Του Μητροπολίτου Γόρτυνος Ιερεμία
Μάθημα 2ον-ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΑ
1. Η Εκκλησία μας αντικρούοντας τις αιρέσεις διατύπωσε σε προτάσεις τις αλήθειες της πίστης μας και έγιναν έτσι τα δόγματα. Αλλά και προτού να διατυπωθούν τα δόγματα, η Εκκλησία μας τα ζούσε, βίωνε την πίστη της, που της είχε παραδοθεί από την αρχή με αποκάλυψη.
Απλά μόνο, επειδή εμφανίστηκαν αιρετικοί και αλλοίωναν τις αλήθειες της πίστης, ήταν ανάγκη να διατυπωθούν σαφώς οι αλήθειες αυτές, να γραφούν τα δόγματα, που και χωρίς την διατύπωσή τους, επαναλαμβάνουμε, οι χριστιανοί τα ζούσαν μέσα στην Εκκλησία· δηλαδή η Εκκλησία με τα δόγματα οριοθέτησε αυτό που ζούσε για να αντικρούει τους αιρετικούς. Γράψαμε οριοθέτησε, γιατί πραγματικά τα δόγματα στην αρχή λέγονταν «όροι». Είπαμε στο προηγούμενο μάθημα ότι οι αιρέσεις ήταν ένα μέρος μόνο της αλήθειας και δημιουργούσαν έτσι σύγχυση στους πιστούς. Με την διατύπωση τώρα των δογμάτων η Εκκλησία έβαλε όριο, σύνορο της αλήθειας· μέχρι που, δηλαδή, είναι η αλήθεια, ενώ πέρα απ´ αυτή είναι η πλάνη, είναι η αίρεση.
Θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα σχετικά μ᾽ αυτό: Έστω ότι εμφανίζεται κάποιος που, θέλοντας να καθορίσει τι είναι μητέρα, λέει ότι μητέρα είναι η κυρία εκείνη που φέρεται με αυστηρότητα και ξυλοδαρμούς στο παιδί της. Αυτό, αν το πεί κανείς, είναι όπως η αίρεση, που τραβάει στα άκρα ένα μέρος της αλήθειας· γιατί είναι και αλήθεια ότι η μητέρα φέρεται και με αυστηρότητα. Στο άκουσμα λοιπόν ότι μητέρα σημαίνει αυστηρότητα και ξυλοδαρμός, όλοι θα εξαναστούμε, γιατί όλοι ζούμε διαφορετικά την μητέρα.
Τέλος, για να μη γίνει καμμιά παρανόηση, επειδή το καλεί η ανάγκη, κάνουν μια σαφή διατύπωση (δόγμα) για να καθορίσουν τι είναι μητέρα. Καί λέγουν ότι αυτή είναι όλο αγάπη και από αγάπη μερικές φορές αναγκάζεται να φερθεί και με αυστηρότητα. Αλλά και προτού να γίνει η διατύπωση αυτής της αλήθειας, αυτού του δόγματος, ας πούμε, περί μητέρας, όλοι γνώριζαν βιωματικά τι είναι μητέρα.Έτσι και με τα δόγματα: Βιώνονταν στην Εκκλησία και πριν ακόμη διατυπωθούν, γιατί αποτελούσαν την πίστη της, που είχε παραδοθεί (παράδοση) σ᾽ αυτήν κατά αποκάλυψη Θεού. Πραγματικά, δεν είχαμε ανάγκη από τους κυρίους αιρετικούς για να μας δώσουν αφορμή να μάθουμε την πίστη μας και να την διατυπώσουμε σαφώς, αλλά την ζούσαμε απλά και ζωντανά και πριν από την εμφάνιση αυτών, και γι᾽ αυτό ταραχτήκαμε για τα περίεργα (τα αιρετικά) που μας είπαν.1
2. Καί τώρα, που έχουμε διατυπωμένα τα δόγματα της πίστης μας, δεν ωφελεί να τα ξέρουμε θεωρητικά, αλλά να τα βιώνουμε. Αν δεν τα βιώνουμε και τα γνωρίζουμε μόνο θεωρητικά, στην ουσία δεν τα γνωρίζουμε. Πραγματικά – για να ξαναέλθω στο παράδειγμα που αναφέραμε –, δεν ξέρει τίποτε από μητέρα ένας που δεν την γνώρισε ποτέ στην ζωή του, λόγω ορφάνιας, έστω και αν ξέρει τον ορισμό (το δόγμα), τι είναι μητέρα· ενώ ένα μικρό παιδάκι, αν και δεν μπορεί να διατυπώσει τον ορισμό περί μητέρας, ξέρει πολύ καλά τι σημαίνει μητρική αγάπη, γιατί την ζεί. Έτσι και μια αγράμματη αλλά ευσεβής γιαγιά, επειδή βιώνει τα δόγματα με την λατρεία της Εκκλησίας και με την ενάρετη ζωή της, τα γνωρίζει πολύ καλά, πολύ καλύτερα από ένα «θεολόγο», που γνωρίζει μεν να διατυπώνει τα δόγματα θεωρητικά, αλλά είναι ξένος προς αυτά ως προς την ζωή του. Άλλωστε οι Πατέρες δεν ένοιωθαν ευχάριστα όταν ήταν αναγκασμένοι από τα πράγματα να ασχοληθούν εξονυχιστικά με δογματικές αλήθειες αποκρούονταςτίς αιρέσεις. Ο άγιος Βασίλειος λέει ότι αρκεί η παράδοση των Αποστόλων και η απλότητα της πίστης· αλλά επειδή ο αιρετικός Ευνόμιος ασχολήθηκε με υψηλά θέματα, σπέρνοντας ζιζάνια, αναγκάζεται να ασχοληθεί και ο ίδιος με τα θέματα αυτά.2 Το παν είναι να εκφράζουμε με την ενάρετη ζωή μας την αλήθεια της πίστης μας, να ζούμε δηλαδή στην ζωή μας τα δόγματα της πίστης μας μέσα στην Εκκλησία αινούντες και ευλογούντες τον εν Τριάδι Θεόν και με ενότητα και αγάπη μεταξύ μας.
3. Ο όρος δόγμα χρησιμοποιείται στην Καινή Διαθήκη με την έννοια που δώσαμε στο κεφάλαιο αυτό, ως διατύπωση αληθειών της πίστης μας: Το 15ο κεφ. των Πράξεων των Αποστόλων μιλάει για την Αποστολική Σύνοδο, που συγκλήθηκε στα Ιεροσόλυμα για το θέμα των χριστιανών που προέρχονταν από τα ειδωλολατρικά έθνη (οι εξ εθνών χριστιανοί), αν θα πρέπει δηλαδή αυτοί ερχόμενοι στον χριστιανισμό να υποβάλλονται σε περιτομή και να τηρούν τον Μωσαικό νόμο. Καί η συγκληθείσα Σύνοδος των Αποστόλων διατύπωσε δόγμα, πήρε αποφάσεις για το θέμα αυτό. Καί στο επόμενο κεφάλαιο των Πράξεων διαβάζουμε για τον απόστολο Παύλο με τον μαθητή του Τιμόθεο ότι περιόδευαν τις πόλεις και παρήγγελλαν «φυλάσσειν τα δόγματα τα κεκριμένα υπό των αποστόλων και των πρεσβυτέρων των εν Ιερουσαλήμ» (Πραξ. 16,4). – Ακόμη η λέξη «δόγμα» χρησιμοποιείται από παλαιά και από εθνικούς συγγραφείς. Σ᾽ αυτούς η ελληνική αυτή λέξη δόγμα δηλώνει μία φιλοσοφική ιδέα ή ένα διάταγμα, που έπρεπε ακριβώς να τηρηθεί. Σε μας τους χριστιανούς, όπως φαίνεται από όσα είπαμε παραπάνω, δόγμα σημαίνει μία αλήθεια της πίστεως μας, που δεν δέχεται αμφισβήτηση, γιατί κηρύττεται από όλη την Εκκλησία και δεν είναι μια προσωπική γμώμη· δηλαδή η λέξη δόγμα είναι αντίθετη της λέξης γνώμη.
ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ
1. Όπως είπαμε, τα ιερά δόγματα εκφράζουν την πίστη της Εκκλησίας μας στα θέματα που αναφέρονται και που αμφισβητήθηκαν από αιρετικούς.
Όλη η πίστη μας παραδόθηκε (Ιερή Παράδοση) στην Εκκλησία μας από τους αγίους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και τους αγίους Αποστόλους της Καινής Διαθήκης και βιώνεται από τους πιστούς. Μέρος από αυτή την Ιερή Παράδοση, από την αλήθεια δηλαδή που αποκαλύφθηκε και παραδόθηκε στην Εκκλησία, κατεγράφη στην Αγία Γραφή, γιατί δόθηκαν ορισμένες αφορμές γι᾽ αυτό. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι πηγή των δογμάτων είναι η αποκαλυφθείσα, η παραδοθείσα στη Εκκλησία πίστη μας, που βιωνόταν από τους πιστούς, η Ιερή Παράδοση, και ασφαλώς η Αγία Γραφή, που αποτελεί μέρος της Ιερής Παράδοσης, όπως είπαμε. Γιά το δόγμα της Αποστολικής Συνόδου, που είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, η μόνη πηγή ήταν αυτή η δοθείσα από τους αγίους Αποστόλους, τα μέλη της Συνόδου, Ιερά Παράδοση και η οποία δεν είχε καθόλου ακόμη καταγραφεί, γιατί δεν είχε γραφεί ακόμη η Καινή Διαθήκη.
2. Οι αλήθειες της πίστης μας που περιέχονται στην Αγία Γραφή και στην Αποστολική Ιερή Παράδοση δίνουν την πληρότητα της διδασκαλίας της πίστης μας, η οποία καλείται από παλαιά από τους Πατέρες της Εκκλησίας μας η «καθολική πίστις», η «καθολική διδασκαλία» της Εκκλησίας.3 Αυτές οι αλήθειες της αγίας Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως εναρμονίζονται πλήρως σε ένα σύνολο και αποτελούν την «καθολική συνείδηση» της Εκκλησίας, η οποία καθοδηγείται από το Άγιο Πνεύμα. Καί αυτή η συνείδηση της Εκκλησίας αποτελεί την πηγή των δογμάτων Της.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
6 Ιουλίου 2014
YΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Παραθέτουμε εδώ περικοπάς τινάς εκ των όσων σχετικών γράφει ο μακαριστός Καθηγητής μας Ιωάννης Καρμίρης: «Ορθόδοξα δόγματα εν τη ευρεία και πραγματική μεν σημασία της λέξεως είναι πάσαι αι θεόθεν αποκεκαλυμμέναι θεωρητικαί της πίστεως αλήθειαι, αι υπό της αγίας Γραφής και της ιεράς Παραδόσεως διδασκόμεναι και έκπαλαι κηρυσσόμεναι υπό της διδασκούσης Εκκλησίας και πιστευόμεναι και βιούμεναι υπό του εκκλησιαστικού πληρώματος, εν στενή δε και ειδική θεολογική εννοία είναι αι αλήθειαι, αι οποίαι, διδασκόμεναι υπό της αγίας Γραφής και της ιεράς Παραδόσεως, καθωρίσθησαν και διευπώθησαν επισήμως και πανηγυρικώς υπό των επτά Οικουμενικών Συνόδων. Αυτονόητον δ᾽ ότι και αύται και εκείναι αι θείαι αλήθειαι της πίστεως είναι εξ ίσου υποχρεωτικαί διά πάντας τους πιστούς, ως απολύτως αναγκαίαι διά την σωτηρίαν αυτών. Επομένως η υπό των Οικουμενικών Συνόδων διατύπωσις των δογμάτων δεν αποτελεί ουσιώδη χαρακτήρα και κύριον και απαραίτητον γνώρισμα αυτών, αλλά τι εξωτερικόν και εξ ιστορικών και τυχαίων, ως τα πολλά, αιτίων προκαλούμενον, δυνάμενον εξ ολοκλήρου ν᾽ αναπληρωθή διά της διδασκαλίας των δογμάτων υπό της αγίας Γραφής και της ιεράς Παραδόσεως, των δύο τούτων της ορθοδόξου πίστεως πηγών, τούθ᾽ όπερ αποτελεί τον πρώτον και ουσιώδη και απαραίτητον χαρακτήρα παντός ορθοδόξου δόγματος.
Τούτο εν πρώτοις ισχύει απολύτως διά την προ της ενάρξεως των Οικουμενικών Συνόδων αρχαιοτάτην εποχήν των τριών πρώτων αιώνων… Η Εκκλησία δεν ήτο δυνατόν να αρκήται εις τας καθυστερημένως διατυπωθείσας υπό των επτά Οικουμενικών Συνόδων ολίγας μόνον δογματικάς αληθείας, αλλ᾽ αμφισβητήτως ως δόγματα ίσχυον αρχαιόθεν εν αυτή και πάσαι αι άλλαι θεωρητικαί αλήθειαι της πίστεως, οίον περί Εκκλησίας, μυστηρίων, θείας Χάριτος, δικαιώσεως κλπ., αι διδασκόμεναι υπό της αγίας Γραφής και της ιεράς Παραδόσεως και προβαλλόμεναι αρχήθεν τοις πιστοίς υπό της Εκλησίας προς προσδοχήν, αίτινες ισχύουσιν ομοίως και μέχρι σήμερον ως δόγματα εν αυτή, έστω και αν δεν εδόθη αφορμή τις ίνα διατυπωθώσιν επισήμως υπό Οικουμενικής Συνόδου. Διότι η διδάσκουσα Ορθόδοξος Εκκλησία, ως φύλαξ και ερμηνεύς της θείας Αποκαλυψεως, ειδοποιεί και διατυποί το περιεχόμενον της πίστεως εις δόγματα διττώς, ήτοι ή διά του συνεχούς προς τους πιστούς κηρύγματος των θείων αληθειών ή διά της εν Συνόδοις πανηγυρικής ανακηρύξεώς τινων εξ αυτών…». Καί γράφει στην συνέχεια σε υποσημείωση ο μακαριστός Καθηγητής μας: «Τούτων ούτως εχόντων δέον ν᾽ απορρίπτηται πάσα αντίθετος γνώμη, εκφερομένη υπό θεολόγων αγνοούντων ή παρεξηγούντων τα εν τη Ορθοδοξία κρατούντα, και πειρωμένων να περιορίσωσι τα ορθόδοξα δόγματα μόνον εις τα υπό των αρχαίων επτά Οικουμενικών Συνόδων θεσπισθέντα ή να διακρίνωσιν αυτά εις κύρια και δευτερεύοντα ή ουσιώδη και επουσιώδη ή μεγάλα και μικρά, καθ᾽ όσον πάντα ανεξαιρέτως τα ορθόδοξα δόγματα είναι ισόκυρα και ισοστάσια, ως “δόγματα Θεού”. “Το γαρ επί δόγμασιν, είτε μικροίς είτε μεγάλοις, αμαρτάνειν, ταυτόν εστιν· εξ αμφοτέρων γαρ ο νόμος του Θεού αθετείται” (Ταράσιος Κων/πόλεως, εις Πρακτικά Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου).
2. Βλ. Κατ᾽ Ευνομίου, MPG 29,500 ΑΒ, Εις την Αγίαν του Χριστού Γέννησιν. Βλ. και 31,1473C. Ενώ πρέπει να είμαστε αγωνιστές μέχρι μαρτυρικού θανάτου για τα δόγματα της πίστης μας, όμως πρέπει να αποφεύγουμε τους διαπληκτισμούς για τους «δογματισμούς». Εννοώ τις διενέξεις που γίνονται όχι για τις αλήθειες της πίστης, που είναι θέμα ζωής ή θανάτου, αλλά τις διενέξεις για διευκρινίσεις άλλων περιθωριακών εννοιών, στις οποίες διενέξεις εκτοπίζεται το δόγμα ως διδασκαλία της Εκκλησίας μας και θραύεται η ενότητα των πιστών. Γι᾽ αυτό ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας λέγει να αποφεύγουμε τον δογματισμό, ωσάν αυτός να είναι ένα εξαγριωμένο λιοντάρι. Όχι λοιπόν διαπληκτισμούς για «δογματισμούς», είτε αυτοί γίνονται με μέλη της ᾽Εκκλησίας είτε με οποιουσδήποτε άλλους ξένους.
Λέγει επί λέξει ο άγιος Αββάς Ισαάκ ο Σύρος: «Φεύγε του δογματίσαι, ως από λέοντος ατάκτου· μήτε μην μετά των τροφίμων της Εκκλησίας εις τούτο συνεισέλθης, μήτε μετά των αλλοτρίων» (Τα ευρεθέντα ασκητικά, εν Αθήναις 1895, σελ. 35).
3. Σε τέτοιες φράσεις ο όρος «καθολική» σημαίνει «παγκόσμια», ως αναφερόμενος στην Εκκλησία όλων των χρόνων, των λαών και των τόπων, «όπου ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ. 3,11). Ένας περίφημος ορισμός του όρου «καθολική» στην πρώτη Εκκλησία δόθηκε από τον άγιο Βικέντιο τον εκ Λειρίνης, ο οποίος στο Communitorium του λέει: «Πρέπει να ληφθεί κάθε φροντίδα να κρατήσουμε σταθερά ο,τι πιστεύθηκε πάντοτε, παντού και από όλους («quod semper, quod ubique, quod ab omnibus creditum est»). Εκείνο είναι πραγματικά και κυρίως καθολικό, όπως υποδηλώνεται από την δύναμη και ετυμολογία του ίδιου του ονόματος, το οποίο περιλαμβάνει κάθε τι πραγματικά παγκόσμιο». Το όνομα «καθολική» κρατήθηκε από νωρίς στην «Ρωμαική Καθολική» εκκλησία, αλλά η διδασκαλία της πρώτης Εκκλησίας διατηρήθηκε στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία μόνο μπορεί να ονομαστεί «καθολική». Σε πολλά σημεία της δογματικής αυτής σειράς θα δούμε την διαφορά της διδασκαλίας του Ρωμαιο-καθολικισμού και της αληθινά καθολικής ή ορθόδοξης διδασκαλίας.