Η σκιά του Φαναρίου
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Η εξαγγελθείσα αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης φαίνεται να «παγώνει» υπό το βάρος της κυβερνητικής πίεσης. Αυτό δημιουργεί νέα δεδομένα και στο επίπεδο των σχέσεων Φαναρίου – Αθήνας, καθώς η μητρόπολη της Κρήτης αποτελεί κρίσιμο κρίκο στην αλυσίδα των σχέσεων Ελλάδας – Πατριαρχείου.
Η συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης μπορεί να παρουσιάστηκε ως «θερμή και εποικοδομητική», ωστόσο η ουσία είναι ότι η κυβέρνηση έστειλε ένα σαφές και αμετακίνητο μήνυμα: η τροπολογία για το αμετάθετο των Μητροπολιτών δεν αλλάζει. Αυτό, όμως, αφήνει την Εκκλησία της Κρήτης σε αδιέξοδο και προκαλεί εύλογα ερωτήματα για το αν η κρατική εξουσία υπερβαίνει τα όρια της σε ζητήματα που παραδοσιακά ανήκουν στη σφαίρα της εκκλησιαστικής αυτονομίας.
Η εξέλιξη αυτή δεν είναι απλώς μια τυπική θεσμική διαφορά, αλλά αναδεικνύει βαθύτερες εντάσεις στις σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας. Και κυρίως, αφήνει ανοικτό το ερώτημα για το ποια πρόσωπα – και με ποιες ισορροπίες – θα οδηγήσουν την Εκκλησία της Κρήτης στην επόμενη μέρα.
Και όλα αυτά γίνονται με τις ευλογίες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, όπως λέγεται στους εκκλησιαστικούς κύκλους .
Την ίδια στιγμή πλησιάζει και η ώρα για την εκλογή του νέου μητροπολίτη Κορίνθου. ΔΕΙΤΕ ΤΟΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΣΤΕΡΟ ΔΙΑΔΟΧΟ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ :
Αποκλειστικό: Ο Επίσκοπος Θεσπιών Παύλος επικρατέστερος για τη Μητρόπολη Κορίνθου