ΤΡΑΜΠ: Η εφαρμογή των νέων δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής την 7η Αυγούστου 2025 συνιστά το μεγαλύτερο εμπορικό σοκ των τελευταίων δεκαετιών.
Ρεπορτάζ: Γιάννης Παπανικολάου
Ο πρώην και νυν ένοικος του Λευκού Οίκου, Ντόναλντ Τραμπ, ενεργοποιεί ένα νέο κύμα προστατευτισμού, παρασύροντας την παγκόσμια οικονομία σε σπειροειδή εμπορική σύγκρουση.
Παρότι ο ίδιος θριαμβολογεί πως «τα μεσάνυχτα δισεκατομμύρια ρέουν στην Αμερική», η εικόνα που μεταδίδουν τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων όπως το Reuters και το Bloomberg είναι βαθιά ανησυχητική. Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης όπως το Financial Times, η Le Monde και η Handelsblatt προειδοποιούν για μια δεύτερη «Μεγάλη Ύφεση» σε αργή κίνηση, που θα πλήξει κυρίως τις ασθενέστερες οικονομίες.
Δασμολογικό τσουνάμι 15%-50%: Ακρίβεια και κοινωνική πίεση
Οι νέοι δασμοί των ΗΠΑ αφορούν πάνω από 90 χώρες και πλήττουν είδη πρώτης ανάγκης, τρόφιμα, ρουχισμό, ηλεκτρονικά και φαρμακευτικά προϊόντα. Σε χώρες όπως η Ινδία και η Βραζιλία επιβλήθηκαν δασμοί άνω του 45%, ενώ και παραδοσιακοί σύμμαχοι όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα αντιμετωπίζουν επιβαρύνσεις 15% – ένα μέτρο που ήδη αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό και δυσφορία από την Κομισιόν.
Σύμφωνα με αναλυτές του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, η τιμή των καταναλωτικών αγαθών αυξάνεται κατά μέσο όρο 7%-11% εντός του 2025. Για τα αμερικανικά νοικοκυριά, αυτό μεταφράζεται σε έως και 2.400 δολάρια ετήσια επιβάρυνση, κυρίως στα είδη καθημερινής ανάγκης. Το Υπουργείο Ενέργειας έχει ήδη εκδώσει προειδοποιητικό δελτίο για πιθανές αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου λόγω διαταραχών στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Πολλαπλές γεωπολιτικές διαστάσεις και επιλεκτική στόχευση
Όπως επισημαίνει και το Associated Press, οι δασμοί δεν είναι μόνο οικονομικό εργαλείο – είναι και μοχλός γεωπολιτικού εκβιασμού. Η Ινδία πιέζεται εμμέσως να αποχωρήσει από ενεργειακές συμφωνίες με τη Ρωσία. Η Βραζιλία τιμωρείται για την ποινική δίωξη Μπολσονάρου, ενώ στην Ταϊβάν επιβάλλεται «διορθωτικός δασμός» 20% λόγω ανταγωνισμού σε μικροεπεξεργαστές.
Την ίδια στιγμή, ο Καναδάς είδε τον δασμό του να φτάνει στο 35%, ενώ το Μεξικό εξαιρέθηκε προσωρινά λόγω παρασκηνιακής συμφωνίας. Η πολιτική αυτή επιλεκτικότητας φανερώνει ένα σχέδιο διμερούς επιβολής ισχύος και όχι συντεταγμένης εμπορικής πολιτικής.
Οι αγορές αντιδρούν – Το κόστος το πληρώνουν οι λαοί
Οι διεθνείς αγορές έχουν ήδη αντιδράσει με πτώσεις στα χρηματιστήρια, ενώ ο δείκτης παγκόσμιας εμπιστοσύνης του ΟΟΣΑ δείχνει πτώση 1,3 μονάδες. Στο προσκήνιο βρίσκεται ο φόβος ενός νέου κύματος ακρίβειας και στασιμοπληθωρισμού. Ειδικά για την Ευρώπη, οι δασμοί θα μεταφραστούν σε αύξηση τιμών σε εισαγόμενα προϊόντα, ενεργειακές ανατιμήσεις και γενικευμένη πίεση στα νοικοκυριά.
Σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, η Ελλάδα αναμένει κύμα ανατιμήσεων σε ηλεκτρονικές συσκευές, ενδύματα, ανταλλακτικά και γεωργικό εξοπλισμό. Επιπλέον, ο αγροτικός τομέας – που εξαρτάται από φθηνές εισαγωγές πρώτων υλών – θα δεχθεί σοβαρό πλήγμα. Ανάλογες εκτιμήσεις δημοσιεύθηκαν και από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Για τους λαούς της ανθρωπότητας: Επιστροφή στον εθνικό εγωισμό
Το μεγάλο ερώτημα δεν είναι αν ο προστατευτισμός του Τραμπ ωφελεί τις ΗΠΑ, αλλά τι σημαίνει αυτό για τους λαούς του κόσμου. Ο διεθνής οργανισμός World Inequality Lab προειδοποιεί πως οι αυξημένοι δασμοί θα εντείνουν τις ανισότητες μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών, καθυστερώντας την ανάκαμψη μετά την κρίση COVID και την ενεργειακή κρίση.
Χώρες όπως το Λάος, η Μιανμάρ και η Κένυα κινδυνεύουν να δουν κατακόρυφη αύξηση της φτώχειας, λόγω της απώλειας βασικών εξαγωγών προς την αμερικανική αγορά. Η παγκόσμια συνεργασία δείχνει να υποχωρεί μπροστά στην επανεμφάνιση του εμπορικού εθνικισμού, με την ανθρωπότητα να αποχαιρετά το αφήγημα της παγκοσμιοποίησης.
Από «America First» σε «World Last»
Αναλυτές του Economist και της Deutsche Welle επισημαίνουν πως η στρατηγική Τραμπ μετατρέπει τις εμπορικές σχέσεις σε διμερείς παρτίδες επιβολής και εκβιασμού. Οι ΗΠΑ εμφανίζονται όχι ως ηγέτιδα δύναμη συνεργασίας, αλλά ως μονομερής παίκτης που προωθεί τα συμφέροντά του με βραχυπρόθεσμη λογική.
Η Ευρώπη καλείται να προστατευτεί με κοινή στρατηγική ή να διακινδυνεύσει περαιτέρω εξάρτηση. Η Ελλάδα οφείλει να οργανώσει εναλλακτικές αλυσίδες εφοδιασμού, να στηρίξει τον πρωτογενή τομέα και να ενισχύσει τις εσωτερικές επενδύσεις.
Για τον παγκόσμιο πολίτη, τα επόμενα χρόνια προμηνύονται πιο ακριβά, πιο αβέβαια και λιγότερο δίκαια.