Την Πέμπτην, 6ην /19ην Δεκεμβρίου 2013, εωρτάσθη υπο του Πατριαρχείου η εορτή του εν αγίοις πατρός ημών Νικολάου Αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας του θαυματουργού εις τον ιερόν Ναόν αυτού εις την κώμην της Μπετζάλλας, κειμένης μεταξύ Ιεροσολύμων και Βηθλεέμ δεξιά του τάφου της Ραχήλ τω εισερχομένω εις Βηθλεέμ εξ Ιεροσολύμων.
Εις την κώμην ταύτην, την έχουσαν δέκα πέντε περίπου χιλιάδας κατοίκους, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους, διατηρεί το Πατριαρχείον ανέκαθεν Ελληνορθόδοξον Αραβόφωνον Κοινότητα (Rum Orthodox ), αριθμούσαν περί τας επτά χιλιάδας μέλη.
Εις την Κοινότητα ταύτην προσήλθε την πρωίαν της ως άνω ημέρας η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος και κατηυθύνθη προς το ηγουμενείον, ένθα υπεδέχθη τούτον ο καθηγούμενος Αρχιμανδρίτης π. Νάρκισσος.
Εκ του ηγουμενείου ο Μακαριώτατος ήλθεν εις τον ιερόν Ναόν του Αγίου Νικολάου. Ενταύθα υπεδέχθησαν Αυτόν ενδεδυμένοι οι ιερείς εις την εν τω Ναώ είσοδον.
Ο Μακαριώτατος προεξήρξεν του Όρθρου και της θείας Λειτουργίας, συλλειτουργούντων Αυτώ του Πατριαρχικού Επιτρόπου, Ιερωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, του Γέροντος Αρχιγραμματέως Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, του εν Βηθλεέμ Πατριαρχικού Επιτρόπου Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Ιορδάνου κ. Θεοφυλάκτου και του Γραμματέως της Αγίας και Ιεράς Συνόδου Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Λύδδης κ. Δημητρίου, των ιερέων εφημερίων της Μπετζάλλας, π. Νικολάου, π. Γεωργίου, π. Ιωσήφ και π. Παύλου και του Αρχιδιακόνου π. Ευλογίου και του διακόνου π. Μαρτυρίου, ψαλμωδία ψαλλούσης βυζαντινώ τω ύφει της χορωδίας του ιερού Ναού υπό την διεύθυνσιν του κ. Ιμβραήμ Κάρκαρ και μετέχοντος εν ευλαβεία αθρόου Ορθοδόξου εκκλησιάσματος.
Προς το εκκλησίασμα τούτο εκήρυξε τον θείον λόγον περί του Αγίου Νικολάου ο Μακαριώτατος έχοντος ελληνιστί ούτως:
«Θεός ων ειρήνης, Πατήρ οικτιρμών, της μεγάλης βουλής Σου τον άγγελον, ειρήνην παρεχόμενον, απέστειλας ημίν· όθεν θεογνωσίας, προς φως οδηγηθέντες, εκ νυκτός ορθρίζοντες, δοξολογούμέν σε, Φιλάνθρωπε», αναφωνεί ο μελωδός της Εκκλησίας.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, ευσεβείς προσκυνηταί και ευλαβείς Χριστιανοί,
Η ιερά μνήμη του εν αγίοις Πατρός ημών Νικολάου Αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας του θαυματουργού συνήγαγεν ημάς σήμερον εν τω φερωνύμω αυτού Ναώ εν τη πόλει υμών, ίνα, εν ύμνοις και ευχαριστίαις, δοξολογήσωμεν τον φιλάνθρωπον Θεόν Πατέρα. Καί τούτο διότι Αυτός Ούτος ο Θεός Πατήρ απέστειλεν ημίν τον της μεγάλης βουλής Αυτού άγγελον, δηλονότι τον εν σπηλαίω της Βηθλεέμ γεννηθέντα εκ της Παρθένου Μαρίας Λόγον Θεόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. «Μεγάλη βουλή του Θεού και Πατρός εστί», διδάσκει ο Άγιος Μάξιμος ο ομολογητής, «το σεσιγημένον και άγνωστον της οικονομίας μυστήριον·όπερ πληρώσας διά της σαρκώσεως ο Μονογενής Υιός απεκάλυψεν, Άγγελος γενόμενος της μεγάλης του Θεού και Πατρός προαιωνίου βουλής».
Η όντος μεγάλη δωρεά, την οποίαν παρέσχε Κύριος ο Θεός διά της ενσάρκου Αυτού παρουσίας εις τον κόσμον είναι η ειρήνη και το φως της θεογνωσίας Αυτού. «Καί ελθών ο Χριστός», λέγει ο θείος Παύλος, «ευηγγελίσατο ειρήνην υμίν τοις μακράν και τοις εγγύς»,( Εφεσ. 2,17). Αυτός δε ο Ιησούς Χριστός λέγει: «εγώ ειμι το φως του κόσμου· ο ακολουθών μοι ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ’ έξει το φως της ζωής», ( Ιωάν. 8,12 ).
Αυτού ακριβώς του φωτός και αυτής της ειρήνης του μυστηρίου της θείας οικονομίας εγένετο κοινωνός αφ’ ενός και διδάσκαλος αφ’ ετέρου ο άγιος πατήρ ημών Νικόλαος, ως λέγει και ο μελωδός αυτού: «ενατενίσας ακλεινώς το ύψος της γνώσεως και κατοπτεύσας αδήλως σοφίας τον βυθόν, σαίς διδαχαίς κόσμον επλούτισας, πάτερ, υπέρ ημών αεί Χριστόν δυσώπει, Ιεράρχα Νικόλαε», (Λιτή, ήχος α΄, τροπάριον).
Με άλλα λόγια, ο Άγιος Νικόλαος ανεδείχθη αληθινός μαθητής του Χριστού, δηλαδή απόστολος και κήρυξ του Ευαγγελίου Αυτού κατά το παράδειγμα του Αποστόλου Παύλου
λέγοντος: «ου γαρ εαυτούς κηρύσσομεν, αλλά Χριστόν ᾿Ιησούν Κύριον, εαυτούς δε δούλους υμών διά ᾿Ιησούν· ότι ο Θεός ο ειπών εκ σκότους φως λάμψαι, ος έλαμψεν εν ταίς καρδίαις ημών προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού εν προσώπω ᾿Ιησού Χριστού», (Β΄ Κορ. 4, 5-6).
Λέγομεν τούτο αγαπητοί μου, διότι ο άγιος ημών Ιεράρχης υπήρξε διά λόγου και έργου ένθερμος φύλαξ και υπερασπιστής της ανοθεύτου και υγιαινούσης διδασκαλίας του Ευαγγελίου, τουτέστιν της ορθής και σωζούσης ή, καλύτερον ειπείν, της θεραπευούσης πίστεως της μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής ημών Εκκλησίας. Της πίστεως, επαναλαμβάνομεν, την οποίαν θεοπνεύστως, ήτοι τη δυνάμει τη φωτιστική του Αγίου Πνεύματος, σαφώς εχάραξαν οι των αγίων αποστόλων διάδοχοι θεοφόροι και θεηγόροι Πατέρες της Εκκλησίας εν τη πρώτη εν Νικαία τη Μικράς Ασίας συγκροτηθείση το 325 μ.Χ. Οικουμενική Συνόδω υπό του μεγάλου και ευσεβεστάτου αυτοκράτορος Αγίου Κωνσταντίνου του ισαποστόλου.
Εις την Οικουμενικήν ταύτην Σύνοδον, ως γνωστόν, ο Επίσκοπος Μύρων της Λυκίας Νικόλαος γενναίως αντέστη κατά των αιρετικών διδασκαλιών του Αρείου, ο οποίος κατ’ ουσίαν ηρνείτο την θεότητα του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου, Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εκ των αγνών αιμάτων της Αειπαρθένου Μαρίας. Τούτου ένεκεν ο άγιος ημών Νικόλαος ωνομάσθη Κανών της Ορθοδόξου Πίστεως, δηλονότι της χριστιανικής πίστεως. Καί τούτου ένεκεν ο μελωδός λέγει περί αυτού: «Των αθεάτων τα κάλλη περιερχόμενος, την φοβεράν εκείνην κατενόησας δόξαν, άγιε αγίων. Όθεν ημίν τα ουράνια λόγια, των αειζώων εκείνων θεωριών, αναγγέλλεις, ιερώτατε Νικόλαε», (Αίνοι, Όρθρος, τροπάριον).
Κινούμενος από ιερόν πόθον ο άγιος Νικόλαος δεν παρέλειψε να επισκεφθή τα σεβάσμια μαρτύρια της πίστεώς μας, δηλονότι τους Αγίους Τόπους, και ιδιαιτέρως τον τόπον της Γεννήσεως του Σωτήρος ημών Χριστού εις Βηθλεέμ, διερχόμενος διά της πόλεως υμών. Ως άλλος δε Μάγος ήνοιξε τον θησαυρόν αυτού και προσήνεγκε τω εκ Πνεύματος Αγίου συλληφθέντι Υιώ εν τη γαστρί Μαριάμ δώρα, την γνησίαν αυτού πίστιν, την πραότητα, την εγκράτειαν, την φιλοπτωχείαν, την ελεημοσύνην, την ταπείνωσιν και την προ πάντως αγάπην και δικαιοσύνην του Χριστού.
«Σαλπίσωμεν εν σάλπιγγι ασμάτων, σκιρτίσωμεν εόρτια και χορεύσωμεν, αγαλλόμενοι τη ετησίω πανηγύρει του θεοφόρου Πατρός ημών», αναφωνεί ο μελωδός, η Αγία δε ημών Εκκλησία ευφραίνεται και αγάλλεται σήμερον, διότι η μνήμη του Θεοφόρου Πατρός ημών Νικολάου ευαγγελίζεται ημίν χαράν μεγάλην, «ότι Χριστός γεννάται εν πόλει Δαυίδ», (Λουκ. 2,11). Τις δε ούτος ο Χριστός; «Ο κλίνας ουρανούς, και Παρθένω οικήσας, προέρχεται σαρκί, Βηθλεέμ εν Σπηλαίω, τεχθήναι καθώς γέγραπται, οραθήναί τε νήπιος, ο τα νήπια, ζωογονών εν τη μήτρα τούτω χαίροντες, νυν υπαντήσωμεν πάντες, καρδίας ευθύτητι», λέγει ο υμνωδός.
Ο θεοφόρος και θαυματουργός Πατήρ ημών Νικόλαος, αγαπητοί μου αδελφοί, δεν είναι μία απλή διακεκριμένη προσωπικότης της ιστορίας του κόσμου τούτου, του οποίου το σχήμα παράγει κατά τον μακάριον Παύλον, (Α΄ Κορ. 7,31), αλλά είναι μία ακεραία Χριστοφόρος προσωπικότης και Αγιοπνευματοφόρος προσωπικότης της ιεράς ιστορίας, δηλονότι της ιστορίας του σεσαρκωμένου Λόγου του Θεού, του «ποίησαντος εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων κατοικείν επί παν το πρόσωπον της γης, ορίσας προστεταγμένους καιρούς και χρόνους και τας οροθεσίας αυτών», (Πραξ. 17,26), κατά τον θείον Παύλον.
Με άλλα λόγια η ιερά ιστορία είναι η ιστορία των αγίων ανδρών και γυναικών της Εκκλησίας του Χριστού. Είναι η ιστορία της αιωνίου Βασιλείας του Θεού. Διά τούτο σήμερον γεννάται ο Χριστός δι’ ημάς και υπέρ ημών. Καί διά τούτο σήμερον καλούμεθα υπό του εωρταζομένου Αγίου πατρός ημών Νικολάου να υπαντήσωμεν ταπεινώς και καθαρά τη καρδία τον ερχόμενον σαρκί τεχθήναι εν Βηθλεέμ Θεόν και Σωτήρα ημών Χριστόν. «Καί κατοικήσαι Αυτόν διά της πίστεως εν ταίς καρδίαις υμών», (Εφεσ. 3,17), αμήν.
Πολύς λαός προσήλθεν εις την θείαν Κοινωνίαν, εν συνεχεία δε έλαβε το αντίδωρον παρά των χειρών του Μακαριωτάτου και τας ευλογίας Αυτού.
Μετά την απόλυσιν της θείας Λειτουργίας έλαβε χώρα λιτανεία πέριξ του Ναού και εις το κάτωθι του ιερού Ναού εν είδει σπηλαίου παρεκκλήσιον του Αγίου Νικολάου.
Εν συνεχεία έλαβε χώρα σύντομος δεξίωσις εις την αίθουσαν του ιερού Ναού, μεθ’ ην παρετέθη τη Πατριαρχική Συνοδεία και άλλοις γεύμα υπό του καθηγουμένου και του Συμβουλίου της Κοινότητος της Μπετζάλλας.
{youtube}yIxJQ0SM2Ls{/youtube}