ΠΑΠΑΣ ΛΕΩΝ: Η πρόσφατη εκλογή του Αμερικανού Πάπα Ρόμπερτ Πρέβοστ προκάλεσε κύμα αντιδράσεων όχι μόνο στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας, αλλά και στην Ορθόδοξη κοινότητα.
Του Γιώργου Θεοχάρη
Το γεγονός ότι ορισμένοι Ορθόδοξοι Προκαθήμενοι έσπευσαν να τον συγχαρούν με θερμά λόγια και να εκφράσουν προσδοκίες για “ενότητα” και “συνεργασία” προκαλεί έντονο προβληματισμό σε θεολογικούς και ποιμαντικούς κύκλους.
Οι ευχές των προκαθημένων δημοσιεύτηκαν επίσημα στα δελτία τύπου αρκετών Πατριαρχείων και συνοδεύονταν από χαρακτηρισμούς που προσεγγίζουν το επίπεδο εγκωμιασμού, όπως “πνευματικός ηγέτης της χριστιανοσύνης”, “φάρος ειρήνης” και “καταλύτης ενότητας”. Αυτή η γλώσσα, που δύσκολα διακρίνεται από την εκκλησιαστική ρητορική της Ρώμης, γεννά ερωτήματα περί της θεολογικής συνέπειας και της ποιμαντικής ευθύνης των Ορθοδόξων ηγετών.
Ορθόδοξη εκκλησιολογία vs διπλωματία
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο χαιρέτισε την εκλογή του νέου Πάπα με «πνευματική χαρά», ενώ ανέφερε τη «μακρά παράδοση αδελφικών σχέσεων» μεταξύ των δύο Εκκλησιών. Παρόμοια γραμμή ακολούθησαν το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και άλλες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, κάνοντας λόγο για “νέα ελπίδα συνάντησης” των δύο παραδόσεων.
Ωστόσο, η Ορθόδοξη εκκλησιολογία επιμένει στην απόρριψη του πρωτείου εξουσίας, της αλάθητης αυθεντίας του Πάπα και των δογματικών διαφορών που εξακολουθούν να χωρίζουν τις δύο παραδόσεις. Πολλοί θεολόγοι, όπως και η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, έχουν κατά καιρούς εκφράσει την ανάγκη διάκρισης ανάμεσα στον θεολογικό διάλογο και τις πολιτικές/διπλωματικές σχέσεις. Ο ανεπιφύλακτος έπαινος προς τον Πάπα, κατά συνέπεια, δημιουργεί αίσθηση θεολογικής ασυνέπειας ή ακόμη και εσωτερικής αντίφασης.
Ερωτήματα από το εκκλησιαστικό πλήρωμα
Η αντίδραση του λαού ήταν άμεση, κυρίως μέσα από αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ορθόδοξα ενημερωτικά portals. Πιστοί, μοναχοί και θεολόγοι εκφράζουν ανησυχίες για τη σταδιακή “οικουμενιστική ολίσθηση” μέρους της εκκλησιαστικής ηγεσίας. Ορισμένοι μάλιστα επαναφέρουν τις ενστάσεις που είχαν προβληθεί και στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης το 2016, όπου το ζήτημα της σχέσης Ορθοδοξίας και άλλων δογμάτων είχε προκαλέσει σημαντικούς τριγμούς.
Σύμφωνα με πληροφορίες του vimaorthodoxias.gr, ήδη σε μοναστηριακούς κύκλους –κυρίως στο Άγιον Όρος– γίνονται άτυπες συζητήσεις για το περιεχόμενο αυτών των δηλώσεων, με κάποιους να μιλούν για “αποστασία λόγου” και “αμηχανία πίστης”.
Ο διάλογος δεν είναι συνθηκολόγηση
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υπενθυμίζουν ότι ο διάλογος μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών δεν αποτελεί από μόνος του πρόβλημα – ίσα-ίσα, είναι αναγκαίος. Όμως, όταν ο διάλογος μετατρέπεται σε μονόπλευρο εγκωμιασμό χωρίς διαφύλαξη της Ορθόδοξης ταυτότητας, τότε τίθεται υπό αμφισβήτηση η σκοπιμότητα και η θεολογική του βάση.
Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου, που συχνά συμμετέχει σε διαθρησκειακούς διαλόγους, επισημαίνει σε πρόσφατη ανάλυσή της ότι “ο σεβασμός και η αναγνώριση του άλλου δεν προϋποθέτουν παραίτηση από την δική μας αλήθεια”.
Η ανάγκη για νηφαλιότητα και επιστροφή στην Ορθόδοξη παράδοση
Η Ορθοδοξία δεν μπορεί να λειτουργήσει ως διπλωματικό παρακολούθημα της Δύσης, ούτε να διολισθαίνει σε ένα «οικουμενιστικό συναίσθημα» χωρίς ρίζες. Ο λαός του Θεού ζητά σαφήνεια, ακρίβεια και πίστη στην παράδοση, και όχι διφορούμενα μηνύματα που προκαλούν σύγχυση.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο εκθειασμός του Πάπα, χωρίς διασαφήνιση των θεολογικών ορίων, δεν ενισχύει τη σχέση των Εκκλησιών, αλλά θολώνει το τοπίο της Ορθόδοξης μαρτυρίας. Η εποχή απαιτεί θεολογική ειλικρίνεια, ποιμαντική διάκριση και σταθερότητα στην Ορθόδοξη αυτοσυνειδησία.